Με αρνητικό πρόσημο κλείνει τελικώς το ΑΕΠ και για το 2016, καθώς η προς τα κάτω αναθεώρηση της πορείας της οικονομίας κατά το 4ο τρίμηνο της περσινής χρονιάς από την Ελληνική Στατιστική Αρχή οδήγησε σε αρνητική μεταβολή της τάξεως του 0,05% για ολόκληρη την περσινή χρονιά. Έτσι, σε μια κρίσιμη στιγμή για τη διαπραγμάτευση με στόχο την ολοκλήρωση της β’ αξιολόγησης, το οικονομικό επιτελείο χάνει ένα από τα βασικά επιχειρήματά του: την επιστροφή της ελληνικής οικονομίας σε ρυθμούς ανάπτυξης έστω και με το μικρό ποσοστό του 0,3% που είχε αποτυπωθεί στα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ του Φεβρουαρίου.
Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Με αρνητικό πρόσημο κλείνει τελικώς το ΑΕΠ και για το 2016, καθώς η προς τα κάτω αναθεώρηση της πορείας της οικονομίας κατά το 4ο τρίμηνο της περσινής χρονιάς από την Ελληνική Στατιστική Αρχή οδήγησε σε αρνητική μεταβολή της τάξεως του 0,05% για ολόκληρη την περσινή χρονιά. Έτσι, σε μια κρίσιμη στιγμή για τη διαπραγμάτευση με στόχο την ολοκλήρωση της β’ αξιολόγησης, το οικονομικό επιτελείο χάνει ένα από τα βασικά επιχειρήματά του: την επιστροφή της ελληνικής οικονομίας σε ρυθμούς ανάπτυξης έστω και με το μικρό ποσοστό του 0,3% που είχε αποτυπωθεί στα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ του Φεβρουαρίου.
Με βάση τα στοιχεία που ανακοίνωσε χθες η Ελληνική Στατιστική Αρχή, το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν σε όρους όγκου παρουσίασε μείωση κατά 1,1% σε σχέση με το 4ο τρίμηνο του 2015 έναντι της αύξησης κατά 0,3% που είχε ανακοινωθεί με την πρώτη εκτίμηση. Αντίστοιχα, το 4ο τρίμηνο παρουσιάστηκε μείωση κατά 1,2% σε σχέση με το 3ο τρίμηνο του 2016, έναντι της μείωσης 0,4% που είχε γίνει γνωστή στις 14 Φεβρουαρίου. Σε απόλυτους αριθμούς, το ΑΕΠ του 4ου τριμήνου διαμορφώθηκε στα 45,823 δισ. ευρώ κατά το διάστημα Οκτωβρίου-Δεκεμβρίου έναντι 46,341 δισ. ευρώ το 4ο τρίμηνο του 2015. Έτσι, η απώλεια φτάνει στα 518 εκατ. ευρώ κατά τη σύγκριση των δύο τριμήνων, ενώ το 4ο τρίμηνο του 2016 υπήρξε απώλεια πλούτου της τάξεως των 564 εκατ. ευρώ σε σχέση με την περίοδο Ιουλίου-Σεπτεμβρίου 2016. Όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση, οι διαφορές αυτές είναι αποτέλεσμα της ενσωμάτωσης στοιχείων που δεν ήταν διαθέσιμα κατά την πρώτη εκτίμηση. Τα στοιχεία αυτά είναι είτε μηνιαία, όπως στοιχεία ισοζυγίου πληρωμών μηνός Δεκεμβρίου, είτε τριμηνιαία (όπως ο δείκτης κύκλου εργασιών των κλάδων των υπηρεσιών και στοιχεία της έρευνας εργατικού δυναμικού).
Από τα αναλυτικά στοιχεία προκύπτει ότι η «ζημιά» στο ΑΕΠ του 4ου τριμήνου έγινε από τις επενδύσεις και όχι από την κατανάλωση των νοικοκυριών, όπως συνέβαινε συνήθως τα τελευταία χρόνια. Έτσι:
1. Ο ακαθάριστος σχηματισμός κεφαλαίου υποχώρησε κατά 30,7% κατά το 4ο τρίμηνο του 2016 σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2015. Ο συγκεκριμένος δείκτης περιλαμβάνει και τα αποθέματα. Αν απομονωθούν οι επενδύσεις (ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου), τότε η πτώση περιορίζεται. Πρόκειται πάντως για πολύ μεγάλη στροφή προς το χειρότερο, καθώς ο ακαθάριστος σχηματισμός πάγιου κεφαλαίου κινούνταν με θετικό πρόσημο 17,8% κατά το 2ο τρίμηνο του 2016 και με θετικό ρυθμό 12,6% κατά το 3ο τρίμηνο του 2016. Οι καθυστερήσεις τόσο στη διαπραγμάτευση όσο και στην προώθηση των μεγάλων επενδύσεων (π.χ., αεροδρόμια, Ελληνικό κ.λπ.) έχουν αποτυπωθεί πλέον και στο ΑΕΠ.
