Οικονομία & Αγορές
Πέμπτη, 20 Οκτωβρίου 2016 19:02

Με το βλέμμα στο εξωτερικό η ελληνική βιομηχανία μόδας

Ψηλά κρατούν τον πήχη της ποιότητας οι Έλληνες σχεδιαστές, αν και οι συνεχείς επιβαρύνσεις, φορολογικές και άλλες, εξανεμίζουν κάποια οφέλη από τη μείωση του εργασιακού κόστους εν μέσω κρίσης και βάζουν «φρένο» στην ανάπτυξη της ελληνικής βιομηχανίας μόδας, που στρέφεται στις διεθνείς αγορές διεκδικώντας μερίδιο σε μια πίτα 3,6 δισ. δολ.

Από την έντυπη έκδοση

Της Σοφίας Εμμανουήλ
[email protected]

Ψηλά κρατούν τον πήχη της ποιότητας οι Έλληνες σχεδιαστές, αν και οι συνεχείς επιβαρύνσεις, φορολογικές και άλλες, εξανεμίζουν κάποια οφέλη από τη μείωση του εργασιακού κόστους εν μέσω κρίσης και βάζουν «φρένο» στην ανάπτυξη της ελληνικής βιομηχανίας μόδας, που στρέφεται στις διεθνείς αγορές διεκδικώντας μερίδιο σε μια πίτα 3,6 δισ. δολ.

Αυτή είναι η στρατηγική εξωστρέφειας των brands που κάνουν τη διαφορά στα διεθνή fashion shows, διότι υπάρχει και μεγάλη μερίδα της αγοράς που στρέφεται στο φασόν, με μεταφορά μεγάλου μέρους της παραγωγής σε τρίτες χώρες, ως αποτέλεσμα του δυσμενούς οικονομικού περιβάλλοντος σε συνδυασμό με την αδράνεια της τεχνογνωσίας Ελλήνων τεχνιτών που δεν εξελίσσεται μέσα από τις νέες τεχνολογίες λόγω των περιορισμένων μεταποιητικών μονάδων και της έλλειψης ποιοτικών πρώτων υλών.

Όπως αναφέρουν στη «N» επιχειρηματίες με διεθνή φήμη, με εδραιωμένα brands, αλλά και ανερχόμενοι σχεδιαστές, η κρίση έχει επιφέρει δραματικές αλλαγές στην αγορά μόδας. Από τη μια μεριά έχει αναδείξει μικρούς παραγωγούς κι έχει οδηγήσει σε μείωση του εργατικού κόστους, αλλά, από την άλλη, τα μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής αντισταθμίζουν τα όποια οφέλη και συρρικνώνουν τα περιθώρια κέρδους των επιχειρήσεων που έχουν να ανταγωνιστούν κολοσσούς του λιανεμπορίου. Το φασόν είναι ο εύκολος δρόμος για μερίδα της αγοράς, αλλά έχει κόστος στην ποιότητα.

Όσοι επιχειρηματίες επιμένουν ελληνικά, τόσο οι εκπρόσωποι της haute couture όσο και του pret a porter, έχουν να διαχειριστούν μια συνεχώς επιβραδυνόμενη αγορά, πελάτες που λόγω μείωσης των εισοδημάτων τους διαπραγματεύονται καλύτερες τιμές χωρίς απόδειξη, και περιορισμένες ευκαιρίες χρηματοδότησης, συνθήκες που τους προσανατολίζουν σε εναλλακτικές μορφές χρηματοδότησης (π.χ. business angels) και εξωστρέφεια ώστε να αντισταθμίσουν απώλειες από την τοπική αγορά.

Ελληνική μόδα

«Οι δυσκολίες ενός εδραιωμένου brand μόδας στις μέρες μας είναι να κρατήσει το επίπεδο της ποιότητας ψηλά» αναφέρει χαρακτηριστικά στη «N» ο Bασίλης Ζούλιας (Vassilis Zoulias), εξηγώντας ότι ο επιχειρηματίας καλείται να διαχειριστεί τη λεπτή ισορροπία στη σχέση ποιότητας - τιμής και τη δυνατή εικόνα που πρέπει να έχει το brand προς τα έξω, υπό το πρίσμα «να μην καταλαβαίνει κανείς και κυρίως ο πελάτης τις όποιες δυσκολίες».

Ο ίδιος παράγει στην Ελλάδα και από άποψη, όπως λέει. «Ένα από τα καλά της κρίσης είναι η επιστροφή του μικρού παραγωγού» σημειώνει, προσθέτοντας ότι τα κόστη στην εγχώρια αγορά είναι πλέον καθαρά ανταγωνιστικά. Μάλιστα εμφανίζεται ρεαλιστής ως προς το φορολογικό περιβάλλον, με τις συνεχείς επιβαρύνσεις που δυσχεραίνουν την επιχειρηματικότητα και τονίζει: «Είναι αυτό που είναι και μέχρι να αλλάξει πρέπει απλά να το δεχόμαστε με συνέπεια. Προσωπικά το θεωρώ προσβλητικό όταν μας γίνεται σχεδόν συνέχεια η πρόταση να κατεβάζουμε τις τιμές χωρίς απόδειξη. Στις διεθνείς φίρμες οι ίδιες πελάτισσες δεν διανοούνται να κάνουν τέτοιες ερωτήσεις. Σαν επιχείρηση είμαστε απόλυτα κάθετοι σε αυτό. Αν κάθε επιχειρηματίας σταματήσει να μην κόβει αποδείξεις, θα αντιμετωπιζόμασταν σοβαρά από τον καταναλωτή».

Ο κ. Ζούλιας αντιμετωπίζει τις προκλήσεις της εποχής στωικά: «Σηκώνεσαι κάθε πρωί και πας με όρεξη στη δουλειά σου φτιάχνοντας κάτι όμορφο ό,τι και αν συμβαίνει στη χώρα σου ή ακόμα και στην ίδια σου την επιχείρηση. Τη δημιουργία δεν μπορεί να τη βλάψει τίποτε. Επίσης συνεχίζεις πιστός στο όραμα που έχεις χτίσει. Αυτή είναι η καλύτερη στρατηγική. Τα υπόλοιπα δεν είναι δική σου δουλειά... αργά ή γρήγορα οι όποιοι κόποι ανταμείβονται. Αυτή είναι η προσωπική μου εμπειρία».

Κόστος παραγωγής

Από τον οίκο Maison Faliakos, που συμπληρώνει 35 χρόνια παρουσίας στην ελληνική αγορά, οι ιδρυτές του, Χρήστος Πετρίδης, Βενέδικτος Αντύπας, χωρίζουν τα προβλήματα σε δύο κατηγορίες: τις δυσκολίες της ελληνικής οικονομίας που αντιμετωπίζει τις επιχειρήσεις σαν πηγή εσόδων και όχι σαν πηγή ανάπτυξης και δημιουργίας, και τις δυσκολίες που έχουν να κάνουν με την ανάπτυξη του brand σε ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον.

Ο οίκος Maison Faliakos σχεδιάζει και δημιουργεί στην Ελλάδα. «Παρ’ όλες τις δυσκολίες που συνεχώς συναντούμε, επιμένουμε να μένουμε Ελλάδα» τονίζουν οι ιδρυτές του, που στην προσπάθειά τους αυτή τον τελευταίο χρόνο μετακόμισαν σε νέο χώρο, σε ένα τριώροφο νεοκλασικό στην περιοχή του Καλλιμάρμαρου.

«Σε αυτό το ψηλοτάβανο και μοναδικής αισθητικής κτήριο στην οδό Αρχιμήδους, που σε μεταφέρει σε άλλη εποχή, δημιουργήσαμε τη μονάδα κάθετης μικρής παραγωγής ρούχων υψηλών προδιαγραφών με μόνιμους και σταθερούς Έλληνες υπαλλήλους-συνεργάτες» αναφέρει η διοίκηση της εταιρείας, προσθέτοντας ότι οι αγορές του εξωτερικού αποτελούν πάγιο στόχο της νέας πολιτικής του οίκου και μια πρόκληση προκειμένου το brand να εκπροσωπήσει επάξια την ελληνική δημιουργία στο διεθνές περιβάλλον.

Στο ερώτημα αν η κρίση έχει διαμορφώσει πιο ανταγωνιστικά κόστη παραγωγής στην ελληνική αγορά η απάντηση είναι: «Αν θέλεις να διατηρήσεις την ποιότητα που είχες στην κατασκευή των ρούχων σου προ κρίσης, όχι! Σε περιόδους κρίσης όπως αυτή που ζούμε οι ποιοτικές πρώτες ύλες είναι πιο δυσεύρετες και δυσπρόσιτες (capital controls, δέσμευση μεγάλου κεφαλαίου), το κόστος εργασίας ανεβαίνει διαρκώς λόγω των ασφαλιστικών εισφορών, τα κίνητρα και οι ελαφρύνσεις έχουν εξαλειφθεί με αποτέλεσμα να ισοπεδώνουν οποιοδήποτε “πραγματικό” όφελος από τη θεωρητική “ανταγωνιστική” κοστολόγηση». Ο Χρήστος Πετρίδης και ο Βενέδικτος Αντύπας εξηγούν στη «N» ότι πολλές εταιρείες στον κλάδο καταφεύγουν στην εύκολη λύση του φασόν -μαζική παραγωγή ρούχων- όπου οι τιμές έχουν μειωθεί, όπως και η ποιότητα της παραγωγής τους. «Εμείς στο Maison Faliakos δεν αφήνουμε ούτε ένα ρούχο να φύγει αν δεν το έχουμε ελέγξει για την ποιότητα της κατασκευής και του ραφιναρίσματός του».

Θεωρούν μεγάλη τροχοπέδη της ανάπτυξης και της δημιουργικότητας τις συνεχώς αυξανόμενες επιβαρύνσεις με την αντιστρόφως ανάλογη ανάπτυξη της αγοράς και την πίεση που ασκούν αυτές στο αγοραστικό κοινό… «Συμπιέζουν τόσο τα περιθώρια κέρδους και δοκιμάζουν τη δημιουργική μας έμπνευση» τονίζουν, σχολιάζοντας ότι «πολλές ελληνικές εταιρείες κατασκευής ρούχων αναγκάζονται να παράγουν τα ρούχα τους σε χώρες όπως η Κίνα ή να προσλαμβάνουν ξένο προσωπικό που είναι πολύ πιο οικονομικό για να μπορέσουν να είναι ανταγωνιστικές σε σχέση με ομίλους μεγαθήρια ξένων συμφερόντων.

Στο Maison Faliakos, ως σχεδιαστές και δημιουργοί τάσεων με μικρότερη παραγωγή προσωποποιημένων ρούχων, αντιμετωπίζουμε ακριβώς τις ίδιες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν όλες οι αντιστοίχου μεγέθους ελληνικές εταιρείες: δημιουργία σε ένα ασφυκτικό και σχεδόν εχθρικό οικονομικό περιβάλλον, με πλήρη απουσία οιουδήποτε κινήτρου ή υποστήριξης, βασιζόμενοι αποκλειστικά στην αγάπη και το μεράκι των ανθρώπων μας για αυτό που κάνουν».

Εξωστρέφεια

O οίκος Maison Faliakos, σύμφωνα με τους επιτελείς του, καταβάλλι υπεράνθρωπες προσπάθειες για οποιοδήποτε βήμα κάνει προς τα εμπρός. Διαχειρίζεται τις προκλήσεις με ψυχραιμία, έχει επιχειρηματικό πλάνο, όραμα, δημιουργεί συνεργασίες, στοχεύει στην ελληνική αλλά και στις ξένες αγορές, ενώ συνεχίζει και στον τομέα του Haute Couture, με τη συλλογή νυφικών που κάθε σεζόν εμπλουτίζει με νέους κωδικούς και επεκτείνεται με Pret a Porter συλλογή, μια νέα επιχειρηματική δραστηριότητα, αν κρίνει κανείς από την ιστορία και το στιλ του οίκου. Στόχος της διοίκησης είναι η τοποθέτηση της Maison Faliakos Pret a Porter, μέσω συνεργασιών, σε καταστήματα του εξωτερικού, αλλά και η διάθεσή της στο e-shop του οίκου.

Νέα brands
Το The Artians είναι ένα ανερχόμενο brand που έχει δημιουργήσει η Κωνσταντίνα Καμπισοπούλου. Όπως αναφέρει η ίδια στη «N», «ένας ταλαντούχος σχεδιαστής μπορεί να αναδειχθεί στην ελληνική αγορά, αλλά χρειάζεται πολύ σκληρή δουλειά, επιμονή και πάθος για αυτό που κάνει. Κύρια εμπόδια σε αυτόν τον κλάδο είναι η χρηματοδότηση, η περιορισμένη πρόσβαση σε υλικά από ελληνικές εταιρείες λόγω της συρρίκνωσης του κλάδου της υφασματουργίας, αλλά και η ελλιπής τεχνογνωσία στις νέες τεχνολογίες στη μεταποίηση των υλικών».

Θεωρεί ότι η παραγωγή μπορεί να αναπτυχθεί στην εγχώρια αγορά, καθώς υπάρχει ανθρώπινο δυναμικό υψηλής τεχνικής κατάρτισης με πολλά χρόνια εμπειρίας. «Η ψυχή του δικού μας brand είναι το ανθρώπινο δυναμικό της παραγωγής» τονίζει χαρακτηριστικά περιγράφοντας ως βασικό στόχο βραχυπρόθεσμα τη σταθερή παρουσία των προϊόντων της σε δίκτυο καταστημάτων στην Ελλάδα, αλλά και την εξωστρέφεια και την ανάπτυξη του brand σε ξένες αγορές.

«Ήδη οι δημιουργίες μας δειγματίζονται σε showrooms στο Σίδνεϊ και στο Μιλάνο, ενώ έχουμε λάβει μέρος στο Fashion week του Πεκίνου» προσθέτει.

Η χρηματοδότηση

Όσο για τη χρηματοδότηση της δραστηριότητας, σύμφωνα με την κα Καμπισοπούλου, λόγω της δύσκολης κατάστασης του ελληνικού τραπεζικού συστήματος ο δανεισμός είναι ένα πρόβλημα γι’ αυτό η εταιρεία έχει στραφεί σε business angels όσον αφορά τη χρηματοδότηση και υποστήριξη του στρατηγικού σχεδιασμού. Μεσοπρόθεσμος στόχος για την περαιτέρω ανάπτυξη του brand είναι να αντλήσει κεφάλαια από venture capitals, δηλαδή από funds εξειδικευμένα στη χρηματοδότηση μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Ένα άλλο ανερχόμενο brand της ελληνικής αγορά είναι το Peace & Chaos, που δημιούργησαν η Νεφέλη Άλαν και ο Δημήτρης Πανταζής, οι οποίοι θεωρούν πως αν και ένα νεοφυές brand μόδας μπορεί να αναδειχθεί στην Ελλάδα της κρίσης, το εγχείρημα αντιμετωπίζει δυσκολίες λόγω της ύφεσης.

Παρ’ όλα αυτά, όπως σημειώνει η κα Άλαν στη «N», η δύσκολη κατάσταση είναι ένας τρόπος να αναδειχθεί ένας ταλαντούχος σχεδιαστής, αφού οι καταναλωτές στράφηκαν στην ελληνική αγορά, άρα ταυτόχρονα στους Έλληνες σχεδιαστές.

Προσδοκίες ανάπτυξης

Το βασικότερο πρόβλημα κατά τη γνώμη της είναι η συρρίκνωση της αγοράς, που έχει αντίκτυπο στο δημιουργικό κομμάτι της δουλειάς του κάθε σχεδιαστή. «Η παραγωγή μπορεί να αναπτυχθεί στην Ελλάδα, αν οι σχεδιαστές επιλέξουν πρώτη ύλη αμιγώς ελληνική και ντόπιους τεχνίτες. Εμείς σαν εταιρεία από το ξεκίνημα έχουμε ακολουθήσει αυτό τον τρόπο παραγωγής και όλα μας τα ρούχα κατασκευάζονται στην Ελλάδα» προσθέτει.

Στόχος της εταιρείας είναι να διατηρήσει τη θέση της στην ελληνική αγορά και να αναπτύξει τις εξαγωγές της, ενώ για τη χρηματοδότηση της δραστηριότητας η κα Άλαν μάς λέει ότι «η επιχείρηση ξεκίνησε στο τέλος του 2014 με μικρά ίδια κεφάλαια και μέχρι σήμερα δεν έχει στραφεί σε τράπεζες. Κύρια πηγή χρηματοδότησης αποτελεί η ίδια η αγορά, η οποία έχει στηρίξει με τις επιλογές της την Peace & Chaos».

Στην Κύπρο

Η Μάρσια Θρασυβούλου, Κύπρια σχεδιάστρια και δημιουργός του Ocean Blue, έχει αναδειχθεί μεταξύ πολλών ταλαντούχων σχεδιαστών της Μεγαλονήσου, που προσφέρει, όπως λέει η ίδια στη «N», ευκαιρίες σε νεαρά άτομα να καλλιεργήσουν και να αναπτύξουν το ταλέντο τους. «Το μόνο αρνητικό στοιχείο είναι το πολύ μικρό μέγεθος της αγοράς. Αυτό οδηγεί πολλούς από εμάς στην εξεύρεση άλλων αγορών όπως είναι η Ελλάδα, η οποία και λόγω μεγαλύτερου μεγέθους έχει καλύτερες διασυνδέσεις με τις διεθνείς μητροπόλεις της μόδας», προσθέτει.

