Σε ετοιμότητα βρίσκεται ο κρατικών συμφερόντων κινεζικός ναυτιλιακός όμιλος Cosco, ο οποίος ελέγχει το λιμάνι του Πειραιά, προκειμένου να επεκτείνει τη δραστηριοποίησή του στην Ελλάδα και πιο συγκεκριμένα δίπλα από τον ΟΛΠ στα ναυπηγεία του Σκαραμαγκά (ΕΝΑΕ) και της Ελευσίνας.
Από την έντυπη έκδοση
Του Αντώνη Τσιμπλάκη
[email protected]
Σε ετοιμότητα βρίσκεται ο κρατικών συμφερόντων κινεζικός ναυτιλιακός όμιλος Cosco, ο οποίος ελέγχει το λιμάνι του Πειραιά, προκειμένου να επεκτείνει τη δραστηριοποίησή του στην Ελλάδα και πιο συγκεκριμένα δίπλα από τον ΟΛΠ στα ναυπηγεία του Σκαραμαγκά (ΕΝΑΕ) και της Ελευσίνας.
Πηγές από την Cosco επιβεβαίωσαν στη «Ν» όσα είπε ο υφυπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης Στέργιος Πιτσιόρλας, ότι υπάρχει ενδιαφέρον από την πλευρά τους, καθώς και ότι έχουν γίνει συζητήσεις μεταξύ των δύο πλευρών. Ξεκαθάρισαν ωστόσο ότι είναι εξαιρετικά νωρίς ακόμα για την όποια κίνηση, αφού δεν τους έχει παρουσιαστεί κανένα συγκεκριμένο σχέδιο για την εκμετάλλευση των δύο μεγάλων ναυπηγικών μονάδων της χώρας, προκειμένου να μπορούν να εκφράσουν άποψη.
Πληροφορίες της «Ν» πάντως αναφέρουν ότι οι συζητήσεις για τα ναυπηγεία της Ελευσίνας χαρακτηρίζονται «προχωρημένες», αλλά το τοπίο είναι ακόμα θολό σε ό,τι αφορά τα ΕΝΑΕ.
Σε ερώτηση της «Ν», αν το επενδυτικό σχέδιο για τη ναυπηγοεπισκευή στο λιμάνι του ΟΛΠ εξαρτάται από τις εξελίξεις στα δύο ναυπηγεία, απάντησαν ότι θα υλοποιήσουν στο 100% το επενδυτικό πρόγραμμα για το οποίο έχουν δεσμευτεί. Αυτό ουσιαστικά σημαίνει ότι ο εκσυγχρονισμός των δικτύων και των εγκαταστάσεων αλλά και η τοποθέτηση μιας τουλάχιστον πλωτής δεξαμενής 80.000 τόνων θα γίνουν βάσει χρονοδιαγράμματος.
Ωστόσο, η αγορά της μεγάλης δεξαμενής των 300.000 τόνων ενδέχεται να εξαρτηθεί από τις εξελίξεις στα δύο μεγάλα ναυπηγεία. Σύμφωνα με τα όσα έχει αναφέρει ο κ. Πιτσιόρλας μέχρι στιγμής, αναμένεται να γίνουν διεθνείς διαγωνισμοί τόσο για τα ναυπηγεία Ελευσίνας και Νεωρίου όσο και για τη μεγάλη σταθερή πέμπτη δεξαμενή των ναυπηγείων Σκαραμαγκά, των 500.000 τόνων. Εκτιμάται ότι η συγκεκριμένη δεξαμενή μπορεί να είναι λειτουργική σε μια συνεργασία με τα ναυπηγεία Ελευσίνας, αφού ουσιαστικά οι δύο βιομηχανικές μονάδες βρίσκονται αντικριστά στον κόλπο της Ελευσίνας.
Το σχέδιο
Στον Σκαραμαγκά αναμένεται να βρεθεί, ίσως και μέσα στην εβδομάδα, ο υφυπουργός Ανάπτυξης Στέργιος Πιτσιόρλας προκειμένου να ενημερώσει το σύνολο των εργαζομένων για το κυβερνητικό σχέδιο διάσωσης των ναυπηγείων, διότι έχουν εκφραστεί φόβοι ότι οδεύει στη χρεοκοπία. Την προηγούμενη εβδομάδα ο υφυπουργός συναντήθηκε με το διοικητικό συμβούλιο του σωματείου εργαζομένων των ΕΝΑΕ «Η Τρίαινα» όπου είχε αναλύσει τον σχεδιασμό του. Σύμφωνα με το σχέδιο, στο ναυπηγείο θα εισέλθει ειδικός εκκαθαριστής, ο οποίoς θα αναλάβει να βγάλει σε πλειστηριασμό ορισμένα από τα assets του ναυπηγείου.
