Στην κόψη του ξυραφιού βρίσκονται οι διαπραγματεύσεις με τους επικεφαλής του κουαρτέτου, καθώς έξι ημέρες μετά την έναρξη του νέου γύρου επαφών, οι διαφωνίες κυρίως για τα μέτρα και τα αντίμετρα μετά το 2019 παραμένουν.
Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Στην κόψη του ξυραφιού βρίσκονται οι διαπραγματεύσεις με τους επικεφαλής του κουαρτέτου, καθώς έξι ημέρες μετά την έναρξη του νέου γύρου επαφών, οι διαφωνίες κυρίως για τα μέτρα και τα αντίμετρα μετά το 2019 παραμένουν.
Προγραμματισμένα ραντεβού υπάρχουν τουλάχιστον μέχρι και αύριο -σε επίπεδο τεχνικών κλιμακίων- ενώ όλοι οι εμπλεκόμενοι εκφράζουν την ελπίδα για παράταση των διαπραγματεύσεων τουλάχιστον μέχρι την Παρασκευή, σε μια προσπάθεια να βρεθεί κοινό έδαφος και να προχωρήσει η «τεχνική συμφωνία» (staff level agreement). Ενδεχόμενη αποχώρηση των τεχνικών κλιμακίων σε αυτή τη φάση χωρίς να υπάρξει συμφωνία -κάτι που πλέον μοιάζει πολύ πιθανό, καθώς η απόσταση που χωρίζει την ελληνική κυβέρνηση ειδικά με το ΔΝΤ είναι μεγάλη- θα σηματοδοτήσει νέες καθυστερήσεις και παράταση της αβεβαιότητας τουλάχιστον μέχρι τον Μάιο.
Από όλες τις πλευρές -ΣΕΒ, Τράπεζα της Ελλάδος, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τραπεζίτες, επιστημονική κοινότητα- διατυπώνονται σαφείς προειδοποιήσεις ότι οι νέες καθυστερήσεις δεν θα είναι χωρίς κόστος για την ελληνική οικονομία, κάτι που φάνηκε ξεκάθαρα και από τις επίσημες δηλώσεις που έγιναν στο πλαίσιο του 2ου Οικονομικού Forum στους Δελφούς. Ήδη έχει καταγραφεί σημαντική μείωση καταθέσεων το τελευταίο δίμηνο, αλλά και αντιστροφή του ρυθμού μείωσης των «κόκκινων» δανείων. Όσο για τα έσοδα, τον Φεβρουάριο κινήθηκαν μεν εντός στόχων -όπως αναφέρει στη «Ν» αρμόδια κυβερνητική πηγή- ωστόσο αυτό έγινε λόγω και της σημαντικής τόνωσης των εισπράξεων από τα κέρδη της Τράπεζας της Ελλάδος.
Με βάση τις πληροφορίες από το «μέτωπο» των διαπραγματεύσεων στο Hilton, δεν έχουν καμφθεί ακόμη οι βασικές διαφορές κυρίως με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, οι οποίες είναι:
1. Το ύψος του πρωτογενούς πλεονάσματος του 2016. O γενικός γραμματέας δημοσιονομικής πολιτικής Φραγκίσκος Κουτεντάκης δήλωσε χθες στους Δελφούς ότι «η περσινή χρονιά κλείνει για την Ελλάδα με το υψηλότερο πρωτογενές πλεόνασμα μεταξύ όλων των χωρών της Ε.Ε.». Πληροφορίες αναφέρουν ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει στείλει στους θεσμούς στοιχεία για πρωτογενές πλεόνασμα άνω του 3% του ΑΕΠ, ενώ και η ΤτΕ έχει αναθεωρήσει προς τα πάνω τις εκτιμήσεις της, από το 2% σε πάνω από 2,5%.
Το ΔΝΤ δεν έχει προχωρήσει ακόμη στη διόρθωση της αρχικής εκτίμησής του (σ.σ.: προσδιορίζει το πρωτογενές πλεόνασμα του 2016 στο 0,9%) ενώ είναι πιθανό να περιμένει τις επίσημες εκτιμήσεις της Eurostat και της ΕΛΣΤΑΤ στο τελευταίο 10ήμερο του Απριλίου. Πάντως, ανώτατος οικονομικός παράγοντας που ρωτήθηκε σχετικά από τη «Ν» αν αυτό αρκεί για να καθυστερήσει τις εν εξελίξει διαπραγματεύσεις, απάντησε πως «όχι», καθώς «μπορεί να κλείσει τώρα η συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο και να μείνει ανοικτό το ενδεχόμενο διορθώσεων σε δεύτερη φάση».
Η εκτέλεση του προϋπολογισμού συνδέεται και με την πρόβλεψη για την ύπαρξη δημοσιονομικού κενού για το 2018, αλλά και με τον «λογαριασμό» των μέτρων για μετά το 2019. Αρμόδια κυβερνητική πηγή έλεγε χθες ότι «δεν τίθεται πλέον θέμα δημοσιονομικού κενού της τάξης των 700 εκατ. ευρώ για το 2018, με τις απαιτήσεις των θεσμών να έχουν περιοριστεί σε πολύ χαμηλότερο επίπεδο, της τάξης των 200-300 εκατ. ευρώ οι οποίες και εξετάζονται σε επίπεδο τεχνικών κλιμακίων». Η ίδια πηγή διαψεύδει ότι οι θεσμοί και το ΔΝΤ έχουν θέσει επισήμως θέμα μείωσης του αφορολόγητου ή των συντάξεων από το 2018, κάτι βεβαίως που μένει να επιβεβαιωθεί στην πράξη.
Όσον αφορά τα μέτρα από το 2019 και μετά, όπως έχει αναφέρει η «Ν», οι διαπραγματεύσεις επικεντρώνονται στο να περιοριστεί ο συνολικός λογαριασμός των μέτρων από το 2% του ΑΕΠ στο 1,5%-1,8% προκειμένου να απαλλαγούν φορολογούμενοι και συνταξιούχοι από βάρη της τάξης των 400-900 εκατ. ευρώ.
2. Το περιεχόμενο των «αντίμετρων». Αυτή τη στιγμή τα «offset measures», όπως τα ονομάζουν οι θεσμοί, είναι και το μεγάλο «αγκάθι» στις διαπραγματεύσεις. Το ΔΝΤ φέρεται να επιμένει στην ανάγκη μείωσης των φορολογικών συντελεστών για τις επιχειρήσεις αλλά και για τα φυσικά πρόσωπα που δηλώνουν τα μεσαία και υψηλά εισοδήματα, με το επιχείρημα ότι θα τονωθεί η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.
Η ελληνική πλευρά θέλει τα αντίμετρα να ενισχύουν συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες οι οποίες θα πληγούν από τη μείωση του αφορολόγητου και των συντάξεων, ενώ ως «αναπτυξιακό μέτρο» βάζει στο τραπέζι και τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών αντί για τη μείωση φόρων των επιχειρήσεων.
Παράλληλα με τις διαπραγματεύσεις στο Hilton, από τις οποίες θα εξαρτηθεί αν θα υπάρξει «τεχνική συμφωνία» μέχρι τις 20 Μαρτίου, σε πλήρη εξέλιξη βρίσκονται οι διαβουλεύσεις και για τα υπόλοιπα στοιχεία της συμφωνίας, όπως η διευθέτηση του χρέους, τα πρωτογενή πλεονάσματα μετά το 2018 αλλά και η εκπλήρωση των προϋποθέσεων ώστε να ενταχθούν τα ελληνικά ομόλογα το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Τα δεδομένα σε αυτά τα μέτωπα της διαπραγμάτευσης, έχουν ως εξής:
1. Σύμφωνα με ανώτατο οικονομικό παράγοντα, δεν υπάρχει πλέον στο προσκήνιο η δεδομένη απόφαση του Eurogroup να μην υπάρξει καμιά περαιτέρω κίνηση στην κατεύθυνση διευθέτησης του ελληνικού χρέους μέχρι και το τέλος του 3ου μνημονίου, δηλαδή μέχρι το καλοκαίρι του 2018.
