Σε πλήρη εξέλιξη βρίσκονται οι διεργασίες μεταξύ της ελληνικής πλευράς και των εκπροσώπων των θεσμών προκειμένου να βρεθούν σημεία σύγκλισης στα μείζονα θέμα των εργασιακών σχέσεων έστω και στο «και πέντε», με τις ομαδικές απολύσεις να παραμένουν το πιο ακανθώδες και δυσεπίλυτο θέμα των διαπραγματεύσεων.
Από την έντυπη έκδοση
Του Στέλιου Παπαπέτρου
[email protected]
Σε πλήρη εξέλιξη βρίσκονται οι διεργασίες μεταξύ της ελληνικής πλευράς και των εκπροσώπων των θεσμών προκειμένου να βρεθούν σημεία σύγκλισης στα μείζονα θέμα των εργασιακών σχέσεων έστω και στο «και πέντε», με τις ομαδικές απολύσεις να παραμένουν το πιο ακανθώδες και δυσεπίλυτο θέμα των διαπραγματεύσεων.
Το κουαρτέτο των θεσμών ζητεί να αλλάξουν οι δύο βασικές παράμετροι που διαπερνούν το ισχύον θεσμικό πλαίσιο, δηλαδή να αυξηθεί το όριο των ομαδικών απολύσεων σε επιχειρήσεις άνω των 150 ατόμων από το 5% που είναι σήμερα στο 10% και ταυτόχρονα να καταργηθεί το βέτο του υπουργού Εργασίας, το οποίο του δίνει τη δυνατότητα να απορρίπτει αιτήματα ομαδικών απολύσεων. Υπενθυμίζεται ότι έως σήμερα στη χώρα μας δεν υπήρξε ούτε μία περίπτωση κατά την οποία ο υπουργός Εργασίας να έχει κάνει αποδεκτό αίτημα περί ομαδικών απολύσεων.
Αξίζει να επισημάνουμε ότι το θέμα των ομαδικών απολύσεων αφορά εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της απογραφής των επιχειρήσεων του 2015, σε 523 επιχειρήσεις με προσωπικό άνω των 250 ατόμων εργάζονται 447.188 μισθωτοί, ποσοστό που αντιστοιχεί στο 26,72% του συνόλου των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα («Εργάνη», στοιχεία απογραφής 2015). Ενώ στην κλίμακα από 50 έως 249 άτομα υπάρχουν 3.089 επιχειρήσεις στις οποίες εργάζονται άλλοι 307.551 μισθωτοί. Εκτιμάται, λοιπόν, ότι οι εργαζόμενοι σε επιχειρήσεις με περισσότερους από 150 υπαλλήλους υπερβαίνουν τους 500.000. Συνεπώς το θέμα της απελευθέρωσης του ορίου των ομαδικών απολύσεων αφορά τουλάχιστον το 30% των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα, οι οποίοι το 2015 ήταν 1.673.732 άτομα.
Νέος ρόλος στο Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας
Όλες οι πληροφορίες για το περιεχόμενο των αλλαγών στις ομαδικές απολύσεις συγκλίνουν στην εκτίμηση ότι η υπουργός Εργασίας, Έφη Αχτσιόγλου, δεν αποκλείεται να αποδεχθεί την κατάργηση του υπουργικού βέτο υπό την προϋπόθεση της αξιοποίησης του Ανωτάτου Συμβουλίου Εργασίας, το οποίο με μία διευρυμένη σύνθεση θα μπορούσε να αναλάβει τον ρόλο του οργάνου που θα ελέγχει τη νομιμότητα και τη σκοπιμότητα των ομαδικών απολύσεων.