Τη ρωτήσαμε για την εμπορική επιτυχία και τις προϋποθέσεις που πρέπει να πληροί ένα brand για να την κερδίσει. Κατά την άποψή της δεν υπάρχει σίγουρος δρόμος, «όλα παίζουν ρόλο και είναι ένας συνδυασμός πραγμάτων όπως είναι το ταλέντο, η σκληρή δουλειά και φυσικά ο παράγοντας τύχη... Όταν αγαπάς αυτό που κάνεις, όταν φτιάχνεις τα σχέδιά σου με μεράκι και έχεις υπομονή και επιμονή, σε συνδυασμό με σωστό προγραμματισμό, οργάνωση και παρουσία σε αξιόλογα shows όπως το AXDW, είναι τα βήματα που θα βοηθήσουν έναν ταλαντούχο σχεδιαστή στην επέκταση και την επιτυχία».

Η δικτύωση και η AXDW στο Ζάππειο

Η τρέχουσα εβδομάδα μόδας Athens Xclusive Designers Week (AXDW), που λαμβάνει χώρα από 21 έως 24 Οκτωβρίου στο Ζάππειο Μέγαρο, έχει επετειακό χαρακτήρα, καθώς η διοργάνωση συμπληρώνει δέκα χρόνια. Το «παρών» αναμένεται να δώσουν τόσο οι παραπάνω σχεδιαστές όσο και μια πληθώρα άλλων, καταξιωμένων και νεότερων, οι οποίοι προσβλέπουν σε εποικοδομητικές επαφές τόσο με το κοινό όσο και με επενδυτές.

Εξάλλου, η Τόνια Φουσέκη, επικεφαλής της διοργάνωσης, αναφέρει στη «N» με αφορμή τη συμπλήρωση της πρώτης δεκαετίας της AXDW ότι στόχος ήταν πάντα η εξωστρέφεια της ελληνικής μόδας και η δικτύωση των Ελλήνων σχεδιαστών με αγοραστές από όλο τον κόσμο. Κάθε σεζόν, παρακολουθώντας τις διεθνείς εξελίξεις του κλάδου, καταφέρνουμε να φιλοξενούμε σημαντικούς αγοραστές από χώρες στις οποίες γνωρίζουμε πως υπάρχει ενδιαφέρον για Έλληνες δημιουργούς, με σκοπό να αναπτυχθούν εμπορικές συμφωνίες. Υπενθυμίζει τη συνεργασία με το Danube Fashion Office, το μεγαλύτερο showroom της Ασίας, που εκπροσωπεί 50 κορυφαίους σχεδιαστές και fashion brands από όλο τον κόσμο, διατηρώντας σταθερή συνεργασία με τους 500 πιο σημαντικούς buyers στην Ασία.

«Ήδη έχουμε κλείσει συμφωνία με δύο Έλληνες σχεδιαστές, ενώ έχουμε εξασφαλίσει την παρουσία Ελλήνων σχεδιαστών σε pop up stores, showrooms, e-shops καθώς και σε καταστήματα λιανικής, πολυκαταστήματα και concept stores σε Λονδίνο, Μαϊάμι, Τζέντα Σαουδική Αραβία, Ντίσελντορφ κ.ά.» προσθέτει κάνοντας επίσης αναφορά στη συνεργασία της Nicky Hilton με μεγάλη μονάδα παραγωγής ρούχων στη Θεσσαλονίκη. Η φετινή διοργάνωση πρόκειται να φιλοξενήσει αγοραστές από το Λονδίνο, το Βερολίνο, το Μιλάνο, το Κουβέιτ και το Λας Βέγκας.

Η κα Φουσέκη τονίζει μεταξύ άλλων: «Η ανάπτυξη του δικτύου των διεθνών συνεργασιών μας είναι κάτι πάνω στο οποίο εργαζόμαστε ανελλιπώς για να πετύχουμε όσο το δυνατό περισσότερες ευκαιρίες ανάπτυξης των ελληνικών brands στο εξωτερικό».