Η επίθεση στους μικρομεσαίους με την αύξηση των φόρων και των ασφαλιστικών εισφορών αποδεικνύεται ο βασικός λόγος για την κατάρρευση της απασχόλησης.
Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Η επίθεση στους μικρομεσαίους με την αύξηση των φόρων και των ασφαλιστικών εισφορών αποδεικνύεται ο βασικός λόγος για την κατάρρευση της απασχόλησης. Στο διάστημα 2009-2015, ο αριθμός των απασχολούμενων μειώθηκε κατά 945.300 άτομα: από τα 4,556 εκατομμύρια στα 3,610 εκατομμύρια.
Από το σύνολο των 945 χιλιάδων χαμένων θέσεων εργασίας, οι 716 χιλιάδες -δηλαδή περίπου οι τρεις στις τέσσερις- χάθηκαν από τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που απασχολούσαν έως και 10 άτομα προσωπικό, ενώ 113 χιλιάδες (περίπου το 12%) εξαφανίστηκαν από τις εταιρείες που απασχολούσαν από 11 έως 19 άτομα.
Από τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής προκύπτει ότι, σε αντίθεση με τους μικρομεσαίους, οι μεγαλύτερες εταιρείες όχι μόνο δεν μείωσαν τον αριθμό του προσωπικού, αλλά, απεναντίας, δημιούργησαν και καινούργιες θέσεις απασχόλησης.
Ο αριθμός των απασχολουμένων στις επιχειρήσεις με περισσότερους από 50 εργαζομένους η καθεμία ήταν 476,6 χιλιάδες στο τέλος του 2009, για να αυξηθούν σε 504,4 χιλιάδες στο τέλος του 2015.
Πάντως, από τα στοιχεία προκύπτει ότι η μικρομεσαία δραστηριότητα εξακολουθεί να αποτελεί τη ραχοκοκαλιά της αγοράς εργασίας, καθώς το 70% των απασχολούμενων εξακολουθεί να εργάζεται σε εταιρείες που απασχολούν λιγότερα από 20 άτομα προσωπικό η καθεμία.
Το στοιχείο αυτό προκαλεί μεγάλη ανησυχία, καθώς έρχεται στην επιφάνεια σε μια περίοδο που οι μικρομεσαίοι καλούνται να ανταποκριθούν τόσο στα πρόσθετα φορολογικά βάρη (σ.σ.: ο φορολογικός συντελεστής αυξήθηκε από το 26% στο 29%, ενώ η προκαταβολή φόρου εκτοξεύτηκε στο 100%) όσο και στις νέες εισφορές, οι οποίες είναι ακόμη και υπερδιπλάσιες για όσες εταιρείες δηλώνουν κέρδη άνω των 20.000 ευρώ.
Τα στοιχεία που δημοσίευσε χθες η Ελληνική Στατιστική Αρχή για την εξέλιξη του εργατικού δυναμικού οδηγούν σε πολλά χρήσιμα συμπεράσματα για το τι πραγματικά συνέβη στην αγορά εργασίας στα χρόνια των τριών μνημονίων:
* Στο Δημόσιο, η απασχόληση μειώθηκε κατά 226 χιλιάδες άτομα κυρίως λόγω των αθρόων συνταξιοδοτήσεων (οι περισσότερες υπό την απειλή των αλλαγών στο ασφαλιστικό), αλλά και της μνημονιακής απαίτησης για εφαρμογή αυστηρών κανόνων του τύπου «μία πρόσληψη για κάθε πέντε αποχωρήσεις».
Έτσι, ο αριθμός των απασχολουμένων, από το ένα εκατομμύριο που ήταν στο τέλος του 2009, περιορίστηκε στα 774,8 χιλιάδες άτομα στο τέλος του 2015.
* Μείωση υπήρξε και στον αριθμό των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα. Χάθηκαν 719 χιλιάδες θέσεις απασχόλησης, με αποτέλεσμα να περιοριστούν, από τα 3,555 εκατομμύρια, στα 2,835 εκατομμύρια.
* Πιο ανθεκτικός αποδείχτηκε ο πρωτογενής τομέας, καθώς οι θέσεις απασχόλησης μειώθηκαν κατά 13% ή κατά 67,2 χιλιάδες θέσεις εργασίας (από τις 532,9 χιλιάδες στο τέλος του 2009, στις 465,7 χιλιάδες στο τέλος του 2015).
Η απόλυτη κατάρρευση επήλθε στον δευτερογενή τομέα: ενώ στο τέλος του 2009 απασχολούνταν 962,7 χιλιάδες εργαζόμενοι, στο τέλος του 2015 ο αριθμός τους είχε περιοριστεί κατά 423,3 χιλιάδες (ή κατά 44%) στις 539,4 χιλιάδες. Ο κατασκευαστικός κλάδος στέρησε από την οικονομία περισσότερες από 225 χιλιάδες θέσεις εργασίας.
Ουσιαστικά, στο διάστημα 2009-2015 χάθηκαν οι έξι στις 10 θέσεις στην οικοδομή και στις κατασκευές, καθώς ενώ πριν από τη μεγάλη ύφεση απασχολούνταν 370,7 χιλιάδες άνθρωποι, στο τέλος του 2015 είχαν απομείνει μόλις 145,2 χιλιάδες. Από τον τομέα της βιομηχανίας χάθηκε η μία στις τρεις θέσεις ή περίπου 197 χιλιάδες σε απόλυτο αριθμό. Στο τέλος του 2009 απασχολούνταν 592 χιλιάδες και στο τέλος του 2015 περίπου 394 χιλιάδες.
Τέλος, στον τριτογενή τομέα καταγράφηκε μείωση 15% στην απασχόληση. Στον τριτογενή τομέα, που κρατάει το μεγαλύτερο μερίδιο στην απασχόληση (σ.σ.: το συνολικό ποσοστό ξεπερνά το 72%), η απασχόληση μειώθηκε από τα 3,06 εκατομμύρια θέσεις εργασίας στα 2,6 εκατομμύρια. Από τις 454 χιλιάδες θέσεις που χάθηκαν, οι 222 χιλιάδες αφορούσαν τον κλάδο του εμπορίου, των ξενοδοχείων και της εστίασης, ενώ 47,6 χιλιάδες αφορούσαν τον τομέα των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών.
* Το 64% των χαμένων θέσεων απασχόλησης (περίπου 600 χιλιάδες θέσεις) στο διάστημα 2009-2015 αφορά μισθωτούς, ο αριθμός των οποίων μειώθηκε από τα 2,949 εκατομμύρια άτομα στα 2,348 εκατομμύρια. Ο αριθμός των αυτοαπασχολούμενων χωρίς προσωπικό περιορίστηκε κατά 128,6 χιλιάδες άτομα (από τα 376,9 χιλιάδες στα 248,4 χιλιάδες) ενώ οι αυτοαπασχολούμενοι με προσωπικό είναι πλέον 855,9 χιλιάδες έναντι 964 χιλιάδων πριν από τα μνημόνια.
Μείωση παρατηρείται και στον αριθμό των «βοηθών στην οικογενειακή επιχείρηση», η οποία αποδίδεται κατά κύριο λόγο στα χιλιάδες «λουκέτα». Ο αριθμός των βοηθών, από τις 266 χιλιάδες που ήταν προ κρίσης, έχει περιοριστεί στις 157,9 χιλιάδες.
* Μόνιμη θέση εργασίας κατέχουν 2,067 εκατομμύρια άτομα, αριθμός μειωμένος κατά 518,5 χιλιάδες σε σχέση με το 2009. Θέση προσωρινής απασχόλησης ή με σύμβαση ορισμένου χρόνου (είναι τα περίφημα «μπλοκάκια») κατέχουν με στοιχεία 2015 280,6 χιλιάδες άτομα, έναντι 362,5 χιλιάδων στο τέλος του 2009. Ο αριθμός των «μπλοκάκηδων» μειώθηκε κυρίως λόγω του Δημοσίου, καθώς με τα μνημόνια απαγορεύτηκαν οι μαζικές ανανεώσεις συμβάσεων. Στην έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ, στη μεγάλη τους πλειονότητα όσοι καλύπτουν μία προσωρινή θέση απασχόλησης δήλωσαν ότι δεν μπορούν να βρουν μόνιμη θέση.
* Η κρίση «κούρεψε» και τις διπλοαπασχολήσεις. Δύο ή περισσότερες δουλειές είχαν στο τέλος του 2009 περίπου 155 χιλιάδες άτομα, για να μειωθεί ο αριθμός τους στις 59,3 χιλιάδες στο τέλος του 2015.
343,2 χιλ. μερικώς εργαζόμενοι
Στην περίοδο 2009-2015, η ΕΛΣΤΑΤ κατέγραψε μεγάλη μείωση στον αριθμό των πλήρως απασχολούμενων και κατακόρυφη αύξηση στον αριθμό των μερικώς απασχολούμενων.
Το μερίδιο της μερικής απασχόλησης στο τέλος του 2009 ήταν μόλις 6,12%, καθώς ο αριθμός των εργαζομένων της κατηγορίας ήταν 278,9 χιλιάδες σε σύνολο 4,556 εκατομμυρίων απασχολουμένων.
Στο τέλος του 2015, οι μερικώς απασχολούμενοι είχαν αυξηθεί σε 343,2 χιλιάδες, με τον αριθμό των πλήρως απασχολούμενων να μειώνεται στα 3,61 εκατομμύρια άτομα και το μερίδιο να αυξάνεται στο 9,51%.