2. Το ισοζύγιο βοήθησε το ΑΕΠ, καθώς οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών του 4ου τριμήνου αυξήθηκαν κατά 5,7% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2015, ενώ οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών αυξήθηκαν με μικρότερο ποσοστό μόλις 3%.
3. Η καταναλωτική δαπάνη των φορέων της γενικής κυβέρνησης, επίσης επηρέασε αρνητικά το ΑΕΠ του 4ου τριμήνου καθώς η πτώση σε σχέση με την περίοδο Οκτωβρίου-Δεκεμβρίου έφτασε στο 2%. Παρά την πτώση των κρατικών φορέων, η τελική καταναλωτική δαπάνη κινήθηκε αυξητικά (σε ποσοστό 0,6%), καθώς καταγράφηκε αύξηση της κατανάλωσης των νοικοκυριών σε ποσοστό 1,1%. Η ποσοστιαία αύξηση ήταν αρκετά μικρότερη σε σχέση με την αντίστοιχη του 3ου τριμήνου, αυτό όμως ήταν εν πολλοίς αναμενόμενο καθώς το +6,1% του 3ου τριμήνου προήλθε από τη σύγκριση με το 1ο τρίμηνο εφαρμογής των περιορισμών στη διακίνηση κεφαλαίων (Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2015).
Για ολόκληρο το 2016, το ΑΕΠ σε όρους όγκου υπολογίζεται πλέον στα 184,317 δισ. ευρώ έναντι 184,416 δισ. ευρώ το 2015. Επομένως, η χρονιά είναι αρνητική, έστω και κατά το μικρό ποσοστό του 0,05%, το οποίο μεταφράζεται σε 99 εκατ. ευρώ.
Με την άνοδο της κατανάλωσης και τη μείωση των επενδύσεων κατά το 4ο τρίμηνο του 2016, η εξάρτηση του ΑΕΠ από την κατανάλωση των νοικοκυριών έφτασε και πάλι στο 70%, κάτι που σημαίνει ότι η ρητορική για αλλαγή του «μίγματος» με στροφή στις επενδύσεις και στην εξωστρέφεια δεν έχει αποδώσει ακόμη. Έτσι, ενώ το ΑΕΠ του 4ου τριμήνου ανήλθε στα 45,823 δισ. ευρώ σε απόλυτους αριθμούς, η κατανάλωση των νοικοκυριών κάλυψε τα 32,371 δισ. ευρώ, με αποτέλεσμα τα νοικοκυριά να καλύπτουν το 70% του ΑΕΠ. Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών ανήλθαν στα 14,532 δισ. ευρώ, αυξημένες και αυτές σε σχέση με τα 13,752 δισ. ευρώ του 4ου τριμήνου του 2015. Το ισοζύγιο ήταν αρνητικό κατά περίπου ένα δισ. ευρώ το τέταρτο τρίμηνο του 2016, καθώς οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών διαμορφώθηκαν στα 15,507 δισ. ευρώ. Πρόκειται για πολύ χειρότερη επίδοση σε σχέση με αυτή του τρίτου τριμήνου όπου το ισοζύγιο αγαθών και υπηρεσιών ήταν οριακά αρνητικό, καθώς οι εξαγωγές έφτασαν στα 14,739 δισ. ευρώ και οι εισαγωγές ανήλθαν στα 14,834 δισ. ευρώ.
Δυσφορία στην κυβέρνηση
Δυσφορία στην κυβέρνηση προκάλεσε η ανακοίνωση της ΕΛΣΤΑΤ για τους ρυθμούς ανάπτυξης της οικονομίας, καθώς συνέπεσε με τη συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου και τις δηλώσεις του πρωθυπουργού, για «στροφή της χώρας σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης».
Κυβερνητικοί παράγοντες, στο περιθώριο της συνεδρίασης του Υπουργικού Συμβουλίου, σημείωναν πως η κυβέρνηση «αναμένει τα στοιχεία του Απριλίου», ενώ επιχειρώντας να διασκεδάσουν τις εντυπώσεις αναφορικά με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ που δείχνουν ύφεση -αντί της πρόβλεψης για ανάκαμψη- στο δ’ τρίμηνο του 2016, επικαλούντο και τη δήλωση της εκπροσώπου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία παρατήρησε ότι τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ είναι τριμηνιαία και επομένως όχι τελικά. Οι ίδιοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι, αναφερόμενοι στις συζητήσεις με το κουαρτέτο, υποστήριζαν ότι βασικός στόχος για την ολοκλήρωση της τεχνικής συμφωνίας παραμένει το επόμενο Eurogroup της 20ης Μαρτίου. Κατ’ αυτούς, η συμφωνία πρέπει να είναι συνολική: Να κλείσει το Staff Level Agreement και στη συνέχεια οι συζητήσεις σχετικά με τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος.