Μέχρι τις 20 Φεβρουαρίου και το επόμενο Eurogroup θα κριθεί τελικά η τύχη της δεύτερης αξιολόγησης και εν πολλοίς η τύχη της χώρας, μετά και τη χθεσινή αδυναμία στο Eurogroup να βρεθεί μία λύση που θα επιτρέψει την επανεκκίνηση των διαπραγματεύσεων.
Του Δημήτρη Χατζηνικόλα
Μέχρι τις 20 Φεβρουαρίου και το επόμενο Eurogroup θα κριθεί τελικά η τύχη της δεύτερης αξιολόγησης και εν πολλοίς η τύχη της χώρας, μετά και τη χθεσινή αδυναμία στο Eurogroup να βρεθεί μία λύση που θα επιτρέψει την επανεκκίνηση των διαπραγματεύσεων.
Επί της ουσίας από το πρωί χθες οι κ. Τσακαλώτος και Χουλιαράκης βρέθηκαν αντιμέτωποι με το ερώτημα αν η Αθήνα προτίθεται να νομοθετήσει τα μέτρα που ζητά το ΔΝΤ τώρα για μετά το τέλος του προγράμματος.
Η απάντηση της Αθήνας ήταν αρνητική, κάτι που κατέστησε σαφές και δημόσια ο ΥΠΟΙΚ Ευκλείδης Τσακαλώτος αμέσως μετά το πέρας της συνεδρίασης. «Δεν είναι δυνατόν να ζητάς να νομοθετήσει μια χώρα για το τι θα κάνει το 2019 και μετά. Με τον τρόπο αυτό παραγκωνίζονται οι ευρωπαϊκές δημοκρατικές αξίες» ανέφερε ο υπουργός Οικονομικών.
Την ίδια ώρα ο επικεφαλής του Eurogroup Γερούν Ντέισελμπλουμ, στη συνέντευξη Τύπου που ακολούθησε επιβεβαίωσε ότι η αγορά εργασίας, το φορολογικό και το ασφαλιστικό σύστημα είναι μέσα στα προαπαιτούμενα της συμφωνίας, μιλώντας μάλιστα με τα καλύτερα λόγια για τον ρόλο του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα και χαρακτηρίζοντας την παραμονή του στο πρόγραμμα μη διαπραγματεύσιμη.
Ένα τόνο πιο κάτω κινήθηκε ο Επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων της Ε.Ε. Πιερ Μοσκοβισί, ο οποίος υπογράμμισε την ανάγκη επίτευξης μιας καθολικής συμφωνίας πάνω στα εκκρεμή ζητήματα (μεταρρυθμίσεις και δημοσιονομικά), τονίζοντας πως απαιτείται η δημιουργία ενός μηχανισμού που να διασφαλίζει και τις δύο πλευρές, καθώς και τους στόχους του προγράμματος.
Η κυβέρνηση πάντως δεν εκλαμβάνει τη χθεσινή βολιδοσκόπηση των δανειστών ως οργανωμένο μπλοκ εναντίον της, σημειώνοντας ότι ο Γάλλος ΥΠΟΙΚ Μ. Σαπέν τάχθηκε κατά της νομοθέτησης νέων μέτρων από τώρα και πως όλοι ανεξαιρέτως αναγνώρισαν την εξαιρετική πορεία των εσόδων το 2016, γεγονός που κατά την κυβέρνηση δείχνει και ότι δεν απαιτείται η λήψη νέων μέτρων από τώρα, εκτός της νομοθέτησης του μηχανισμού αυξημένων εγγυήσεων (κόφτης).