Το «άνοιγμα» των αγορών και η σωστή λειτουργία του ανταγωνισμού αποτελούν μοχλό ανάπτυξης της οικονομίας, σύμφωνα με όσα προέκυψαν από τη χθεσινή εκδήλωση του ΣΕΒ, για την παρουσίαση των αποτελεσμάτων της 3ης εργαλειοθήκης του ΟΟΣΑ, η οποία προσφάτως ολοκληρώθηκε.
Το «άνοιγμα» των αγορών και η σωστή λειτουργία του ανταγωνισμού αποτελούν μοχλό ανάπτυξης της οικονομίας, σύμφωνα με όσα προέκυψαν από τη χθεσινή εκδήλωση του ΣΕΒ, για την παρουσίαση των αποτελεσμάτων της 3ης εργαλειοθήκης του ΟΟΣΑ, η οποία προσφάτως ολοκληρώθηκε.
Ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Οικονομίας, Ηλίας Ξανθάκος, από το βήμα της εκδήλωσης, αναφέρθηκε στο μέγεθος και τη σημασία του έργου, σημειώνοντας ότι «η 3η εργαλειοθήκη αντιμετωπίστηκε, στρατηγικά, ως μία δυνατότητα ουσιαστικής μεταρρύθμισης, και όχι απορρύθμισης» και εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι η υλοποίησή της θα επιφέρει θετικές επιπτώσεις στη νέα αναπτυξιακή προσπάθεια που επιχειρείται στην Ελλάδα.
Από την πλευρά του, ο γενικός διευθυντής του ΣΕΒ, Άκης Σκέρτσος, υποστήριξε ότι «το άνοιγμα των αγορών και η σωστή λειτουργία του ανταγωνισμού αποτελούν μοχλό ανάπτυξης για κάθε οικονομία», ενώ εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του για το γεγονός ότι από τις συνολικά 773 συστάσεις τα τελευταία 4 χρόνια έχουν υλοποιηθεί μέχρι σήμερα 484.
Εδώ εντοπίζεται - τόνισε χαρακτηριστικά - το έλλειμμα «ιδιοκτησίας» των μεταρρυθμίσεων που στοχεύουν στην αναδιάρθρωση της ελληνικής οικονομίας, το οποίο και έχουμε συλλογική ευθύνη να το μετατρέψουμε σε πλεόνασμα «ιδιοκτησίας», αν θέλουμε να επιστρέψουμε σε μια δυναμική και διατηρήσιμη ανάπτυξη της οικονομίας.
Την ίδια ώρα, ο επικεφαλής οικονομολόγος του Συνδέσμου, Μιχάλης Μασουράκης, τόνισε ότι «η ελληνική οικονομία εξακολουθεί να εμφανίζει στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό σε επιμέρους αγορές και έχει σημαντικά περιθώρια απελευθέρωσης της δυναμικής της ιδιωτικής πρωτοβουλίας».
Κατά τον ίδιο, η χρονική συγκυρία σήμερα, όπου τα πρώτα σημάδια ανάκαμψης της οικονομίας αρχίζουν και διαφαίνονται, αποτελεί και το βασικό στοιχείο διαφοροποίησης σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο, όπου η αστάθεια του οικονομικού περιβάλλοντος, η υπερφορολόγηση και η πτώση της ζήτησης δεν επέτρεψαν στις σημαντικές μεταρρυθμίσεις που πραγματοποιήθηκαν - κατόπιν της υπόδειξης του ΟΟΣΑ - να αποτυπώσουν τα πραγματικά τους οφέλη στον καταναλωτή, στις επιχειρήσεις και στις αγορές.