Την απόσυρση – κατάργηση του ΕΝΦΙΑ και την αντικατάστασή του από τον Φόρο Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας, περιλαμβάνει το πακέτο των αντίμετρων που επεξεργάζεται η κυβέρνηση για να περιορίσει τις αντιδράσεις, εντός και εκτός κόμματος, από το νέο πακέτο λιτότητας που θα φέρει η πολιτική συμφωνία με τους δανειστές.
Του Γιώργου Κούρου
[email protected]
Την απόσυρση – κατάργηση του ΕΝΦΙΑ και την αντικατάστασή του από τον Φόρο Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας (ΦΜΑΠ), περιλαμβάνει το πακέτο των αντίμετρων που επεξεργάζεται η κυβέρνηση για να περιορίσει τις αντιδράσεις, εντός και εκτός κόμματος, από το νέο πακέτο λιτότητας που θα φέρει η πολιτική συμφωνία με τους δανειστές.
Σύμφωνα με κορυφαία στελέχη του οικονομικού επιτελείου, ο νέος φόρος θα έχει πολλές κλίμακες και συντελεστές, ώστε να εξασφαλιστεί η προοδευτικότητά του, ενώ θα είναι χαμηλότερος 35% - 40% για τους μικροϊδιοκτήτες και όσους έχουν χαμηλά εισοδήματα.
Από την άλλη πλευρά, το βάρος θα μετατοπιστεί στους «έχοντες και κατέχοντες», αν και μένει να διευκρινιστεί από τις υπηρεσίες του υπουργείου Οικονομικών ποιοί θεωρούνται πλέον «έχοντες και κατέχοντες».
Το σίγουρο πάντως είναι ότι για να αποφευχθούν αδικίες η «εξίσωση» από την οποία θα προκύπτει ποιοί θα πρέπει να επιβαρυνθούν θα λαμβάνει υπ' όψιν συνδυαστικά τόσο την περιουσιακή κατάσταση του υπόχρεου όσο και ύψος των εισοδημάτων του.
Η κυβέρνηση εξετάζει ακόμη όπως όλα τα νέα επώδυνα μέτρα ληφθούν σταδιακά και όχι εφάπαξ. Το αφορολόγητο δηλαδή να μειωθεί σε δυο φάσεις, η πρώτη το 2018 και η δεύτερη το 2019, ενώ η κατάργηση της προσωπικής διαφοράς στις συντάξεις να γίνει σε δόσεις.
Όλα βέβαια θα αποσαφηνιστούν πλήρως με την έλευση των δανειστών στην Αθήνα την επόμενη εβδομάδα, αμέσως μετά την Καθαρά Δευτέρα, οπότε και θα φανεί αμέσως το περιθώριο ελιγμών που θα αφήσουν στην κυβέρνηση για να ισορροπήσει τον αρνητικό αντίκτυπο που θα έχουν σε κοινωνία και κόμμα τα νέα μέτρα λιτότητας. Μέτρα που μειώνουν ακόμη περισσότερο τα διαθέσιμα εισοδήματα και τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς, περιορίζουν περαιτέρω την κατανάλωση και οδηγούν στη μείωση των τζίρων ακόμη και των φορολογικών εσόδων, που είναι πλέον το μέγα ζητούμενο για την επίτευξη των πρωτογενών πλεονασμάτων.