Μικρότερο έλλειμμα, παρουσίασε τον Δεκέμβριο του 2004, το ισοζύγιο των τρεχουσών συναλλαγών, κατά 263 εκατ. ευρώ, έναντι του αντίστοιχου που είχε παρουσιάσει τον Δεκέμβριο του 2003.
Σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), η εξέλιξη αυτή συνέβαλε ώστε για ολόκληρο το έτος 2004 το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών να εμφανίσει μεγάλη βελτίωση, καθώς μειώθηκε κατά 2.235 εκατ. ευρώ σε σύγκριση με το 2003 και διαμορφώθηκε σε 6.411 εκατ. ευρώ ή 3,9% του ΑΕΠ (έναντι 5,6% του ΑΕΠ το 2003).
Η βελτίωση οφείλεται κυρίως στη μεγάλη άνοδο του πλεονάσματος του ισοζυγίου των υπηρεσιών, δευτερευόντως στην αύξηση του πλεονάσματος του ισοζυγίου των μεταβιβάσεων και, τέλος, στη μικρή μείωση του ελλείμματος του ισοζυγίου των εισοδημάτων, οι οποίες υπεραντιστάθμισαν τη σημαντική διεύρυνση του εμπορικού ελλείμματος.
Το συνολικό εμπορικό έλλειμμα αυξήθηκε κατά 2.792 εκατ. ευρώ σε σύγκριση με το 2003. Ειδικότερα, η αύξηση της δαπάνης για εισαγωγές αγαθών εκτός καυσίμων κατά 3.629 εκατ. ευρώ ή 12,8% υπερκάλυψε την κατά 1.276 εκατ. ευρώ ή 13,0% άνοδο των αντίστοιχων εισπράξεων από εξαγωγές, ενώ παράλληλα οι καθαρές πληρωμές για εισαγωγές καυσίμων αυξήθηκαν κατά 439 εκατ. ευρώ.
Αντίθετα, ιδιαίτερα ευνοϊκή, όπως προαναφέρθηκε, ήταν η εξέλιξη του πλεονάσματος του ισοζυγίου των υπηρεσιών, το οποίο διευρύνθηκε κατά 3.961 εκατ. ευρώ ή 34,4%, κυρίως λόγω της πολύ μεγάλης αύξησης των καθαρών εισπράξεων από μεταφορικές υπηρεσίες, κυρίως ναυτιλιακές, κατά 2.933 εκατ. ευρώ ή 63,1%. Θετική υπήρξε και η συμβολή της ανόδου των καθαρών εισπράξεων από ταξιδιωτικές υπηρεσίες κατά 678 εκατ. ευρώ ή 9,2%. Επίσης, περιορίστηκε σημαντικά το έλλειμμα του ισοζυγίου των ''λοιπών'' υπηρεσιών (σε 149 εκατ. ευρώ, από 499 εκατ. ευρώ το 2003).
Επίσης, το πλεόνασμα του ισοζυγίου των μεταβιβάσεων αυξήθηκε κατά 927 εκατ. ευρώ το 2004 και διαμορφώθηκε σε 6.015 εκατ. ευρώ. Η εξέλιξη αυτή οφείλεται σχεδόν αποκλειστικά στη σημαντική αύξηση των εισπράξεων του τομέα της γενικής κυβέρνησης (κυρίως μεταβιβάσεων από την ΕΕ) κατά 1.169 εκατ. ευρώ ή 21,7%, ενώ οι πληρωμές της γενικής κυβέρνησης (κυρίως προς την ΕΕ) αυξήθηκαν κατά 117 εκατ. ευρώ και οι καθαρές εισπράξεις των "λοιπών" τομέων (κυρίως μεταναστευτικά εμβάσματα) μειώθηκαν κατά 125 εκατ. ευρώ.
Τέλος, μικρή βελτίωση εμφάνισε το έλλειμμα του ισοζυγίου των εισοδημάτων, το οποίο μειώθηκε κατά 140 εκατ. ευρώ ή 5,4% το 2004, καθώς περιορίστηκαν οι καθαρές πληρωμές για τόκους, μερίσματα και κέρδη.
Ισοζύγιο Χρηματοοικονομικών Συναλλαγών
Το έτος 2004 οι άμεσες επενδύσεις στην Ελλάδα από μη κατοίκους ανήλθαν σε 1.088 εκατ. ευρώ (έναντι 586 εκατ. ευρώ το 2003), ενώ οι άμεσες επενδύσεις στο εξωτερικό από κατοίκους έφθασαν τα 489 εκατ. ευρώ (έναντι 41 εκατ. ευρώ το 2003). Επισημαίνεται ότι, αν και κινείται σε σχετικά χαμηλά επίπεδα, η εισροή κεφαλαίων για άμεσες επενδύσεις στην Ελλάδα παρουσίασε περαιτέρω σημαντική ανάκαμψη το 2004, παρά τη φθίνουσα πορεία των ξένων άμεσων επενδύσεων διεθνώς. (Υπενθυμίζεται ότι οι σημαντικότερες άμεσες επενδύσεις στην Ελλάδα από μη κατοίκους στη διάρκεια του 2004 αφορούσαν την εξαγορά της PANAFON AEET από τη VODAFONE, η οποία πραγματοποιήθηκε εν μέρει το 2003 και ολοκληρώθηκε τον Ιανουάριο και το Φεβρουάριο του 2004, την εξαγορά της Γενικής Τράπεζας από τη Société Générale το Μάρτιο, την εξαγορά της DELTA SINGULAR OUTSOURCING SERVICES από την αμερικανική FIRST DATA τον Ιούλιο, την αύξηση της συμμετοχής της PANEUROPEAN OIL AND INDUSTRIAL HOLDINGS S.A. στο μετοχικό κεφάλαιο της Ελληνικά Πετρέλαια Α.Ε. τον Αύγουστο και την εξαγορά της Κωτσόβολος Α.Ε. από τη DIXONS το Σεπτέμβριο.)
