Οικονομία & Αγορές
Παρασκευή, 07 Απριλίου 2017 14:43

Alpha Bank: Στο 1,5% «κατεβάζει» την πρόβλεψη για την ανάπτυξη του 2017

Καμπανάκι για την πορεία της αναπτυξιακής δυναμικής της Ελλάδας «χτυπάει» η Alpha Bank, στο εβδομαδιαίο δελτίο οικονομικών εξελίξεων, εκτιμώντας ότι ο ρυθμός μεγέθυνσης του ΑΕΠ θα προσεγγίσει το 1,5% υπό την προϋπόθεση μάλιστα, να εξαλειφθεί το κλίμα αβεβαιότητας εντός των επόμενων εβδομάδων.

Καμπανάκι για την πορεία της αναπτυξιακής δυναμικής της Ελλάδας «χτυπάει» η Alpha Bank, στο εβδομαδιαίο δελτίο οικονομικών εξελίξεων, εκτιμώντας ότι ο ρυθμός μεγέθυνσης του ΑΕΠ θα προσεγγίσει το 1,5% υπό την προϋπόθεση μάλιστα, να εξαλειφθεί το κλίμα αβεβαιότητας εντός των επόμενων εβδομάδων.

Σύμφωνα με την ανάλυση της τράπεζας, η οικονομική πορεία της χώρας είναι, πλέον, περισσότερο εύθραυστη, εξαιτίας των παρακάτω παραγόντων:

Πρώτον, οι τελευταίες ανακοινώσεις της ΕΛΣΤΑΤ για την πορεία της οικονομικής δραστηριότητας το τελευταίο τρίμηνο του 2016, συνεπάγονται ότι η στατιστική επίδραση βάσεως (carry-over effect) του ρυθμού μεγέθυνσης του 2016 επί του προσδοκώμενου ετήσιου ρυθμού το 2017 αναπροσαρμόζεται επί τα χείρω και καθίσταται αρνητική. Η στατιστική αυτή επίδραση αντανακλά το μέσο ετήσιο ρυθμό μεγέθυνσης που θα προέκυπτε την επόμενη χρονιά εάν το επίπεδο του ΑΕΠ που επετεύχθη το τελευταίο τρίμηνο του 2016 διατηρηθεί σταθερό μέσα στην τρέχον έτος.

Πρακτικά αυτό ισοδυναμεί με την ποσοστιαία διαφορά μεταξύ του επιπέδου του ΑΕΠ στο τέταρτο τρίμηνο και του μέσου επιπέδου του ιδίου έτους. Συνεπώς, όταν το επίπεδο του ΑΕΠ στο τέταρτο τρίμηνο του προηγούμενου έτους είναι χαμηλότερο από το μέσο επίπεδο, όπως συνέβη το 2016, τότε η στατιστική επίδραση βάσεως προς το επόμενο έτος είναι αρνητική. Υπολογίζεται δε, ότι η επίδραση αυτή είναι της τάξεως των -0,6 ποσοστιαίων μονάδων.

Δεύτερον, η ιδιωτική κατανάλωση, η οποία ήταν η μόνη συνιστώσα με θετική συμβολή το περασμένο έτος, φαίνεται ότι παρουσιάζει ενδείξεις κόπωσης, καθώς μία σειρά παραγόντων εμποδίζει μία ισχυρότερη άνοδο της καταναλωτικής δαπάνης, για τους εξής λόγους:

  • Η φορολογική επιβάρυνση που έχουν ήδη υποστεί τα νοικοκυριά και η θέσπιση νέων μέτρων δημοσιονομικού χαρακτήρα το 2017 προβλέπεται να περιορίσουν περαιτέρω το διαθέσιμο εισόδημά τους.
  • Επιπλέον της μείωσης του διαθέσιμου εισοδήματος, η κατανάλωση επηρεάζεται από το αρνητικό αποτέλεσμα πλούτου για τα νοικοκυριά (negative wealth effect). Η συρρίκνωση του πλούτου των νοικοκυριών, συνεχίζει την καθοδική της πορεία αποτρέποντας την ενίσχυση της καταναλωτικής δαπάνης.
  • Η πτώση των τιμών ενέργειας τα προηγούμενα έτη ενίσχυσε έμμεσα τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς καθώς συνετέλεσε στην μείωση των δαπανών των νοικοκυριών για πετρέλαιο θέρμανσης και κίνησης. Δεδομένου ότι τα χρόνια της κρίσης η μέση ροπή προς αποταμίευση ήταν αρνητική, οι πόροι που απελευθερώθηκαν από τη μείωση των δαπανών των νοικοκυριών για ενέργεια πιθανότατα διοχετεύθηκαν στην κατανάλωση. Ωστόσο το 2017, σύμφωνα με το ΔΝΤ και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αναμένεται αύξηση της τιμής του πετρελαίου σε μέσο επίπεδο έως και 19% για πρώτη φορά μετά από 4 έτη. Η αύξηση αυτή αναμένεται να ασκήσει πιέσεις τους προϋπολογισμούς των νοικοκυριών και κατ΄ επέκταση στην ιδιωτική κατανάλωση.
  • Ο λόγος της αποταμίευσης προς το διαθέσιμο εισόδημα (μέση ροπή προς αποταμίευση) διαμορφώθηκε 11,2% κατά μέσο όρο ετησίως την περίοδο 2009-2015 ακολουθώντας μάλιστα έντονα καθοδική τάση. Περιορίζεται συνεπώς, η δυνατότητα των νοικοκυριών να μειώσουν περαιτέρω τις αποταμιεύσεις τους προκειμένου να διατηρήσουν το επίπεδο της ευημερίας τους μέσω διατήρησης του καταναλωτικού τους προτύπου.
  • Η δυνατότητα των νοικοκυριών να προβούν σε τραπεζικό δανεισμό για την ενίσχυση της καταναλωτικής δαπάνης, όπως συνέβαινε πριν την κρίση, κρίνεται πλέον περιορισμένη καθώς η δανειακή επιβάρυνση των νοικοκυριών ως προς το διαθέσιμο εισόδημα είναι ήδη υψηλή.

Tρίτον, η επιδείνωση του δείκτη οικονομικού κλίματος στο πρώτο τρίμηνο του 2017. Συγκεκριμένα, ο δείκτης διαμορφώθηκε στις 93,8 μονάδες, έναντι 94,1 στο τέταρτο τρίμηνο του 2016. Οι επιχειρηματικές προσδοκίες στο λιανικό εμπόριο και τις υπηρεσίες κινήθηκαν πτωτικά, ενώ εξαίρεση αποτελεί η βελτίωση του δείκτη προσδοκιών στη βιομηχανία. Ωστόσο, η μεγαλύτερη υποχώρηση παρατηρήθηκε στον δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης που κατέρρευσε κατά 6,9 μονάδες στο πρώτο τρίμηνο του 2017, ενώ ειδικότερα τον Μάρτιο του 2017 ο δείκτης διαμορφώθηκε σε χαμηλό επίπεδο 3,5 ετών.

naftemporiki.gr