Το πρόβλημα μιας χώρας που θα βρεθεί με ένα μη βιώσιμο χρέος δεν μπορεί να λυθεί με υπεραισιόδοξες προβλέψεις σχετικά με την πορεία του ΑΕΠ ή των πρωτογενών πλεονασμάτων ούτε με υπερβολικό «σφίξιμο του ζωναριού», αναφέρουν σε άρθρο τους τα στελέχη του ΔΝΤ Σον Χάγκαν, Μορίς Όμπστφελντ και Πολ Τόμσεν, ενώ τονίζουν ότι το Ταμείο δεν μπορεί να συνδράμει οικονομικά σε μια χώρα με μη βιώσιμο χρέος εκτός και αν «το πρόγραμμα της συγκεκριμένης χώρας περιλαμβάνει μέτρα για τη διευθέτηση του χρέους».
Τη μεθοδολογία, μέσω της οποίας το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο εξετάζει κατά πόσο ένα χρέος είναι βιώσιμο, εξηγούν σε άρθρο τους στο blog του ΔΝΤ τα στελέχη του Ταμείου Σον Χάγκαν, Μορίς Όμπστφελντ και Πολ Τόμσεν, ενώ αναφέρονται και στην περίπτωση της Ελλάδας σε ένα σημείο, αν και δεν λείπουν οι έμμεσες αναφορές.
Όπως τονίζεται στο άρθρο, το πρόβλημα μιας χώρας που θα βρεθεί με ένα μη βιώσιμο χρέος δεν μπορεί να λυθεί με υπεραισιόδοξες προβλέψεις σχετικά με την πορεία του ΑΕΠ ή των πρωτογενών πλεονασμάτων ούτε με υπερβολικό «σφίξιμο του ζωναριού»: «Οποιαδήποτε εκτίμηση σχετικά με τη βιωσιμότητα του χρέους, θα πρέπει να στηρίζεται σε ρεαστικές και όχι ηρωϊκές προβλέψεις» σημειώνεται χαρακτηριστικά.
Σε άλλο σημείο του άρθρου, αναφέρεται επίσης ότι το ΔΝΤ δεν μπορεί να συνδράμει οικονομικά σε μια χώρα με μη βιώσιμο χρέος εκτός και αν «το πρόγραμμα της συγκεκριμένης χώρας περιλαμβάνει μέτρα για τη διευθέτηση του χρέους». Στη μοναδική συγκεκριμένη αναφορά, στην Ελλάδα αναφέρεται ότι οι δανειστές της Ελλάδας έχουν επιλέξει ένα πλέγμα μέτρων το οποίο θα εξασφαλίσει τη διευθέτηση του χρέους μέσα από τη μείωση των επιτοκίων και την επιμήκυνση στη διάρκεια αποπληρωμής των δανείων.
Στο άρθρο σημειώνεται επίσης ότι στην Ουκρανία οι πιστωτές συμφώνησαν σε σημαντικό «κούρεμα» χρέους, προκειμένου αυτό να καταστεί βιώσιμο.
Σύμφωνα με τους οικονομολόγους του Ταμείου, η πρώτη από τις δύο βασικές μεθόδους για να διαπιστωθεί αν ένα χρέος είναι βιώσιμο, εξετάζει αν (μέχρι το τέλος του προγράμματος και εφόσον εξυπηρετείται το χρέος βάσει των αρχικών του όρων) οι δείκτες χρέους προς ΑΕΠ μίας χώρας είναι αρκετά χαμηλοί ή σε πτωτική πορεία, ευνοώντας ενδεχόμενη επιστροφή στις αγορές.
Η δεύτερη μέθοδος, η οποία θεωρείται σημαντική όταν το δάνειο μίας χώρας έχει μακρά περίοδο ωρίμανσης και χαμηλά επιτόκια, εξετάζει αν οι ετήσιες χρηματοδοτικές ανάγκες για την κάλυψη του κεφαλαίου και των τόκων του δανείου, μπορούν να ικανοποιηθούν από τις αγορές.
Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με τους οικονομολόγους του Ταμείου, είναι σημαντικό στις προβλέψεις για τις αποπληρωμές να καθορίζονται με ρεαλισμό τα επίπεδα των πρωτογενών πλεονασμάτων, προκειμένου να βελτιώνεται η βιωσιμότητα του χρέους με την πάροδο του χρόνου και να μην διαταράσσεται η οικονομία, τα φορολογικά έσοδα και οι δημοσιονομικοί στόχοι.
Παράλληλα, τα στελέχη του ΔΝΤ εξηγούν ότι, για να κριθεί η βιωσιμότητα ενός χρέους, λαμβάνονται υπ’ όψιν οι ιδιαίτερες συνθήκες κάθε χώρας, οι οικονομικές προβλέψεις και οι κίνδυνοι για την εφαρμογή ενός προγράμματος.