Σε δύο «πακέτα» σπάει, σύμφωνα με πληροφορίες, η δημοσιονομική προσαρμογή για την περίοδο μετά τη λήξη του 3ου μνημονίου. Τα δημοσιονομικά μέτρα που θα πρέπει να αποδώσουν μέσα στο 2019 θα διαμορφωθούν στο 1% του ΑΕΠ, δηλαδή περίπου στα δύο δισ. ευρώ, ενώ το δεύτερο πακέτο μέτρων, επίσης 1% του ΑΕΠ ή 2 δισ. ευρώ, θα ενεργοποιηθεί μέσα στο 2020.
Από την έντυπη έκδοση
Των Θάνου Τσίρου και Νίκου Μπέλλου
Σε δύο «πακέτα» σπάει, σύμφωνα με πληροφορίες, η δημοσιονομική προσαρμογή για την περίοδο μετά τη λήξη του 3ου μνημονίου. Τα δημοσιονομικά μέτρα που θα πρέπει να αποδώσουν μέσα στο 2019 θα διαμορφωθούν στο 1% του ΑΕΠ, δηλαδή περίπου στα δύο δισ. ευρώ, ενώ το δεύτερο πακέτο μέτρων, επίσης 1% του ΑΕΠ ή 2 δισ. ευρώ, θα ενεργοποιηθεί μέσα στο 2020.
Αντίστοιχα, βέβαια, σε δύο δόσεις θα «σπάσουν» και τα αντίμετρα, τα οποία θα ενεργοποιηθούν υπό την προϋπόθεση ότι θα επιτευχθεί ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος κατά το 2019 και κατά το 2020. Αρμόδιες κυβερνητικές πηγές με τις οποίες συνομίλησε η «Ν» δεν αποκαλύπτουν το περιεχόμενο των δύο επιμέρους «πακέτων». Θεωρείται πολύ πιθανό ότι η ελληνική διαπραγματευτική ομάδα και οι δανειστές έχουν καταλήξει σε έναν συμβιβασμό για σταδιακή μείωση και του αφορολόγητου και των συντάξεων. Δηλαδή, το αφορολόγητο να περιοριστεί τελικώς στα 5.910 ευρώ όχι αυτόματα από το 2019 αλλά μέχρι το 2020. Αντίστοιχα και η περικοπή της συνταξιοδοτικής δαπάνης θα γίνει η μισή το 2019 και η υπόλοιπη το 2020.
Το σπάσιμο της δημοσιονομικής προσαρμογής σε δύο δόσεις, εφόσον επιβεβαιωθεί, θα έχει τις ακόλουθες συνέπειες:
1. Οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι θα υποστούν μικρότερη μείωση αποδοχών μέσα στο 2019 λόγω της συρρίκνωσης του αφορολόγητου. Έτσι, οι ετήσιες απώλειες εισοδήματος για το 2019 θα είναι της τάξεως των 300 ευρώ (ή περίπου 25 ευρώ μηνιαίως δεδομένου ότι θα υπάρξει αύξηση της μηνιαίας παρακράτησης φόρου), ενώ επιπλέον 300 ευρώ θα χαθούν και το 2020. Επιβεβαίωση αυτού του σεναρίου θα σημαίνει και τη μείωση της φορολογικής έκπτωσης στα 1.600 ευρώ για το 2019 (από τα 1.900 ευρώ που θα είναι μέχρι και το 2018) και στα 1.300 ευρώ για το 2020.
2. Αντίστοιχα, σε δύο δόσεις θα γίνει και η περικοπή του εισοδήματος από συντάξεις, ώστε οι απώλειες να μη φανούν στο σύνολό τους μέσα στο 2019.
Προς το τέλος του 2018 θα αποφασιστεί αν θα συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή θετικών μέτρων της τάξεως του 1% του ΑΕΠ μέσα στο 2019, ενώ αντίστοιχη απόφαση θα ληφθεί προς το τέλος του 2019 για το τέλος του 2020. Το κριτήριο που θα κρίνει την ενεργοποίηση των θετικών μέτρων θα είναι η πρόβλεψη για την πορεία του πρωτογενούς πλεονάσματος μέσα στο 2019. Έτσι, αν στο τέλος του 2018 προβλεφθεί ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα κλείσει στο 3,5% του ΑΕΠ (χωρίς τα επιπλέον αρνητικά μέτρα του 1% του ΑΕΠ), τότε και τα θετικά μέτρα θα είναι 1% του ΑΕΠ. Αν κριθεί ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα είναι 3%, τότε θα ληφθούν τα αρνητικά μέτρα του 1% του ΑΕΠ και θετικά μέτρα 0,5% του ΑΕΠ. Αντίστοιχη διαδικασία θα επαναληφθεί και στο τέλος του 2019 για τον προϋπολογισμό του 2020.
Το χρονοδιάγραμμα
Πολύ κοντά στην επίλυση όλων των ζητημάτων της δεύτερης αξιολόγησης βρίσκονταν χθες το βράδυ οι θεσμοί και η κυβέρνηση, ενώ σημαντική θεωρείται η σημερινή συνεδρίαση της Ομάδας Εργασίας (ΕWG) του Εurogroup, όπου αν όλα πάνε καλά θα αποφασιστεί η επιστροφή των επικεφαλής των θεσμών τις αμέσως επόμενες μέρες.
Ενδεικτικό του ότι οι δύο πλευρές βρίσκονται πολύ κοντά στο κλείσιμο της αξιολόγησης είναι και το γεγονός ότι χθες η εκπρόσωπος της Κομισιόν μπορεί να μην επιβεβαίωσε τηλεγράφημα του Reuters που αναφερόταν σε «προκαταρκτική συμφωνία», ωστόσο απέφυγε επιμελώς να διαψεύσει την πληροφορία. Διαχρονικά τα θεσμικά όργανα όταν μια πληροφορία ή φήμη είναι ανυπόστατη τη διαψεύδουν ακαριαία.
Πηγή της Ευρωζώνης με πρόσβαση στη διαπραγμάτευση ανέφερε χθες ότι η πλευρά των δανειστών ανέμενε μια απάντηση της Αθήνας σε σχέση με το σκέλος των δημοσιονομικών μέτρων, που αφορούσε το συνταξιοδοτικό, προκειμένου να δρομολογήσει την επόμενη φάση της διαδικασίας, δηλαδή την επιστροφή των επικεφαλής των θεσμών στην Αθήνα.
Για τα υπόλοιπα θέματα, η ίδια πηγή υπογράμμιζε ότι έχουν σχεδόν συμφωνηθεί τόσο το εργασιακά όσο και το άνοιγμα της αγοράς ενέργειας, ωστόσο χωρίς να αναφερθεί σε λεπτομέρειες.
Εάν ξεπεραστούν μέχρι σήμερα το μεσημέρι οι τελευταίες εκκρεμότητες, και οι επικεφαλής των θεσμών επιβεβαιώσουν ότι η αξιολόγηση μπορεί να κλείσει, τότε το Εuro Working Group θα τους ζητήσει να επιστρέψουν στην Αθήνα. Η εκτίμηση στις Βρυξέλλες είναι ότι από τη στιγμή που θα γυρίσουν, χρειάζονται 2-3 ημέρες για να καταλήξουν σε μια οριστική συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο.
Με βάση το ενδεικτικό χρονοδιάγραμμα που έχουν ετοιμάσει οι θεσμοί, στη συνεδρίαση του Εurogroup, στη Βαλέτα της Μάλτας, στις 7 Απριλίου, θα ληφθεί μια κατ’ αρχήν απόφαση με την οποία θα επιβεβαιώνεται η συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο. Αυτό θα ανοίξει τον δρόμο για συζητήσεις μεταξύ των Ευρωπαίων και του ΔΝΤ για τη βιωσιμότητα του χρέους, στο περιθώριο της εαρινής υπουργικής συνόδου του διεθνούς οργανισμού (21-23 Απριλίου στην Ουάσιγκτον). Οι Ευρωπαίοι δεν πρόκειται να αποφασίσουν τώρα τα μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, αλλά το καλοκαίρι του 2018, με τη λήξη του ελληνικού προγράμματος, ωστόσο για να πείσουν το ΔΝΤ να συμμετάσχει στο πρόγραμμα είναι διατεθειμένοι να τα διευκρινίσουν περισσότερο.
Στο διάστημα που θα μεσολαβήσει μεταξύ του επόμενου Εurogroup της 7ης Απριλίου και του μεθεπόμενου της 22ας Μαΐου, θα καθοριστούν τα προαπαιτούμενα της αξιολόγησης, δηλαδή η νομοθέτηση των υποχρεώσεων, ώστε όλα να είναι έτοιμα για να ψηφιστούν. Στο Εurogroup του Μαΐου θα μπορούσε, εάν όλα εξελιχθούν ομαλά, να ληφθεί μια συνολική απόφαση, που θα αφορά πλέον την οριστικοποίηση της ολοκλήρωσης της αξιολόγησης, την αποδέσμευση της δόσης, η οποία μπορεί να φτάσει τα 10 δισ. ευρώ (μαζί με την πληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου), καθώς και τη δέσμευση της επικεφαλής του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ ότι θα προτείνει στο εκτελεστικό συμβούλιο του Ταμείου τη συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα.
Απομένει το θέμα της ένταξης της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, απόφαση που θα πρέπει να λάβει η ΕΚΤ, σε μια από τις επόμενες δύο συνεδριάσεις, δηλαδή στις 27 Απριλίου ή στις 8 Ιουνίου, με τη δεύτερη να φαίνεται πιο πιθανή. Η ΕΚΤ θα λάβει υπ’ όψιν τις δεσμεύσεις των Ευρωπαίων για τη βιωσιμότητα του χρέους στην έκθεση που θα ετοιμάσουν οι υπηρεσίες της.
«Είμαστε κοντά»
«Είμαστε κοντά σε συμφωνία τις επόμενες ημέρες, θα την έχουμε και θα τη μελετήσουμε» σημείωσε ο Πρόεδρος της Βουλής Νίκος Βούτσης, μιλώντας χθες το απόγευμα σε ημερίδα που διοργάνωσε η Ενωτική Κίνηση Ευρωπαϊκής Αριστεράς. Κατά τον κ. Βούτση, «η καθυστέρηση στο κλείσιμο της αξιολόγησης δεν οφείλεται στην Ελλάδα, αλλά στους εταίρους, ωστόσο έχει φτάσει η ωρίμανση να κλείσουμε τη συμφωνία. Όλα δείχνουν πως άμεσα θα έχουμε τη συμφωνία, που θα είναι κοινωνικά βιώσιμη και θα είναι διαχειρίσιμη. Τις επόμενες μέρες θα την έχουμε και θα τη μελετήσουμε».
Την ίδια ώρα στο Μέγαρο Μαξίμου διαρκείς είναι οι συσκέψεις μεταξύ του πρωθυπουργού και των μελών της διαπραγματευτικής ομάδας, με τις πληροφορίες να επιμένουν ότι «οι δύο πλευρές είναι πλέον πολύ κοντά στην ανακοίνωση προκαταρκτικής συμφωνίας».
«Κλειδώνει», παρά τις αντιδράσεις, το θέμα της ΔΕΗ
Τελειωμένη υπόθεση πρέπει να θεωρείται πλέον η ιδιωτικοποίηση μονάδων της ΔΕΗ. Σύμφωνα με το Reuters, στα ενεργειακά, δύο πηγές κοντά στις διαπραγματεύσεις δήλωσαν την Τετάρτη στο διεθνές πρακτορείο ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει συμφωνήσει να προχωρήσει στην πώληση ορισμένων εκ των βασικών λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ στο πλαίσιο της συμφωνίας.
Οι διαφορές μεταξύ της Αθήνας, της Ε.Ε. και του ΔΝΤ σχετικά με την κυριαρχία της ΔΕΗ στην ελληνική αγορά ήταν πηγή διαφωνίας που εμπόδιζε το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης, ανέφερε το πρακτορείο. Σύμφωνα με μία πηγή, η Ελλάδα θα πρέπει να πωλήσει έως και το 40% των λιγνιτικών μονάδων. Η κατ’ αρχήν συμφωνία, ανέφεραν οι πηγές, ενδέχεται να έχει κλείσει και πριν από το Eurogroup της 7ης Απριλίου.
Την ίδια ώρα συνεχίζεται η «επιχείρηση κατευνασμού» των εσωκυβερνητικών και εσωκομματικών αντιδράσεων που προκαλεί η πώληση μονάδων της ΔΕΗ από τους επιτελείς του Μεγάρου Μαξίμου και τον υπουργό ΠΕΝ Γιώργο Σταθάκη, ενώ οι συνδικαλιστές προγραμματίζουν κινητοποιήσεις για τις 7 Απριλίου και η αντιπολίτευση εξακολουθεί να ανεβάζει τους τόνους. Ο κ. Σταθάκης θα μεταβεί αύριο στην Κοζάνη σε μία ακόμα προσπάθεια να πείσει τους τοπικούς παράγοντες και την κοινωνία για την επερχόμενη συμφωνία στα ενεργειακά.
Όταν κλείσει θα το μάθετε...
Σταθερή στη στόχευσή της για μια «συνολική συμφωνία» παραμένει η κυβέρνηση, αξιωματούχος της οποίας κληθείς να σχολιάσει τις πληροφορίες του πρακτορείου Reuters, περί συμφωνίας στα εργασιακά και το συνταξιοδοτικό, περιορίσθηκε να δηλώσει: «Ουδέν σχόλιο. Όταν κλείσει η συμφωνία, θα το μάθετε επισήμως κι όχι από διαρροή». Νωρίτερα, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος είχε διαμηνύσει ότι «η κυβέρνηση δεν πρόκειται να νομοθετήσει εάν δεν υπάρξει πρώτα συνολική συμφωνία, η οποία θα περιλαμβάνει και το ζήτημα του χρέους» (Star Channel).
Αν και απέφυγε να αναφερθεί σε συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα, ο κ. Τζανακόπουλος απέδωσε σε Ευρωπαίους αξιωματούχους και το ΔΝΤ την εκτίμηση ότι ως την 7η Απριλίου θα έχει ολοκληρωθεί ο κύκλος των τεχνικών διαβουλεύσεων με μια προκαταρκτική συμφωνία, σημείωσε ότι «παραμένουν ακόμη ανοικτά ζητήματα» και τόνισε: «Έχουμε πει πάρα πολλές φορές ότι δεν έχει συμφωνηθεί τίποτα, εάν δεν συμφωνηθούν όλα». Όπως εξήγησε, για την κυβέρνηση η πορεία των πραγμάτων είναι: Τεχνική συμφωνία, στη συνέχεια διαπραγμάτευση για το μεσοπρόθεσμο, για το χρέος και για τους στόχους πρωτογενών πλεονασμάτων μετά το 2019 και στη συνέχεια η νομοθέτηση του κύριου όγκου των συμφωνηθέντων.
Δεν απέκλεισε, πάντως, «μεταξύ της τεχνικής συμφωνίας και της απόφασης για τη ρύθμιση του ελληνικού χρέους, για τη συγκεκριμενοποίηση των μέτρων, να νομοθετηθούν κάποια δευτερεύουσας σημασίας ζητήματα, τα οποία θα έχουν συμφωνηθεί με τους θεσμούς» και συμπλήρωσε: «Αυτό που προσπαθώ να πω είναι ότι ο κύριος όγκος των συμφωνηθέντων θα ψηφιστεί, εφόσον έχουμε στα χέρια μας τη συνολική συμφωνία».
Από την πλευρά του ο υπουργός Εσωτερικών Πάνος Σκουρλέτης προχώρησε ένα βήμα παραπάνω χθες στην κριτική του -μετά τα περί «κανιβαλισμού της ΔΕΗ»- χαρακτηρίζοντας στημένο τον διαγωνισμό για την ιδιωτικοποίηση μέρους των παραγωγικών μονάδων της ΔΕΗ. Όπως εξήγησε, ένας διαγωνισμός είναι στημένος όταν «σε αναγκάζουν να πουλάς σώνει και καλά μέχρι το τέλος Ιουλίου του 2018, είναι σαν να παίζεις χαρτιά και να σου έχουν πει εξαρχής ότι το πρωί θα έχεις χάσει τα μισά σου λεφτά».
Κατήγγειλε μάλιστα πως στελέχη των τεχνικών κλιμακίων των θεσμών θέλουν να κάνουν ρεσάλτο στη δημόσια περιουσία, κάνοντας λόγο για «βαποράκια συμφερόντων». «Δεν μπορώ να το αποδείξω αυτό, αλλά είναι πολιτική εκτίμηση» διευκρίνισε ο υπουργός, ενώ χαρακτήρισε ιδεοληψία και δογματισμό την πώληση της ΔΕΗ όσο - όσο, εκφράζοντας φόβους για ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Τα υδροηλεκτρικά, είπε, έχουν βγει έξω, αλλά με αυτά που έχουμε δει δεν αμφιβάλλω ότι μπορεί να ξαναμπούν... Στην πρώτη αξιολόγηση δεν είχε τεθεί θέμα, το είπαν και οι ίδιοι θεσμοί.
Οι συγκλίσεις και οι αποκλίσεις στην ατζέντα των εργασιακών
«Σιγή ασυρμάτου» τηρείται από τα στελέχη του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης για τα κρίσιμα ζητήματα της διαπραγμάτευσης με τους εκπροσώπους των θεσμών, καθώς στα επόμενα εικοσιτετράωρα θα κριθεί το συνολικό αποτέλεσμα για την τελική έκβαση των διαπραγματεύσεων στην καυτή ατζέντα των μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας και στο συνταξιοδοτικό, για το οποίο ζητείται περικοπή 1% του ΑΕΠ, πιθανότατα από το 2019. Ωστόσο, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες της «Ν», φαίνεται ότι το θολό τοπίο στα εργασιακά θέματα αρχίζει σιγά σιγά να ξεκαθαρίζει τουλάχιστον στους βασικούς άξονες του, καθώς οι νομικές - τεχνικές λεπτομέρειες που συζητούνται μεταξύ των δύο πλευρών θα καθορίσουν τόσο το ουσιαστικό περιεχόμενο των αλλαγών που πρόκειται να θεσμοθετηθούν όσο και τον χρονικό ορίζοντα εφαρμογής τους.
Παρά την ισχυρή εμμονή του ΔΝΤ να τεθεί θέμα θεσμοθέτησης του lock out (δικαίωμα ανταπεργίας του εργοδότη) στη χώρα μας, φαίνεται ότι για το ζήτημα αυτό, με την ενεργότερη συμμετοχή - συμβολή των εκπροσώπων των ευρωπαϊκών θεσμών, διαμορφώνεται ένα πλαίσιο διαβουλεύσεων θετικό για την ελληνική πλευρά. Δηλαδή διαφαίνεται πως οι εκπρόσωποι των θεσμών συγκλίνουν στην άποψη πως οι σχετικές διατάξεις για το συγκεκριμένο ζήτημα στην Ελλάδα έχουν καθιερώσει μία ισορροπία δυνάμεων μεταξύ εργοδοτών και συνδικάτων, καθώς οι κανόνες είναι αποδεκτοί και από τα δύο μέρη. Επίσης, αναγνωρίζεται ταυτόχρονα η δυνατότητα στον Έλληνα νομοθέτη να μπορεί να διευκρινίσει πως ο εργοδότης δικαιούται να μην πληρώσει τους μη απεργούς εργαζόμενους εφόσον δεν μπορούν να συνεχίσουν την εργασία τους, επειδή λαμβάνει χώρα απεργία στην επιχείρηση.
Σε χθεσινές δηλώσεις του ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος, αναφερόμενος στην ατζέντα των εργασιακών σχέσεων, είπε ότι οι διαβουλεύσεις θα συνεχιστούν τις επόμενες ημέρες σε τεχνικά ζητήματα.
Πρόκειται ωστόσο για μείζονα ζητήματα που αφορούν:
Συλλογικές διαπραγματεύσεις
1. Τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, για τις οποίες το πιο ισχυρό σενάριο θέλει την επαναφορά τους από το δεύτερο εξάμηνο του 2018. Παράλληλα μια σειρά από θέματα που αφορούν τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας παραμένουν ορθάνοιχτα. Τέτοια θέματα είναι η επεκτασιμότητα των κλαδικών συμβάσεων, η αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης, η χρονική διάρκεια της μετενέργειας καθώς και η χρονική διάρκεια των ίδιων των συμβάσεων.
Ομαδικές απολύσεις
2. Τον τρόπο με τον οποίο θα ενσωματωθεί στο ελληνικό δίκαιο η πρόσφατη απόφαση του ευρωπαϊκού δικαστηρίου για τις ομαδικές απολύσεις. Η ελληνική πλευρά έχει ως βασικό διαπραγματευτικό χαρτί την πρόσφατη απόφαση του ευρωδικαστηρίου, με την οποία το ΔΝΤ διαφωνεί και εξακολουθεί ταυτόχρονα να θέτει θέμα αύξησης του ορίου του ποσοστού των ομαδικών απολύσεων. Για το θέμα αυτό οι εκπρόσωποι των ευρωπαϊκών θεσμών εκτιμούν ότι οι ομαδικές απολύσεις θα πρέπει να ρυθμίζονται λαμβάνοντας υπόψη τη σημασία τους ως ενός χρήσιμου και λειτουργικού εργαλείου για την προσαρμογή των επιχειρήσεων σε περιόδους κρίσης. Στο επίκεντρο της συζήτησης και των νομικών κειμένων που θα τη συνοδεύσουν ως αποτέλεσμα βρίσκεται ακόμη και η εκδοχή της αντικατάστασης του σημερινού συστήματος ομαδικών απολύσεων από ένα άλλο σύστημα εκ των προτέρων έγκρισης του σχεδίου απολύσεων. Υπενθυμίζεται ότι σήμερα οι ομαδικές απολύσεις έχει συμφωνηθεί να βρίσκονται στην αρμοδιότητα του Ανώτατου Συμβουλίου Εργασίας. Όμως, αυτή η αρμοδιότητα αν και έχει συμφωνηθεί μεταξύ του υπουργείου Εργασίας και των κοινωνικών εταίρων δεν έχει γίνει κανόνας δικαίου.