Το 2004 σημειώθηκε σημαντική καθαρή εισροή ύψους 13.728 εκατ. ευρώ στην κατηγορία των επενδύσεων χαρτοφυλακίου, δεδομένου ότι η εκροή κεφαλαίων κατοίκων για τοποθετήσεις στο εξωτερικό (κυρίως σε ομόλογα, ύψους 10,3 δισεκ. ευρώ) υπεραντισταθμίστηκε από την εισροή κεφαλαίων μη κατοίκων για τοποθετήσεις στην Ελλάδα (κυρίως σε ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου, ύψους 21,6 δισεκ. ευρώ).
Τέλος, στην κατηγορία των “λοιπών” επενδύσεων η καθαρή εκροή κεφαλαίων ύψους 9.104 εκατ. ευρώ αντανακλά την αύξηση των απαιτήσεων των κατοίκων έναντι του εξωτερικού κατά 6.216 εκατ. ευρώ, καθώς και τη μείωση των υποχρεώσεων των κατοίκων έναντι μη κατοίκων κατά 2.888 εκατ. ευρώ. Η αύξηση των απαιτήσεων το 2004 οφείλεται αποκλειστικά στην αύξηση των τοποθετήσεων κατοίκων, κυρίως πιστωτικών ιδρυμάτων, σε καταθέσεις και repos (6,3 δισεκ. ευρώ), ενώ η μείωση των υποχρεώσεων ήταν αποτέλεσμα της εκροής κεφαλαίων για την αποπληρωμή δανείων (2,2 δισεκ. ευρώ, από τα οποία 1,0 δισεκ. ευρώ αφορούσε αποπληρωμή δανείων του τομέα της γενικής κυβέρνησης) και – σε μικρότερη έκταση – της μείωσης των καταθέσεων και των τοποθετήσεων σε repos από μη κατοίκους (κατά 0,7 δισεκ. ευρώ).
Τα συναλλαγματικά διαθέσιμα της χώρας διαμορφώθηκαν σε 2,0 δισεκ. ευρώ στο τέλος του 2004, έναντι 4,6 δισεκ. ευρώ στο τέλος του 2003. (Υπενθυμίζεται ότι, ήδη από τους πρώτους μήνες του 2003, η Τράπεζα της Ελλάδος άρχισε να διαφοροποιεί τη σύνθεση του χαρτοφυλακίου της, μειώνοντας τις τοποθετήσεις της σε νομίσματα χωρών εκτός της ζώνης του ευρώ, τα οποία περιλαμβάνονται στα συναλλαγματικά διαθέσιμα, και αυξάνοντας εκείνα τα στοιχεία του ενεργητικού της που έχουν υψηλότερες αποδόσεις ή είναι εκφρασμένα σε ευρώ -- κυρίως ομόλογα κρατών-μελών της ζώνης του ευρώ, τα οποία δεν περιλαμβάνονται στα συναλλαγματικά διαθέσιμα. Δεδομένου ότι έχει μειωθεί η ανάγκη για διατήρηση υψηλών αποθεμάτων σε ξένα νομίσματα, με τον τρόπο αυτό η Τράπεζα της Ελλάδος βελτιώνει την αποδοτικότητα των επενδύσεών της. Όπως έχει σημειωθεί επανειλημμένα, από την ένταξη της Ελλάδος στη ζώνη του ευρώ τον Ιανουάριο του 2001 τα συναλλαγματικά διαθέσιμα, σύμφωνα με τον ορισμό της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, περιλαμβάνουν μόνο το νομισματικό χρυσό, τη "συναλλαγματική θέση" στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, τα "ειδικά τραβηκτικά δικαιώματα" και τις απαιτήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος σε ξένο νόμισμα έναντι κατοίκων χωρών εκτός της ζώνης του ευρώ. Αντίθετα, δεν περιλαμβάνουν τις απαιτήσεις σε ευρώ έναντι κατοίκων χωρών εκτός της ζώνης του ευρώ, τις απαιτήσεις σε συνάλλαγμα και σε ευρώ έναντι κατοίκων χωρών της ζώνης του ευρώ, και τη συμμετοχή της Τράπεζας της Ελλάδος στο κεφάλαιο και στα συναλλαγματικά διαθέσιμα της ΕΚΤ.)
Σημείωση: Τα στατιστικά στοιχεία για το Ισοζύγιο Πληρωμών του μηνός Ιανουαρίου 2005 θα ανακοινωθούν στις 21 Μαρτίου 2005.