Οικονομία & Αγορές
Δευτέρα, 23 Ιανουαρίου 2017 08:07

«Τρίζει» το αφορολόγητο όριο

Νέα αναστάτωση προκλήθηκε χθες σχετικά με το ενδεχόμενο κουρέματος του αφορολόγητου. Ο υπουργός Οικονομίας Δημήτρης Παπαδημητρίου, από τα Τρίκαλα όπου παραβρέθηκε σε εκδήλωση, έθεσε με δηλώσεις του θέμα μείωσης του αφορολόγητου στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης για τη β' αξιολόγηση.

Από την έντυπη έκδοση 

Του Γιώργου Κούρου 
[email protected]

Νέα αναστάτωση προκλήθηκε χθες σχετικά με το ενδεχόμενο κουρέματος του αφορολόγητου. Ο υπουργός Οικονομίας Δημήτρης Παπαδημητρίου, από τα Τρίκαλα όπου παραβρέθηκε σε εκδήλωση, έθεσε με δηλώσεις του θέμα μείωσης του αφορολόγητου στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης για τη β' αξιολόγηση.

Η τοποθέτηση αυτή του υπουργού ήταν σαφώς σε ευθεία αντίθεση με αυτές του υπουργού Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτου, γεγονός το οποίο προκάλεσε ενδοκυβερνητικές αντιδράσεις. Συνεπεία αυτών, ο κ. Παπαδημητρίου λίγες ώρες αργότερα αναγκάστηκε να ανασκευάσει τις επίμαχες δηλώσεις του λέγοντας ότι «δεν υπάρχει καμία απόφαση της κυβέρνησης, ούτε είναι στις προθέσεις της, για μείωση του αφορολόγητου. Η διαπραγμάτευση για τους δημοσιονομικούς στόχους της επόμενης περιόδου, μετά το 2018, συνεχίζεται και η κυβέρνηση δεν αποδέχεται την ψήφιση οιουδήποτε μέτρο μετά το 2018».

Είναι εξάλλου χαρακτηριστικό ότι ο Ευκλείδης Τσακαλώτος επανέλαβε κατηγορηματικά, σε συνέντευξή του στο «Έθνος της Κυριακής», ότι «η ελληνική κυβέρνηση έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν πρόκειται να νομοθετήσει μέτρα για το 2019 και μετά… Όμως όπως έχω επίσης δημοσίως και επανειλημμένως πει, θεωρώ ότι αυτές οι κατηγορίες μέτρων είναι απίθανο να χρειαστούν».

Στο πλαίσιο αυτό εξάλλου και ο Ευκλείδης Τσακαλώτος διαβεβαιώνει σε όλους τους τόνους ότι ετοιμάζει επιστολή-πακέτο προς το Eurogroup, με δέσμευση για νέα μέτρα μετά το 2018, τα οποία ωστόσο η κυβέρνηση θεωρεί ότι ναι μεν θα περιγραφούν, αλλά δεν θα ψηφιστούν και ουδέποτε θα εφαρμοστούν, χάρη στην καλή πορεία της οικονομίας έως τότε.

Η πρώτη μάχη

Η πρώτη μάχη πάντως του οικονομικού επιτελείου δίνεται σήμερα, στη σύνοδο του ESM, η οποία επισήμως αφορά την «ενεργοποίηση» των βραχυπρόθεσμών παρεμβάσεων στο χρέος, επί της ουσίας όμως στη συνάντηση θα διαφανούν οι προθέσεις των δανειστών.

Ανάλογα με την έκβασή της θα διαμορφωθεί η τελική θέση της κυβέρνησης προς τους θεσμούς το αργότερο έως την Τετάρτη, αλλά και οι πιθανότητες επιτυχίας στην επόμενη σκληρή αναμέτρηση της Πέμπτης, οπότε και συνεδριάζει το Eurogroup, με πρώτο θέμα και πάλι τη χώρα μας, με την ελπίδα να καταγραφεί πρόοδος που θα ανοίξει τον δρόμο για επανεκκίνηση των συζητήσεων μεταξύ των εμπλεκόμενων μερών.

Και μπορεί η κυβέρνηση να ετοιμάζεται για μια ακόμη δύσκολη αναμέτρηση, όμως είναι δεδομένο πλέον ότι οι δανειστές, στο επικείμενο και καθοριστικό Eurogroup, από το οποίο εξαρτάται εν πολλοίς και η τύχη της δεύτερης αξιολόγησης, στρώνουν «χαλί» για ένα νέο επώδυνο συμβιβασμό, με σκληρά μέτρα λιτότητας για μετά το 2018.

Μια σκληρή συμφωνία

Οι Ευρωπαίοι εξάλλου, πρωτοστατούντος του Γερμανού υπουργού Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και συνεπικουρούμενοι πλέον από το ΔΝΤ, το οποίο μέσω της Κριστίν Λαγκάρντ ξεκαθάρισε ότι παραμένει πλήρως ενεργό στο πρόγραμμα, επιμένουν σε μια σκληρή συμφωνία αυξάνοντας τον «λογαριασμό».

Σε κάθε περίπτωση, η κυβέρνηση, η οποία επείγεται να κλείσει η αξιολόγηση, δεδομένου ότι τα ταμειακά διαθέσιμα επαρκούν μέχρι τον Μάιο και σίγουρα πριν αρχίσουν οι εκλογικές αναμετρήσεις σε Γαλλία και Ολλανδία, αλλά και για να προλάβει το «τρένο» της ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ το αργότερο έως τον Μάρτιο, φέρεται πλέον αποφασισμένη να προχωρήσει στην επέκταση και διεύρυνση του δημοσιονομικού «κόφτη» μετά το 2018, με αναφορά στα επικείμενα μέτρα, τα οποία όμως δεν θα ψηφιστούν στην παρούσα φάση παρά μόνο εάν και όταν χρειαστεί, δηλαδή εφόσον υπάρξουν αποκλίσεις από τους στόχους των πρωτογενών πλεονασμάτων.

Στο πλαίσιο αυτό, ο νέος «κόφτης» θα προσδιορίζει με ακρίβεια περικοπές συντάξεων, με πιθανότερο σενάριο την κατάργηση της προσωπικής διαφοράς, που φέρνει μειώσεις έως και 30% στις συντάξεις, αλλά και τη μείωση του αφορολόγητου αν όχι στο επίπεδο των 3.500 ευρώ που επιθυμεί το ΔΝΤ, σίγουρα στο όριο των 6.000 - 7.000 ευρώ, από τα 8.636 ευρώ που περικόπηκε τον περασμένο Μάιο.

Μια μείωση που μένει να αποσαφηνιστεί σε ποιο όριο θα «φρενάρει», καθώς βρίσκεται ήδη στο επίκεντρο των συζητήσεων, σύμφωνα και με τις χθεσινές δηλώσεις του υπουργού Οικονομίας Δημήτρη Παπαδημητρίου και παρά τις περί του αντιθέτου δηλώσεις άλλων κορυφαίων κυβερνητικών στελεχών για να διασκεδαστούν οι εντυπώσεις.

Νομοθέτηση του νέου κόφτη

Υπενθυμίζεται ότι το ΔΝΤ εκτιμά ότι το 2018 η Ελλάδα δεν θα πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ, αλλά μόνο 1,5%, γεγονός που σημαίνει ότι ο κόφτης θα πρέπει να καλύπτει εκ των προτέρων μια ενδεχόμενη απόκλιση 2% του ΑΕΠ, η οποία όμως για να κλείσει θα απαιτούνται μέτρα 2,5% του ΑΕΠ, ή 4,55 δισ. ευρώ.