Συνδικαλιστικός νόμος
3. Την αντιμετώπιση των αλλαγών στον συνδικαλιστικό νόμο 1264/1982. Υπενθυμίζεται ότι υπάρχει ήδη συμφωνία των κοινωνικών εταίρων από τον Ιούλιο του 2015 ότι ο ν. 1264/1982 πρέπει να εκσυγχρονιστεί, κυρίως ως προς την αντιμετώπιση πρακτικών κακής εφαρμογής του, χωρίς όμως να τίθεται σε αμφισβήτηση το δικαίωμα στην απεργία και στη συνταγματική προστασία συνδικαλιστικής δράσης.
Στο ζήτημα αυτό τα δύο επιμέρους θέματα που συζητούνται είναι ο περιορισμός των «προνομίων» των συνδικαλιστικών στελεχών σε σχέση με τις άδειες που λαμβάνουν, αλλά και η νομική προστασία που παρέχει ο 1264/1982 σε έναν σημαντικό αριθμό συνδικαλιστικών στελεχών. Το τρίτο ζήτημα που τίθεται σε μόνιμη βάση από το ΔΝΤ είναι η αλλαγή του τρόπου λήψης των αποφάσεων για απεργιακές κινητοποιήσεις, με την οποία αλλαγή διαφωνεί η ελληνική πλευρά.
Οι Γερμανοί για το χρέος
Η ιδέα εκτεταμένων μέτρων ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους -όπως το «πάγωμα» στα επιτόκια των δανείων έως το 2040- βρίσκει κατηγορηματικά αντίθετο το Βερολίνο, καθώς θεωρεί ότι μια τέτοια κίνηση θα ισοδυναμούσε με νέο πακέτο διάσωσης και θα μπορούσε να στοιχίσει στους δανειστές έως και 120 δισ. ευρώ, όπως επισημαίνει σχετικό δημοσίευμα της «Handelsblatt». Η εφημερίδα επισημαίνει ότι το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών και ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε τηρούν άκρως αμυντική στάση, ενώ «και η καγκελάριος Μέρκελ άφησε να εννοηθεί απέναντι στην Κριστίν Λαγκάρντ ότι μπορεί μεν να φανταστεί περαιτέρω παράταση του χρόνου αποπληρωμής των δανείων, αλλά όχι και πλαφόν στα επιτόκια».
Σε ράλι τα ομόλογα
Σε ξαφνικό ράλι επιδόθηκαν χθες οι τιμές των ελληνικών κρατικών ομολόγων, μετά τις φήμες για επίτευξη προκαταρκτικής συμφωνίας μεταξύ κυβέρνησης και δανειστών παρά το γεγονός ότι οι Βρυξέλλες δεν τις επιβεβαίωσαν. Η απόδοση του 10ετούς ελληνικού κρατικού ομολόγου υποχώρησε στο 6,8%, που αποτελεί το χαμηλότερο επίπεδο σε διάρκεια περίπου πέντε εβδομάδων. Η απόδοση του τίτλου με λήξη τον Ιούλιο του 2017 αποκλιμακώθηκε σημαντικά στο 7,3%, στο χαμηλότερο επίπεδο από τα τέλη Ιανουαρίου, ενώ η απόδοση του τίτλου με λήξη τον Απρίλιο του 2019 βρέθηκε στο 7,4%. Σημαντική αποκλιμάκωση γνώρισε και το spread του 10ετούς που διολίσθησε χθες κάτω από τις 650 μονάδες βάσης. Ο όγκος των συναλλαγών στην ΗΔΑΤ κινήθηκε στα 4 εκατ. ευρώ.