Τζίρο άνω των 20 δισ. ευρώ αναμένουν οι τράπεζες από τις συναλλαγές με πλαστικό χρήμα για φέτος, από τα περίπου 16 δισ. ευρώ με τα οποία έκλεισε το 2016, με προοπτικές ακόμη μεγαλύτερης αύξησης εάν υποχρεωθεί στη χρήση POS το σύνολο των ελεύθερων επαγγελματιών.
Από την έντυπη έκδοση
Της Άννας Δόγα
[email protected]
Τζίρο άνω των 20 δισ. ευρώ αναμένουν οι τράπεζες από τις συναλλαγές με πλαστικό χρήμα για φέτος, από τα περίπου 16 δισ. ευρώ με τα οποία έκλεισε το 2016, με προοπτικές ακόμη μεγαλύτερης αύξησης εάν υποχρεωθεί στη χρήση POS το σύνολο των ελεύθερων επαγγελματιών.
Τα capital controls ήταν ο καταλύτης για την εξοικείωση των Ελλήνων στη χρήση χρεωστικών καρτών -οι πιστωτικές αποτελούσαν προσφιλές «άθλημα» των ημερών προ κρίσης- και η περαιτέρω αύξηση θα προέλθει από τη σύνδεση με το αφορολόγητο ενώ, όπως επισημαίνουν τραπεζικά στελέχη, πεδίο ανάπτυξης θα είναι κλάδοι που έως σήμερα κινούνται με μετρητά και έχουν μεγάλα ποσοστά φοροδιαφυγής, όπως γιατροί, δικηγόροι και τεχνίτες - υδραυλικοί, ηλεκτρολόγοι κ.ά.
Το 2016 υπολογίζεται σε περίπου 16 δισ. ευρώ ο τζίρος με πλαστικό χρήμα, έναντι 14 δισ. ευρώ το 2015, ενώ εκτιμάται μια αύξηση της τάξης του 30% για φέτος. Ο περιορισμός της χρήσης μετρητών ήταν ζητούμενο για την τραπεζική αγορά επί σειρά ετών και μόνο ο «εξαναγκασμός» ελέω κεφαλαιακών ελέγχων λειτούργησε τελικώς προς αυτή την κατεύθυνση.
Τα μειονεκτήματα των μετρητών, όπως το υψηλό κόστος τους και κυρίως η πάταξη της φοροδιαφυγής ήταν τα βασικά επιχειρήματα των τραπεζιτών, που θεωρούν οποιοδήποτε μέτρο που θα συνέβαλε στην ενίσχυση της χρήσης καρτών θετικό και άρα και την υποχρέωση χρήσης POS από τους επαγγελματίες που αμείβονται σχεδόν αποκλειστικά με μετρητά.
Η Ελλάδα παραμένει χαμηλά στην κατάταξη μεταξύ των χωρών της Ε.Ε. στη χρήση πλαστικού χρήματος σύμφωνα με στοιχεία του 2015, με 13 συναλλαγές ανά κάτοικο σε ετήσια βάση, τη στιγμή που ο μέσος όρος είναι οι 87 συναλλαγές, ενώ η πρώτη χώρα είναι η Δανία με 300 συναλλαγές που δείχνουν σχεδόν απόλυτη «εξαφάνιση» των μετρητών. Η χώρα μας είναι σε αμέσως καλύτερη θέση σε σχέση με τη Βουλγαρία που έχει 11 συναλλαγές ανά κάτοικο ετησίως.
Η ενίσχυση της αγοράς έχει την επίπτωσή της και στη διόρθωση πιθανών προβλημάτων. Έτσι, στις γκρίνιες για υψηλές προμήθειες που διατυπώνονται από εμπόρους, κυρίως μικρούς και μεσαίους σε μέγεθος, οι τράπεζες απαντούν ότι υπάρχει πτωτική τάση και το ύψος τους που διαμορφώνεται περίπου στο 1% είναι κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο, ενώ ο ανταγωνισμός στη συγκεκριμένη αγορά, στον οποίο μάλιστα δραστηριοποιούνται όσον αφορά τα POS και εταιρείες πλην τραπεζών, θα λειτουργήσει θετικά.
Τα οφέλη από τη χρήση καρτών είναι αυταπόδεικτα για το σύνολο της οικονομίας, επισημαίνουν τραπεζικά στελέχη, και αναφέρουν χαρακτηριστικά διεθνείς έρευνες που δείχνουν ότι η αύξηση του όγκου ηλεκτρονικών συναλλαγών κατά 10% επιφέρει μείωση της παραοικονομίας κατά 1%. Όσον αφορά το κόστος των μετρητών, σύμφωνα με μελέτη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, οι πληρωμές στοιχίζουν από 2% έως 3% του ΑΕΠ και τα δύο τρίτα του κόστους αυτού αφορούν τις πληρωμές με μετρητά, τα οποία έχουν κόστος καταμέτρησης, διαχείρισης και μεταφοράς.
Ραγδαία ανάπτυξη της αγοράς POS
Ανάλογη της χρήσης καρτών είναι και η αύξηση των POS, που εκτιμάται ότι θα προσεγγίσουν τις 450 με 500 χιλιάδες από 130 χιλιάδες το 2014 και σχεδόν 230 χιλιάδες το 2015. Και αυτή η αγορά, των εταιρειών που κατασκευάζουν POS, είναι διαχειριστές ή πάροχοι, είναι ραγδαία αναπτυσσόμενη και από στελέχη της εκτιμάται ότι ο τζίρος της θα είναι της τάξης του μισού δισ. ευρώ για το 2017.