Ανάκαμψη στους ρυθμούς των εξαγωγών και των εισαγωγών καταγράφηκε τον Μάρτιο, σύμφωνα με ανάλυση του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων και του Κέντρου Εξαγωγικών Ερευνών και Μελετών (ΚΕΕΜ). Είναι χαρακτηριστικό ότι τον Μάρτιο η συνολική αξία των εισαγωγών ανήλθε στα 4,77 δισ. ευρώ (+30,2% σε σχέση με τα 3,66 δισ. ευρώ του Μαρτίου του 2016) ενώ η συνολική αξία των εξαγωγών αυξήθηκε κατά 25,7% στα 2,63 δισ. ευρώ έναντι 2,09 δισ. του Μαρτίου του 2016.
Ανάκαμψη στους ρυθμούς τον εξαγωγών καταγράφηκε τον Μάρτιο επιβεβαιώνοντας τη θετική συγκυρία για συναλλαγές ειδικά με χώρες εκτός Ε.Ε., αλλά και την ανάκαμψη της μεταποιητικής δραστηριότητας εντός των συνόρων, σύμφωνα με ανάλυση του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων και του Κέντρου Εξαγωγικών Ερευνών και Μελετών (ΚΕΕΜ).
Όπως σημειώνεται, με την χρονική σύμπτωση της εορταστικής περιόδου Πάσχα, για ορθόδοξους και καθολικούς να λειτουργεί πρόσθετα ενισχυτικά, αλλά και την προσπάθεια επίσπευσης εμπορικών συναλλαγών λόγω αξιολόγησης, το εξωτερικό εμπόριο της Ελλάδας αναθερμάνθηκε θεαματικά, σε βαθμό μάλιστα που οδηγεί και σε νέα αύξηση του εμπορικού ελλείμματος.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με ανάλυση του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων και του Κέντρου Εξαγωγικών Ερευνών και Μελετών (ΚΕΕΜ), επί των προσωρινών στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ, τον περασμένο Μάρτιο η συνολική αξία των εξαγωγών αυξήθηκε κατά 25,7% (στα 2,63 δισ. ευρώ έναντι 2,09 δισ. του Μαρτίου του 2016). Διψήφιοι ρυθμοί αύξησης προκύπτουν ακόμη κι αν εξαιρεθούν τα πετρελαιοειδή (+12,5% ή κατά 205,4 εκατ. ευρώ).
Σε επίπεδο α’ τριμήνου, η συνολική αξία των εξαγωγών εμφανίζεται αυξημένη κατά 20,3% (στα 6,87 δις ευρώ, από 5,71 δις στο αντίστοιχο τρίμηνο του 2016), ενώ η αξία των εξαγωγών χωρίς τα πετρελαιοειδή καταγράφει αύξηση κατά 261 εκατ. Ευρώ ή κατά 5,9%.
Τον περασμένο Μάρτιο, οι συνολικές εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 50% προς τις Τρίτες Χώρες, χάρη κυρίως στις υψηλότερες τιμές πετρελαιοειδών, ενώ η αύξηση προς τις χώρες της Ε.Ε. υπολογίστηκε στο +8,1%. Αν εξαιρεθούν από τον υπολογισμό τα πετρελαιοειδή, προκύπτει αύξηση εξαγωγών προς τις Τρίτες Χώρες κατά 13,4% και προς τις χώρες της ΕΕ κατά 12,2%.
Οι εν λόγω επιδόσεις οδήγησαν το ποσοστό των εξαγωγών που κατευθύνονται στις αγορές των κρατών-μελών στο 54,8%, έναντι 45,2% των Τρίτων Χωρών. Χωρίς τα πετρελαιοειδή, η αναλογία διατηρείται εκ νέου υπέρ των κρατών μελών σε ποσοστό 68,6% (έναντι ποσοστού 31,4% των Τρίτων Χωρών).
Η πορεία των εξαγωγών ανά κλάδο
Ενδεικτικό στοιχείο της έντασης της ανόδου είναι το γεγονός ότι μόνο 2 κλάδοι εμφάνισαν αρνητικό πρόσημο, έναντι 8 ανοδικών. Εκτός των πετρελαιοειδών (+72,4%), ξεχωρίζει η αύξηση εξαγωγών στους κλάδους των πρώτων υλών (+41,3%), των διάφορων βιομηχανικών (+22,4%) και των βιομηχανικών προϊόντων 20,8%. Πτωτικά κινήθηκαν μόνο οι κλάδοι των ποτών/καπνού (-2,4%) και μηχανημάτων (-4,2%).
Με την αναγωγή των στοιχείων σε επίπεδο α’ τριμήνο προκύπτει διαφοροποίηση μόνο ως προς την αναλογία πτωτικών (3 κατηγορίες προϊόντων) και ανοδικών κλάδων (7 κατηγορίες), καθώς στους κλάδους που υποχωρούν σε σχέση με το 2016, προστίθεται το ελαιόλαδο (-26,3%).
Οι εισαγωγές
Σε περαιτέρω διεύρυνση του θετικού σερί για τις εισαγωγές συνέβαλε η νέα ανοδική κίνηση του περασμένο Μαρτίου, μήνα κατά τον οποίο η συνολική αξία των εισαγωγών ανήλθε στα 4,77 δις ευρώ (+30,2% σε σχέση με τα 3,66 δισ. ευρώ του Μαρτίου του 2016). Κύριος λόγος της εκρηκτικής αύξησης είναι αφενός οι αυξημένες τιμές του πετρελαίου, αλλά και οι νέες παραλαβές πλοίων, την ώρα όμως που ανοδικά κινήθηκαν οι εισαγωγές και στους υπόλοιπους κλάδους. Χαρακτηριστικό είναι ότι ακόμη κι αν εξαιρεθούν πετρελαιοειδή και πλοία, καταγράφεται αύξηση της τάξης του 9,9% (ή κατά 294,4 εκατ. ευρώ).
Κατά την περίοδο Ιανουάριος-Μάρτιος 2017 στην Ελλάδα εισήχθησαν προϊόντα συνολικής αξίας 13,35 δισ. ευρώ (+31% σε σχέση με τα 10,19 δισ. ευρώ της αντίστοιχης περυσινής περιόδου). Εξαιρουμένων πετρελαιοειδών και πλοίων, η αξία των εισαγωγών εμφανίζεται αυξημένη κατά 6,3% ή κατά 503,4 εκατ. ευρώ.
Ως αποτέλεσμα των παραπάνω κινήσεων, καταγράφεται και νέα αύξηση του συνολικού εμπορικού ελλείμματος κατά 36,2% στα 2,14 δισ. ευρώ σε μηνιαία βάση και κατά 44,8% στα 6,47 δισ. ευρώ σε τριμηνιαία βάση. Χωρίς πετρελαιοειδή και πλοία, το έλλειμμα αυξήθηκε κατά 6,8% ή κατά 242,4 εκατ. ευρώ.