Μείωση του ισοζυγίου αγαθών και υπηρεσιών και αύξηση του δείκτη κύκλου εργασιών στη βιομηχανία σημειώθηκε στο πρώτο δίμηνο του 2017, όπως αναφέρει η Eurobank στην ανάλυσή της «7 ημέρες οικονομία».
Μείωση του ισοζυγίου αγαθών και υπηρεσιών και αύξηση του δείκτη κύκλου εργασιών στη βιομηχανία σημειώθηκε στο πρώτο δίμηνο του 2017, όπως αναφέρει η Eurobank στην ανάλυσή της «7 ημέρες οικονομία».
Σε όρους κινητού αθροίσματος 12 μηνών, δηλαδή της διαμορφωθείσας τάσης για το σύνολο του έτους, το Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών παρέμεινε σε αρνητικό έδαφος τον Φεβρουάριο 2017. Διαμορφώθηκε σε έλλειμμα -0,7 δισ. από πλεόνασμα 0,3 δισ. τον Φεβρουάριο 2016.
«Το έλλειμμα ή πλεόνασμα στο ΙΤΣ είναι ισοδύναμο με θετική ή αρνητική απόκλιση αντίστοιχα ανάμεσα στις επενδύσεις και τις εγχώριες αποταμιεύσεις. Αυτό το αποτέλεσμα προκύπτει από τις βασικές ταυτότητες των εθνικών λογαριασμών. Για παράδειγμα, όταν μια οικονομία παρουσιάζει έλλειμμα στο ΙΤΣ, δηλαδή δανείζεται από το εξωτερικό, τότε οι επενδύσεις που πραγματοποιεί υπερβαίνουν τις εγχώριες αποταμιεύσεις» εξηγεί.
Το στοιχείο αυτό δημιουργεί ένα όφελος για την οικονομία υπό την έννοια ότι της επιτρέπει να αυξήσει τις επενδύσεις σε επίπεδα υψηλότερα από τις εγχώριες αποταμιεύσεις.
Ωστόσο, σύμφωνα με την Eurobank, όταν οι ροές εξωτερικού δανεισμού γίνονται υπέρμετρα υψηλές – πάντα σε σχέση με το μέγεθος της οικονομίας, ήτοι ως ποσοστό του ΑΕΠ – και διατηρούνται για μεγάλο χρονικό διάστημα ( = συσσώρευση εξωτερικού χρέους) τότε ελλοχεύουν σημαντικοί κίνδυνοι για την εγχώρια οικονομική δραστηριότητα.
Μια πιθανή εξωτερική διαταραχή, για παράδειγμα υπό τη μορφή μιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, δύναται να πυροδοτήσει εκροή κεφαλαίων και ως εκ τούτου την αναγκαία προσαρμογή της οικονομίας σε ένα χαμηλότερο μονοπάτι μεγέθυνσης, αναφέρεται στην ανάλυση. Το μέγεθος, η ένταση και ο χρόνος προσαρμογής είναι συνάρτηση πολλών παραμέτρων. Η ελληνική «μεγάλη οικονομική ύφεση» (the Greek Great Depression) αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του προαναφερθέντος μηχανισμού. Το 2007 το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών ήταν στο -15,2% ως ποσοστό του ΑΕΠ. Την ίδια χρονιά ξέσπασε η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση.