«Φρένο» στην αναδιάρθρωση επιχειρήσεων που είναι κρίσιμες για την ανάκαμψη της οικονομίας βάζουν τα νομικά κενά του πλαισίου διαχείρισης των NPLs. Εκτιμάται ότι μόνο η καθυστέρηση που καταγράφεται στη θέσπιση της νομικής προστασίας τραπεζικών στελεχών εμποδίζει τη ρύθμιση τουλάχιστον του 30% των δανείων που βαρύνουν τις μεγάλες επιχειρήσεις.
Από την έντυπη έκδοση
Της Άννας Δόγα
[email protected]
«Φρένο» στην αναδιάρθρωση επιχειρήσεων που είναι κρίσιμες για την ανάκαμψη της οικονομίας βάζουν τα νομικά κενά του πλαισίου διαχείρισης των NPLs. Εκτιμάται ότι μόνο η καθυστέρηση που καταγράφεται στη θέσπιση της νομικής προστασίας τραπεζικών στελεχών εμποδίζει τη ρύθμιση τουλάχιστον του 30% των δανείων που βαρύνουν τις μεγάλες επιχειρήσεις. Πρόκειται για εταιρείες που έχουν σημαντική θέση σε βασικούς κλάδους της οικονομίας και η αναγκαία αναδιάρθρωσή τους θα έχει πολλαπλασιαστικά οφέλη για την οικονομία.
Όπως τονίζουν στη «Ν» τραπεζικά στελέχη, χωρίς τη νομική κάλυψη των στελεχών που υπογράφουν αναδιαρθρώσεις δεν είναι δυνατή η επίλυση του γόρδιου δεσμού των «κόκκινων» δανείων και άρα, η επαναφορά της οικονομίας σε τροχιά ανάπτυξης.
Εάν συνεκτιμηθούν τα εμπόδια που προκαλούν η καθυστέρηση στον εξωδικαστικό συμβιβασμό, η καθυστέρηση στη νομοθέτηση των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών, με αποτέλεσμα να μένουν «ανενόχλητοι» οι στρατηγικοί κακοπληρωτές που οφείλουν στο σύστημα πάνω από 20 δισ. ευρώ, και η δυσκαμψία στη δευτερογενή αγορά δανείων, καταδεικνύεται η δυσκολία των τραπεζών να καλύψουν τους στόχους μείωσης των NPEs.
Ειδικά η νομική κάλυψη των στελεχών που αποφασίζουν αναδιαρθρώσεις δανείων και πιθανό «κούρεμα» οφειλών είναι κρίσιμη σε μεγάλα επιχειρηματικά ανοίγματα. Τραπεζίτες με γνώση της αγοράς εκτιμούν ότι στο κομμάτι των επιχειρήσεων με δανειακή έκθεση άνω των 25 εκατ. ευρώ -και συνολικά δάνεια της τάξης των 40 δισ. ευρώ- τουλάχιστον οι τρεις στις δέκα υποθέσεις «παγώνουν» ελλείψει της νομικής προστασίας, καθώς τα αρμόδια στελέχη είναι απρόθυμα να προχωρήσουν σε πρωτοβουλίες υπό τη δαμόκλειο σπάθη των εισαγγελέων.
Καθώς πρόκειται για τις μεγαλύτερες ελληνικές επιχειρήσεις με κεντρική θέση στους κλάδους τους, είναι εύλογη η σημασία να προχωρήσουν οι διαδικασίες αναδιάρθρωσης για τις βιώσιμες επιχειρήσεις, να γίνει δυνατή η προσέλκυση επενδυτών και να λειτουργήσουν αποτελεσματικά οι ίδιες οι επιχειρήσεις και οι οικείες αγορές.
Με χαρακτηριστικό παράδειγμα την περίπτωση της Μαρινόπουλος, όπου η διάσωσή της ήταν καίρια για δεκάδες άλλες επιχειρήσεις, η σημασία των αναδιαρθρώσεων αναδεικνύεται, την ίδια στιγμή που οι τραπεζίτες καλούνται ενώπιον των εισαγγελικών αρχών και σε αυτή και σε άλλες γνωστές περιπτώσεις.
Ο φόβος νομικών προβλημάτων, τα οποία εκκινούνται συχνά από επικοινωνιακή «αφετηρία», διατρέχει από το top management των τραπεζών έως τα μεσαία στελέχη που συμμετέχουν σε επιτροπές και έχει ως βάση συγκεκριμένες υποθέσεις που δίνουν το στίγμα και έχουν εγκλωβίσει σε μακροχρόνιες δικαστικές διαδικασίες τραπεζικά στελέχη, αλλά και μια περιρρέουσα ατμόσφαιρα τιμωρητικής διάθεσης.
Όπως διευκρινίζεται από τραπεζικές πηγές, η νομική προστασία αφορά την άσκηση των καθηκόντων στο πλαίσιο των κανόνων της τραπεζικής και όχι μια carte blanche που επιτρέπει την ατιμωρησία.
Μάλιστα, η μνημονιακή δέσμευση προβλέπει την επέκταση της ασυλίας και για τα στελέχη του Δημοσίου και των ασφαλιστικών ταμείων που θα εγκρίνουν «κουρέματα» οφειλών στο πλαίσιο του εξωδικαστικού συμβιβασμού.
Η νομοθετική ρύθμιση της νομικής προστασίας, όπως και ο εξωδικαστικός συμβιβασμός είναι μνημονιακές υποχρεώσεις, προαπαιτούμενα της δεύτερης αξιολόγησης και «παρασύρονται» από την ατέρμονη διαπραγμάτευση, ενώ θεσμοί και εποπτικές αρχές ζητούν την άμεση ψήφιση νομοσχεδίου για τους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς και τη βελτίωση του πτωχευτικού δικαίου, ώστε να επιταχυνθεί ο έλεγχος από τους πιστωτές βιώσιμων επιχειρήσεων που οι μέτοχοί τους δεν δύνανται ή δεν επιθυμούν να αναδιαρθρωθούν.
Οι τραπεζίτες ανησυχούν ότι αφήνεται να ενισχυθεί ένα περιβάλλον όπου μεγαλώνει ο ηθικός κίνδυνος σε βάρος των συνεπών δανειοληπτών και όσων είναι σε αδυναμία αλλά πρόθυμοι να αποπληρώσουν τις οφειλές τους, και εν τέλει της οικονομίας. Αντιστοίχως, το «φρένο» του τελευταίου διμήνου στη θετική πορεία διαχείρισης των NPLs του 2016 -και δημιουργία νέων επισφαλειών της τάξης των 1,5 με 2 δισ. ευρώ- βαίνει σε βάρος του τραπεζικού συστήματος, που αν δεν κατορθώσει να αντεπεξέλθει στο έργο της αντιμετώπισης των «κόκκινων» δανείων, θα χρειαστεί ανακεφαλαιοποίηση υπό το φάσμα των κανόνων του bail in.