Οικονομία & Αγορές
Δευτέρα, 19 Δεκεμβρίου 2016 07:46

Ακριβότερο 2,42% αναμένεται το τραπέζι των Χριστουγέννων

Περισσότερο κοστοβόρο για την τσέπη των Ελλήνων κατά 2,42% σε σχέση με το 2015 αναμένεται το φετινό χριστουγεννιάτικο τραπέζι, σύμφωνα με δειγματοληπτικό έλεγχο που πραγματοποίησε το Ινστιτούτο Εμπορίου και Υπηρεσιών (ΙΝΕΜΥ) της ΕΣΕΕ κατά την περίοδο 14-19/12/2016.

Από την έντυπη έκδοση 

Του Γιάννη Κανουπάκη 
 [email protected]

Περισσότερο κοστοβόρο για την τσέπη των Ελλήνων κατά 2,42% σε σχέση με το 2015 αναμένεται το φετινό χριστουγεννιάτικο τραπέζι, σύμφωνα με δειγματοληπτικό έλεγχο που πραγματοποίησε το Ινστιτούτο Εμπορίου και Υπηρεσιών (ΙΝΕΜΥ) της ΕΣΕΕ κατά την περίοδο 14-19/12/2016.

Το γεγονός οφείλεται στα συνεχή φορολογικά βάρη άμεσου και έμμεσου χαρακτήρα, αλλά και στους συρρικνωμένους τζίρους των καταστημάτων. Όπως επισημαίνει ο πρόεδρος της Συνομοσπονδίας, Βασίλης Κορκίδης, οι παθογένειες του υφιστάμενου πλαισίου λειτουργίας της αγοράς, όπως το καθεστώς των ενδιάμεσων εκπτωτικών περιόδων, το οποίο στην πραγματικότητα περιορίζει αντί να τονώνει τη χριστουγεννιάτικη καταναλωτική δαπάνη, αποτελούν τροχοπέδη στην προσπάθεια ανάκαμψης του εγχώριου επιχειρείν.

«Ο διαρκώς μειούμενος εορταστικός τζίρος των τελευταίων ετών αποτυπώνει τις ολοένα και δυσχερέστερες συνθήκες κάτω από τις οποίες καλούνται να επιβιώσουν επιχειρήσεις και νοικοκυριά» τονίζει.

Ο τιμοκατάλογος

Ειδικότερα, το χριστουγεννιάτικο οικογενειακό τραπέζι (6-8 ατόμων) θα κοστίσει 150,96 ευρώ έναντι 147,39 ευρώ που κόστιζε πέρυσι και 144,76 το 2014, με τα ίδια ακριβώς προϊόντα. Η καταγεγραμμένη, σε σύγκριση με τον Δεκέμβριο του 2015, μικρή αύξηση των 3,57 ευρώ (αύξηση 2,42%) οφείλεται κυρίως στην ανοδική τάση των τιμών γλυκισμάτων (κουραμπιέδες και μελομακάρονα), ενώ οι τιμές των κρεατικών παρουσίασαν αύξηση (1,52%), η οποία οφείλεται στην αύξηση της τιμής του αρνιού.

Αναλυτικότερα, στην κατηγορία των κρεατικών η μικρή άνοδος αποδίδεται αποκλειστικά και μόνο στην αύξηση της τιμής του αρνιού κατά 0,2 ευρώ/κιλό, καθώς οι τιμές τόσο της γαλοπούλας όσο και του χοιρινού αναμένεται να κυμανθούν στα περσινά επίπεδα. Ανάμικτη, με αυξητικό όμως πρόσημο, είναι η διακύμανση των τιμών των προϊόντων που προμηθεύονται οι καταναλωτές από τα super market. Πιο συγκεκριμένα, για τα αναψυκτικά, τις μπίρες και τα κρασιά καταγράφεται άνοδος του κόστους, λόγω και της μετάταξης του υψηλού συντελεστή ΦΠΑ από το 23% στο 24%, ενώ πτωτικά κινούνται οι τιμές της φέτας και του ελαιόλαδου. Αναφορικά με τις τιμές των φρούτων και των οπωροκηπευτικών το κόστος προμήθειάς τους κινείται σε υψηλότερα από τα περσινά επίπεδα (4,62% σε μεσοσταθμική βάση), με την τιμή των πορτοκαλιών να καταγράφει τη μεγαλύτερη αύξηση (22,64%), σε αντίθεση με την υποχώρηση της τιμής του λάχανου (-16,67%) που σημειώνει τη μεγαλύτερη ετήσια πτωτική πορεία.

Όπως και το 2015, έτσι και φέτος η ετήσια αυξητική τάση του κόστους του χριστουγεννιάτικου τραπεζιού προέρχεται σε μεγάλο ποσοστό από την άνοδο των τιμών της κατηγορίας των γλυκών/εδεσμάτων. Η εκτιμώμενη μεσοσταθμική αύξηση, εξαιτίας και της μετάταξης του υψηλού συντελεστή ΦΠΑ από 23% στο 24% στα μελομακάρονα και στους κουραμπιέδες, προσεγγίζει το 8,36% σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο.

Ο τζίρος του «δωδέκατου»

Η εκτίμηση του τζίρου για τον φετινό Δεκέμβριο, σύμφωνα με προβολές του ΙΝΕΜΥ στα διαθέσιμα στοιχεία του Γενικού Δείκτη Κύκλου Εργασιών στο Λιανικό Εμπόριο που δημοσιεύεται από την ΕΛΣΤΑΤ, αναμένεται να διαμορφωθεί στα επίπεδα των περίπου 4 δισ., έναντι των 4,09 δισ. το 2015 και των 6,43 δισ. τζίρου το 2009 (σωρευτική μείωση 37,8% ή απώλεια 2,43 δισ.).

Η εκτιμώμενη πτωτική πορεία του τζίρου στα καταστήματα λιανικής οφείλεται εν πολλοίς στους εξής λόγους:

  • Η πληθώρα φορολογικών υποχρεώσεων που πρέπει να διευθετηθούν μέχρι τα τέλη Δεκεμβρίου, συνιστά παράγοντα περιορισμού της καταναλωτικής δαπάνης και απομύζησης δυνητικών πόρων που θα κατευθύνονταν στην πραγματική οικονομία.
  • Οι διαρκείς και απρόσμενες απαιτήσεις που εγείρουν σε τακτική βάση οι εκπρόσωποι των δανειστών μας, συντελούν ταυτόχρονα στη διαμόρφωση κλίματος αβεβαιότητας, αδυναμίας προγραμματισμού και συνεχούς αναβλητικότητας.