Σε δεύτερη φάση το ναυπηγείο θα χωριστεί σε δύο κομμάτια, όπως επιτάσσει και η απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ως αντιστάθμισμα για τις παράνομες επιδοτήσεις που δόθηκαν στα ΕΝΑΕ στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας από τις ελληνικές κυβερνήσεις. Το πρώτο θα είναι αποκλειστικά στρατιωτικό ναυπηγείο και θα περιλαμβάνει τη λεγόμενη τέταρτη σταθερή δεξαμενή και τους προβλήτες που την υποστηρίζουν. Αναμένεται να γίνει διεθνής διαγωνισμός στον οποίο θα μπορούν να συμμετέχουν αποκλειστικά όμιλοι από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Στο εμπορικό κομμάτι, που αποτελείται από την πέμπτη δεξαμενή (τη μεγαλύτερη δεξαμενή που υπάρχει στην Ανατολική Μεσόγειο), ο κ. Πιτσιόρλας ενέπλεξε και τα ναυπηγεία Ελευσίνας και Νεωρίου. Σύμφωνα με τα όσα ανέφεραν στη «Ν» εκπρόσωποι των εργαζομένων, ο υφυπουργός Ανάπτυξης τόνισε ότι γίνεται προσπάθεια ο όμιλος Νεώριον (ναυπηγεία Ελευσίνας και Σύρου) να δοθεί μαζί με την πέμπτη δεξαμενή σε ιδιώτη. Σε εκείνο το σημείο έκανε λόγο και για ενδιαφέρον της Cosco αλλά και Ελλήνων εφοπλιστών. Ωστόσο, ο υπουργός δεν είχε ξεκαθαρίσει αν είναι εφικτό -και κάτω από ποιες προϋποθέσεις- να απομακρυνθεί ο μεγαλομέτοχος των ναυπηγείων σήμερα, η Privinvest συμφερόντων Ισκαντάρ Σάφα. Σημειώνεται πάντως ότι σύμφωνα με δήλωση κύκλων της διοίκησης των ναυπηγείων προς τη «Ν», ο κ. Σάφα δεν έχει σκοπό να εγκαταλείψει τα ΕΝΑΕ.
Η Cosco
Σε ανύποπτο χρόνο, στέλεχος του κινεζικού ομίλου στην Ελλάδα είχε επισημάνει στη «Ν» ότι στο σχέδιο της Cosco για την Ελλάδα περιλαμβάνεται και η εξέλιξή της στο μεγαλύτερο επισκευαστικό κέντρο της Ανατολικής Μεσογείου, παίρνοντας τα ηνία από τη γειτονική Τουρκία. Είναι προφανές ότι για να υλοποιηθεί, έστω και μακροπρόθεσμα, αυτός ο σχεδιασμός δεν φτάνουν οι δύο νέες δεξαμενές που θέλει να εγκαταστήσει στο λιμάνι του Πειραιά ο κινεζικός όμιλος.
Το πρώτο βήμα που θέλουν να κάνουν στην Cosco είναι να ξαναφέρουν τα ελληνόκτητα πλοία για επισκευές στην Ελλάδα. Να είναι η χώρα μας, δηλαδή, η πρώτη επιλογή για τον ελληνικό στόλο που βρίσκεται στην περιοχή. Παράλληλα, σύμφωνα με τις πληροφορίες της «Ν», η Cosco σχεδιάζει να κάνει την Ελλάδα έδρα της κινεζικής ναυπηγικής βιομηχανίας στην Ευρώπη, κάτι που μέχρι σήμερα δεν υφίσταται. Τα πλοία κινεζικής κατασκευής τα οποία θα χρειάζονται είτε έλεγχο είτε επισκευές, καθώς θα πλέουν στη Μεσόγειο, αναμένεται να έχουν ως πρώτη τους επιλογή την Ελλάδα.
Νέες ευκαιρίες για αύξηση του όγκου εργασιών στη ναυπηγική βιομηχανία της χώρας αναμένεται να δώσουν και οι κανονισμοί του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού για το περιβάλλον. Μία από αυτές τις περιπτώσεις είναι και τα συστήματα επεξεργασίας θαλάσσιου έρματος, των οποίων η εγκατάσταση μπορεί εύκολα να γίνει εδώ. Τα μεγάλα ναυπηγεία της χώρας, εφόσον οργανωθούν και αφού γίνουν οι απαραίτητες επενδύσεις, θα έχουν τη δυνατότητα να διεκδικήσουν και ένα μεγάλο μερίδιο από τις νέες ναυπηγήσεις που θα γίνουν για πλοία double fuel (πετρέλαιο και LNG) ή LNG ready. Αυτό ισχύει τόσο για τα ακτοπλοϊκά όσο και για τα μικρά εμπορικά, τα λεγόμενα μεσογειακά πλοία.
Από την άλλη πλευρά διαφαίνεται ότι η περίπτωση του scrubber (καθαριστής εκπομπών αέριων ρύπων) δεν είναι ιδιαίτερα δημοφιλής, αφού οι ναυτιλιακές εταιρείες για τα παλαιότερα πλοία του στόλου τους δηλώνουν ότι θα προτιμήσουν να αγοράζουν πετρέλαιο με μειωμένο θείο, παρά να εγκαταστήσουν εξαιρετικά ακριβά μηχανήματα, τα οποία δεν έχουν ελεγχθεί, αν και αυτά με τη σειρά τους προκαλούν νέα περιβαλλοντική ρύπανση.