Δεν είναι τυχαίο άλλωστε, όπως ανέφερε στο Bloomberg, μετά τη συνάντηση Σόιμπλε-Λαγκάρντ στο Νταβός, ανώτατος αξιωματούχος που εμπλέκεται στις διαπραγματεύσεις της αξιολόγησης, ότι το Ταμείο δέχεται πλέον να κλείσει η αξιολόγηση μόνο με τη νομοθέτηση του νέου «κόφτη», ο οποίος θα τεθεί σε ισχύ από το 2019.

Για τον λόγο αυτό άλλωστε και η συμβιβαστική πρόταση με την οποία θα πρέπει να προσέλθει ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος στο Eurogroup της 26ης Ιανουαρίου θα πρέπει να καλύπτει και τις πιο απαισιόδοξες εκτιμήσεις του ΔΝΤ για την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων από τη λήξη του προγράμματος το 2018 και μετά.

Η επιστροφή του κουαρτέτου

Ο νέος επώδυνος συμβιβασμός, πάντως, στον οποίο ετοιμάζεται να προχωρήσει και πάλι η κυβέρνηση, μέσω της λύσης του διευρυμένου «κόφτη», αναμένεται να ξεμπλοκάρει τις διαπραγματεύσεις επιτρέποντας στο Eurogroup, την Πέμπτη, να αποφασίσει την επανεκκίνηση των συζητήσεων με την επιστροφή του κουαρτέτου στην Αθήνα, με την προοπτική να ολοκληρωθεί η τεχνική συμφωνία (staff-levelagreement) πριν από το Eurogroup της 20ής Φεβρουαρίου.

Άλλωστε, μόνο η συγκεκριμένη εξέλιξη μπορεί να ανοίξει τον δρόμο στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να εγκρίνει την ένταξη των ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, ώστε να γίνει ορατό το άνοιγμα ενός ενάρετου κύκλου γρήγορης βελτίωσης των χρηματοπιστωτικών συνθηκών στην οικονομία.

Ο γερμανικός Τύπος

Το ελληνικό ζήτημα εξακολουθεί να απασχολεί έντονα τον γερμανικό Τύπο, καθώς είναι από τα θέματα που θα κυριαρχήσουν και στην προεκλογική εκστρατεία.

Σε εκτενές δημοσίευμά της η «Bild» βάζει στο στόχαστρο τον ελληνικό Τύπο, διατεινόμενη ότι με τίτλους όπως «Τελεσίγραφο Σόιμπλε» ή «Χάδια και Χαστούκια από Σόιμπλε και Ντράγκι» «υποδαυλίζει την εμπάθεια κατά του Σόιμπλε». Το κλίμα «θυμίζει τις καυτές ημέρες της κρίσης προ διετίας, με τον υπουργό Οικονομικών να κοσμεί και πάλι τα πρωτοσέλιδα όλων των εφημερίδων» αναφέρει ο συντάκτης και σχολιάζει πως αυτό συμβαίνει γιατί «στη χρεοκοπημένη χώρα πλανάται ο φόβος της πτώχευσης».

Από την άλλη, η οικονομική εφημερίδα «Handelsblatt» εστιάζει στις «ομιχλώδεις», όπως τις χαρακτηρίζει, οικονομικές και πολιτικές επιπτώσεις της προεδρίας Τραμπ στην Ελλάδα. Επισημαίνει ότι η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα εκτιμά ότι στη νέα εποχή Τραμπ η Αθήνα δεν θα έχει την υποστήριξη, που απολάμβανε επί Ομπάμα, στις προσπάθειες για ελάφρυνση χρέους και ανάπτυξη. Υπενθυμίζει δε πως ο Αμερικανός νέος πρόεδρος κληθείς πριν από λίγο καιρό να σχολιάσει το ελληνικό ζήτημα, είχε πει: «Αφήστε τους Γερμανούς να ασχοληθούν, αρκετά προβλήματα έχουμε».