Οι επαφές μεταξύ των θεσμών και της ελληνικής κυβέρνησης συνεχίστηκαν και χθες, με ανταλλαγή προτάσεων, ωστόσο δεν σημειώθηκε η πρόοδος που απαιτείται προκειμένου να αποφασιστεί η επιστροφή των επικεφαλής στην Αθήνα για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης. Αυτό ανέφερε χθες κοινοτική πηγή στις Βρυξέλλες, προσθέτοντας ότι οι προσπάθειες συνεχίζονται με εντατικό ρυθμό, ώστε να έρθουν πιο κοντά οι θέσεις των δύο πλευρών μέσα στην εβδομάδα, δεδομένου ότι ο χρόνος πιέζει πλέον ασφυκτικά.
Από την έντυπη έκδοση
Του Νίκου Μπέλλου
[email protected]
Οι επαφές μεταξύ των θεσμών και της ελληνικής κυβέρνησης συνεχίστηκαν και χθες, με ανταλλαγή προτάσεων, ωστόσο δεν σημειώθηκε η πρόοδος που απαιτείται προκειμένου να αποφασιστεί η επιστροφή των επικεφαλής στην Αθήνα για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης. Αυτό ανέφερε χθες κοινοτική πηγή στις Βρυξέλλες, προσθέτοντας ότι οι προσπάθειες συνεχίζονται με εντατικό ρυθμό, ώστε να έρθουν πιο κοντά οι θέσεις των δύο πλευρών μέσα στην εβδομάδα, δεδομένου ότι ο χρόνος πιέζει πλέον ασφυκτικά.
Είναι προφανές ότι η επίτευξη συμφωνίας απαιτεί υποχωρήσεις από τις δύο πλευρές. Στη βελγική πρωτεύουσα θεωρούν πως είναι μονόδρομος για την ελληνική κυβέρνηση η νομοθέτηση προληπτικών δημοσιονομικών μέτρων, ενώ διαπραγματεύσιμο είναι το ποσό και φυσικά το «περιτύλιγμα», δηλαδή το πώς θα παρουσιαστούν. Από την άλλη, οι Ευρωπαίοι γνωρίζουν ότι θα πρέπει να κάνουν κάτι περισσότερο σε σχέση με τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για την ελάφρυνση του χρέους, ώστε να «διαβάζονται» καλύτερα και να μπορεί να τα λάβει υπόψη το ΔΝΤ στην τελική απόφαση που θα λάβει για τη συμμετοχή ή όχι στο πρόγραμμα.
Η ίδια κοινοτική πηγή ανέφερε ότι το τοπίο πρέπει να ξεκαθαρίσει πριν από τις 6 Φεβρουαρίου και τη συζήτηση που θα γίνει στο δ.σ. του ΔΝΤ για το ελληνικό ζήτημα, ώστε το Ταμείο να έχει μια ξεκάθαρη εικόνα προς τα πού πάμε.
Στις Βρυξέλλες και σε άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες υπάρχει δυσαρέσκεια για τη δημόσια ομολογία της κυβέρνησης ότι έχει υιοθετήσει μόνο το 1/3 των προαπαιτούμενων της δεύτερης αξιολόγησης, δεδομένου ότι -όπως τονίζουν- αυτό δημιουργεί αρνητικές εντυπώσεις σε επίπεδο κοινής γνώμης και γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης από λαϊκιστικά κόμματα, που τάσσονται υπέρ της εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη. Πάντως, η δυσαρέσκεια αυτή δεν επηρεάζει τις συζητήσεις μεταξύ των θεσμών και της ελληνικής κυβέρνησης για απεμπλοκή της δεύτερης αξιολόγησης, ούτε έχει δώσει σε αυτές μια τελεσιγραφική μορφή, διευκρίνιζε η ίδια πηγή.