Στο πλαίσιο αυτό, η υπουργός Εργασίας αξιοποιεί και τη συμφωνία της 22ας Ιανουαρίου 2014 μεταξύ των κοινωνικών εταίρων για τις ομαδικές απολύσεις, η οποία συνοδεύεται από μέτρα προστασίας των εργαζομένων στις περιπτώσεις των ομαδικών απολύσεων, ενώ προβλέπει τη γνωμοδότηση ειδικής επιτροπής η οποία θα λειτουργεί ως ασφαλιστική δικλίδα. Αυτή η συμφωνία των κοινωνικών εταίρων του 2014 είχε ενσωματώσει και την κοινοτική οδηγία 98/59/ΕΚ του 1988 για τις ομαδικές απολύσεις, έτσι ώστε να είναι συμβατή με την ευρωπαϊκή νομοθεσία η διαδικασία των ομαδικών απολύσεων.
Σε ό,τι αφορά την αύξηση του ορίου του ποσοστού απολύσεων που θέτουν επίμονα οι πιστωτές, η κα Αχτσιόγλου δεν είναι διατεθειμένη να υποχωρήσει στην αρχική θέση της για διατήρηση του ποσοστού στο 5%, ή 30 εργαζόμενοι ανά μήνα, που ισχύει σήμερα για επιχειρήσεις που απασχολούν περισσότερα από 150 άτομα. Ωστόσο, επειδή η διαπραγμάτευση θα απαιτήσει αμοιβαίες υποχωρήσεις προκειμένου να βρεθεί «κοινός τόπος» στα εργασιακά μεταξύ των δύο πλευρών, οι επιμέρους αλλαγές στις αρχικές θέσεις της ελληνικής κυβέρνησης θα εξαρτηθούν από το συνολικό περιεχόμενο των διαβουλεύσεων και στα υπόλοιπα θέματα.
Εκτός ατζέντας ο κατώτατος μισθός
Το θέμα της διαμόρφωσης του κατώτατου μισθού μέσα από ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις μεταξύ των κοινωνικών εταίρων, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, δεν υπάρχει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Οι εκπρόσωποι των θεσμών -και ειδικά το ΔΝΤ- θεωρούν ότι η παρέμβαση που έγινε στις συλλογικές διαπραγματεύσεις και στη διαμόρφωση των κατώτατων μισθών με νομοθετικό τρόπο από την κυβέρνηση (στο 2ο μνημόνιο και την έκτη πράξη του υπουργικού συμβουλίου στις 14/2/2012) αποτελεί «δομική παρέμβαση καθοριστικής σημασίας» και δεν είναι διατεθειμένοι να πάρουν πίσω αυτό που επέβαλαν πριν από τέσσερα χρόνια.
Κλαδικές συμβάσεις
Στο θέμα της επέκτασης των κλαδικών συμβάσεων εργασίας και στην επαναφορά της αρχής της ευνοϊκότερης ρύθμισης, οι θεσμοί εξακολουθούν να προβάλλουν ισχυρές αντιρρήσεις. Αυτό που συζητούν είναι οι οποιεσδήποτε αλλαγές στο σύστημα της λειτουργίας των κλαδικών συμβάσεων εργασίας να αφορούν την περίοδο μετά τον Σεπτέμβριο του 2017 και υπό την προϋπόθεση ότι κυβέρνηση και κοινωνικοί εταίροι «σε συνεργασία με τους θεσμούς» θα προτείνουν αλλαγές στο υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο.
Παράλληλα, συζητούν τη δημιουργία ενός μηχανισμού παρακολούθησης της αντιπροσωπευτικότητας των κλαδικών συμβάσεων εργασίας, η οποία δεν είναι ένα απλό διοικητικό μέτρο, καθώς θα πρέπει να υπάρξουν επικαιροποιημένα μητρώα των επιχειρήσεων οι οποίες είναι μέλη των οικείων εργοδοτικών οργανώσεων. Τέλος, εξετάζεται η δυνατότητα σύναψης συλλογικών συμβάσεων εργασίας και από επιχειρήσεις οι οποίες απασχολούν λιγότερους από 20 εργαζόμενους.