Ο ίδιος παράγοντας, ο οποίος έχει γνώση των όσων συζητούνται εντός και εκτός Ελλάδας, αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο το Eurogroup -υπό την προϋπόθεση βεβαίως ότι θα κλείσει η συμφωνία στην Αθήνα- να αναλάβει μια «νομική δέσμευση» ότι θα ληφθούν όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε η ετήσια δαπάνη για την εξυπηρέτηση του ελληνικού χρέους να μην υπερβαίνει το 15% του ΑΕΠ μέχρι το 2032.
Με βάση τα όσα υποστηρίζει ο ίδιος παράγοντας, αυτή η «νομική δέσμευση» θα μπορούσε να θεωρηθεί ως αρκετή από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για να συντάξει έκθεση βιωσιμότητας του χρέους και να ανοίξει τον δρόμο για την ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
2. Ανοικτό είναι και το ενδεχόμενο αλλαγής των δημοσιονομικών στόχων, αλλά για την περίοδο μετά το 2021. Κοινοτικές πηγές, πάντως, συνέδεαν την αλλαγή στους δημοσιονομικούς στόχους (π.χ. τη μείωση του στόχου του πρωτογενούς πλεονάσματος από το 3,5% που θα παραμείνει μέχρι το 2021 στο 3% ή και χαμηλότερα μετά το 2021) με την ανάληψη συγκεκριμένης δέσμευσης από την Ελλάδα για την άμεση προώθηση όλων των μεταρρυθμίσεων σε εργασιακά, άνοιγμα κλειστών επαγγελμάτων, ιδιωτικοποιήσεις, απελευθέρωση αγορών κ.λπ.
Ανώτατος οικονομικός παράγοντας εξηγούσε στο περιθώριο του 2ου Οικονομικού Forum των Δελφών ότι η Ελλάδα δεν «χάνει» τη συμμετοχή στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, καθώς οι αγορές ομολόγων γίνονται επί της καθαρής αξίας.
Αυτή τη στιγμή το ποσό που αντιστοιχεί στην Ελλάδα είναι περίπου 3-3,5 δισ. ευρώ, το οποίο φαντάζει μικρό αλλά είναι σημαντικό ως ποσοστό επί του συνόλου των ελληνικών ομολόγων που έχουν περιοριστεί σημαντικά λόγω του δανεισμού από τον επίσημο τομέα.
Οι συνέπειες, επομένως, από την καθυστέρηση των διαπραγματεύσεων δεν θα φανούν ενδεχομένως στην απώλεια του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης. Φαίνονται όμως σε άλλα επίπεδα, όπως η μείωση των καταθέσεων, η αύξηση των «κόκκινων» δανείων, η απώλεια των προϋποθέσεων για περαιτέρω χαλάρωση των capital controls, η πιθανότητα αύξησης του ELA αλλά και η απώλεια επενδύσεων, καθώς σύμφωνα με ανώτατο οικονομικό παράγοντα «υπάρχουν δεκάδες επενδυτές οι οποίοι περιμένουν την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων για να τοποθετηθούν στην Ελλάδα».
«Άσκηση» για το χρέος
Υπέρ της αλλαγής των δημοσιονομικών στόχων τάχθηκε ανοικτά ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, ο οποίος παρουσίασε στο πλαίσιο του 2ου Οικονομικού Forum στους Δελφούς μια «άσκηση» για τη διευθέτηση του χρέους η οποία εξασφαλίζει το ότι οι δαπάνες για τα τοκοχρεολύσια δεν θα ξεπερνούν το 15% του ΑΕΠ σε μεσοπρόθεσμη βάση.