Στο ελληνικό ζήτημα αναφέρθηκε χθες ενώπιον της Ευρωβουλής και ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ΕΜΣ) Κλάους Ρέγκλινγκ, υπογραμμίζοντας ότι συνεχίζονται με εντατικό ρυθμό οι προσπάθειες για την επίτευξη σύντομα μια συμφωνίας στο πλαίσιο της δεύτερης αξιολόγησης, στην οποία θα συμμετέχει και το ΔΝΤ. Ο αξιωματούχος της Ευρωζώνης ανέφερε επίσης ότι ο λόγος που οι εκταμιεύσεις προς την Ελλάδα είναι παγωμένες, οφείλεται στο γεγονός ότι δεν έχει εκπληρώσει όλες τις δεσμεύσεις της, κάτι που έχει γίνει και άλλες φορές στο παρελθόν, όπως είπε.
Μιλώντας σε μια κοινή συνάντηση ευρωβουλευτών και εθνικών βουλευτών από τα κράτη-μέλη, ο κ. Ρέγκλινγκ έκανε μια γενικότερη αναφορά σε σχέση με την Ελλάδα, την οποία χαρακτήρισε «ειδική περίπτωση», σε σύγκριση με άλλες χώρες που εφάρμοσαν μνημόνια. «Η Ελλάδα είχε κάνει πολύ καλή πρόοδο το 2014, όταν η οικονομία της επέστρεψε στην ανάπτυξη και απέκτησε πάλι πρόσβαση στην αγορά ομολόγων» είπε, ενώ μετά την κρίση των πρώτων μηνών του 2015 η χώρα άρχισε από τον Αύγουστο του ίδιου έτους να σημειώνει πρόοδο στο πλαίσιο του τρίτου προγράμματος, από το οποίο έχει εκταμιεύσει περίπου 32 δισ. ευρώ.
Σε σχέση με το δημόσιο χρέος, είπε ότι ο ΕΜΣ άρχισε να εφαρμόζει τα βραχυπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης και αυτό είναι μία ακόμη ένδειξη της αλληλεγγύης των χωρών της Ευρωζώνης, ενώ πρόσθεσε ότι οι ευνοϊκές συνθήκες δανειοδότησης οδηγούν σε μια ετήσια εξοικονόμηση για την Ελλάδα της τάξης των 8 δισ. ευρώ ετησίως ή 4,5% του ΑΕΠ.
Στη ίδια συνάντηση μίλησε και ο προεδρεύων της Ε.Ε., ο υπουργός Οικονομικών της Μάλτας Έντουαρντ Σικλούνα, ο οποίος -αναφερόμενος στην Ελλάδα- κάλεσε «να αποφεύγουμε τη δραματοποίηση της κατάστασης», ενώ στάθηκε και στην αλληλεγγύη των άλλων χωρών της Ευρωζώνης, τονίζοντας ότι «ορισμένες απ’ αυτές δανείστηκαν με υψηλότερα επιτόκια απ’ αυτά που δάνεισαν την Ελλάδα».
Ο προεδρεύων της Ε.Ε. είπε ακόμη ότι είναι ευχάριστα έκπληκτος με τη δημοσιονομική υπεραπόδοση της οικονομίας, ενώ η βελτίωση αυτή -όπως σημείωσε- δεν έχει γίνει αισθητή ακόμη από τον πληθυσμό, αλλά πρόκειται για ένα σημάδι ότι τα προγράμματα με όλα τους τα μειονεκτήματα αρχίζουν να αποδίδουν. Ο κ. Σικλούνα τόνισε την ανάγκη ιδιοκτησίας του προγράμματος από την κυβέρνηση και τους πολίτες, επισημαίνοντας ότι στις χώρες που έγινε αυτό τα προγράμματα ολοκληρώθηκαν με επιτυχία.
Δευτερολογώντας ο κ. Ρέγκλινγκ συμφώνησε με τις επισημάνεις του Μαλτέζου υπουργού, προσθέτοντας ότι όλες οι χώρες που χρειάστηκε να μπουν σε προγράμματα είχαν μειωμένη ανταγωνιστικότητα και είχαν τις μεγαλύτερες μισθολογικές αυξήσεις την πρώτη δεκαετία του ευρώ. Στο πλαίσιο αυτό ανέφερε ότι η Ελλάδα είχε 50% αύξηση μισθών πάνω από την παραγωγικότητα και κατέγραφε τεράστια ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών. Εκτίμησε δε πως αν το τρίτο πρόγραμμα ολοκληρωθεί επιτυχώς, η Ελλάδα δεν πρόκειται να χρειαστεί τέταρτο μνημόνιο.