Η οικονομική ύφεση ειδικά στην περιοχή της Μεσογείου και ο ανταγωνισμός από τις αεροπορικές εταιρείες χαμηλού κόστους έχουν επηρεάσει καταλυτικά τον κλάδο των επιβατηγών-οχηματαγωγών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, σύμφωνα με σχετική μελέτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με τίτλο: «Focus on Ferries».
Από την έντυπη έκδοση
Του Λάμπρου Καραγεώργου
[email protected]
Η οικονομική ύφεση ειδικά στην περιοχή της Μεσογείου και ο ανταγωνισμός από τις αεροπορικές εταιρείες χαμηλού κόστους έχουν επηρεάσει καταλυτικά τον κλάδο των επιβατηγών-οχηματαγωγών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, σύμφωνα με σχετική μελέτη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με τίτλο: «Focus on Ferries». Μία σειρά δεικτών που αφορούν τον αριθμό των μεταφερόμενων επιβατών, τον αριθμό των δρομολογίων και τον αριθμό των πλοίων και των διασυνοριακών δρομολογίων και συνδέσεων, πιστοποιεί την παραπάνω εκτίμηση. Αναλυτικότερα, το 2013, ο συνολικός αριθμός των επιβατών που διέρχονται από τους λιμένες της Ε.Ε. ήταν 400 εκατομμύρια, στα ίδια περίπου επίπεδα με το προηγούμενο έτος.
Στις τρεις κύριες περιοχές όπου δραστηριοποιείται ο κλάδος των Ferries, δηλαδή τη Βαλτική Θάλασσα, τη Βόρειο Θάλασσα και τη Μεσόγειο, ο συνολικός αριθμός των δρομολογίων παρέμεινε σχετικά σταθερός κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, με μία ανοδική τάση να κορυφώνεται το 2011, και να ακολουθεί μία μικρή μείωση στη συνέχεια. Ωστόσο, η οικονομική κρίση φαίνεται να έπληξε κυρίως την περιοχή της Μεσογείου, καθώς οι άνθρωποι ήταν λιγότερο διατεθειμένοι να ταξιδέψουν. Οι στατιστικές που αφορούν την Ελλάδα είναι αποκαλυπτικές, καθώς μεταξύ του 2008 και του 2013 ο αριθμός των επιβατών μειώθηκε κατά 9.980.000 (-22,6%) και των μεταφερόμενων αυτοκίνητων κατά 640.000 (-30,4%).
Επίσης αξίζει να σημειωθεί ότι τα τελευταία εννέα χρόνια παρατηρείται μείωση του συνολικού αριθμού των διασυνοριακών δρομολογίων κατά 31,3% στον χώρο Schengen λόγω της κατάστασης της οικονομίας και του ανταγωνισμού από τους επίγειους τρόπους μεταφοράς (οδικούς, σιδηροδρομικούς) και από τους αερομεταφορείς χαμηλού κόστους, αναφέρει η μελέτη. Στο πλαίσιο αυτό, οι διασυνοριακές συνδέσεις που λειτουργούν στις τρεις περιοχές παρουσιάζουν αρνητικές τάσεις, με εξαίρεση την περιοχή Schengen στη Βόρεια Θάλασσα (αμετάβλητη) και τη μη Schengen περιοχή της Βαλτικής (αύξηση), αν και οι δύο αντιπροσωπεύουν ένα πολύ μικρό μερίδιο της κυκλοφορίας (περίπου 5%) στις αντίστοιχες περιοχές. Στη Βόρεια Θάλασσα και τη Μεσόγειο, ο αριθμός των διασυνοριακών συνδέσεων είναι πολύ χαμηλότερος από τις εγχώριες.
Μείωση σημειώθηκε την περίοδο 2006-2012 και στον αριθμό των πλοίων που απασχολούνται, αφού τα 722 πλοία που εκτελούσαν δρομολόγια το 2007, μειώθηκαν το 2012 σε 671 (-7%). Ωστόσο, στη Βαλτική και τη Βόρεια Θάλασσα σημειώθηκε αύξηση, με τη μείωση να αφορά τον στόλο στη Μεσόγειο, μία μείωση που οφείλεται αποκλειστικά στην ύφεση.
Σε ό,τι αφορά τις ναυπηγήσεις, η έκθεση αναφέρει ότι για πολλά χρόνια η Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.) είχε ηγετική θέση στον τομέα της τεχνολογίας όσον αφορά τα επιβατηγά πλοία. Παρά το γεγονός ότι σήμερα η Νότια Κορέα, η Ιαπωνία και η Κίνα είναι κυρίαρχες σε ναυπηγικές δραστηριότητες, η θέση της Ε.Ε. στην παγκόσμια ναυπηγική δραστηριότητα μπορεί να χαρακτηριστεί ως «niche player». Τα ευρωπαϊκά ναυπηγεία έχουν υψηλό βαθμό εξειδίκευσης και συγκεντρώνουν χαρακτηριστικά υψηλής τεχνολογίας, ενώ οι Ευρωπαίοι προμηθευτές εξοπλισμού παρέχουν εξελιγμένες τεχνικές λύσεις. Στη μελέτη τονίζεται ότι αν υποστηρίζεται από τη ζήτηση του κλάδου η δυνατότητα αυτή, μπορεί να αξιοποιηθεί για να κάνει τα πορθμεία μια ελκυστική επενδυτική ευκαιρία και, ταυτόχρονα, πιο αποτελεσματική και αποδοτική στη συμμόρφωσή τους με τις νέες περιβαλλοντικές απαιτήσεις.
Όμως στη συνέχεια αναφέρονται διάφοροι προβληματισμοί. Για παράδειγμα, θεωρητικά, τα εναλλακτικά συστήματα πρόωσης, όπως είναι το Υγροποιημένο Φυσικό αέριο (LNG), η μεθανόλη, ή τα υβριδικά και ηλεκτρικά συστήματα, έχουν τη δυνατότητα να αντικαταστήσουν τα συμβατικά καύσιμα πλοίων, ειδικά για τις θαλάσσιες μεταφορές μικρών αποστάσεων.
Ωστόσο, το υψηλό κόστος επένδυσης έχει μειώσει τον προβλεπόμενο αριθμό των πλοίων που θα χρησιμοποιούν ως καύσιμο το LNG, ενώ το ενδιαφέρον για επενδύσεις στη χρήση μεθανόλης είναι αβέβαιο. Αν και λιγότερο ακριβό από το LNG, το εν λόγω καύσιμο αντιμετωπίζει ως κύριο εμπόδιο επέκτασης την έλλειψη υποδομών παροχής του καυσίμου.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι αναφορές της μελέτης στην τιμολογιακή πολιτική των ναυτιλιακών εταιρειών διαχείρισης επιβατηγών-οχηματαγωγών πλοίων. Οι τιμές των εισιτηρίων καθορίζονται υπό το πρίσμα του ανταγωνισμού από τις αεροπορικές εταιρείες χαμηλού κόστους και τηνμεταβλητότητα στις τιμές του πετρελαίου και των ναυτιλιακών καυσίμων, τονίζεται. Ακόμη παρατηρείται και στην ακτοπλοϊκή αγορά η προσέγγιση σε ό,τι αφορά την τιμολόγηση που ισχύει στην αεροπορική αγορά που χαρακτηρίζεται από μεταβλητότητα και συνεχείς αλλαγές ανάλογα π.χ. με την εγγύτητα του χρόνου αναχώρησης, ενώ έχουν εισαχθεί και προγράμματα επιβράβευσης όπως π.χ. εκπτώσεις 10% σε διάφορες αναχωρήσεις. Να σημειωθεί ότι η Ε.Ε. από το 2008 μέχρι σήμερα έχει χορηγήσει 306 εκατ. ευρώ για τον τομέα της ναυτιλίας, με μια σειρά από έργα στο πλαίσιο των Διευρωπαϊκών Δικτύων Μεταφορών (TEN-T) και τα προγράμματα Connecting Europe Facility (CEF).
Τα κεφάλαια που χορηγήθηκαν αφορούσαν την ανάπτυξη των θαλάσσιων αρτηριών (Motorways of the seas-MOS) για την προώθηση πολυτροπικών αποδοτικών μεταφορών, ναυπήγησης νέων πλοίων και τις μετασκευές με στόχο τη μείωση των εκπομπών και τη χρήση καθαρότερων καυσίμων.