Υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και στο β’ εξάμηνο του 2016 «βλέπει» για τις οικονομίες της νοτιοανατολικής Ευρώπης, η Eurobank, στη μηνιαία ανάλυσή της για τις περιφερειακές αγορές.
Υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και στο β’ εξάμηνο του 2016 «βλέπει» για τις οικονομίες της νοτιοανατολικής Ευρώπης, η Eurobank, στη μηνιαία ανάλυσή της για τις περιφερειακές αγορές.
Ενδεικτικό των θετικών επιδόσεων αποτελεί το γεγονός ότι οι τρέχοντες ρυθμοί ανάπτυξης είναι οι υψηλότεροι στη μετά-Lehman Brothers εποχή.
Όπως εξηγεί η Eurobank, το αισιόδοξο κλίμα οφείλεται στο γεγονός ότι οι συγκριτικά χαμηλότερες διεθνείς τιμές ενέργειας διατηρούν τις πληθωριστικές πιέσεις σε χαμηλά επίπεδα, ενισχύουν το διαθέσιμο εισόδημα, παρέχουν μεγαλύτερη ευελιξία σε νοικοκυριά, επιχειρήσεις και κρατικούς προϋπολογισμούς.
Αυτός ο παράγοντας, σε συνδυασμό με την επεκτατική κατεύθυνση των νομισματικών πολιτικών και την ορατή βελτίωση των αγορών εργασίας, συντελούν - κατά την τράπεζα - στη ενίσχυση της ιδιωτικής κατανάλωσης.
Ωστόσο, η χαμηλότερη απορρόφηση κοινοτικών κονδυλίων εξαιτίας και της ολοκλήρωσης της προγραμματικής περιόδου 2007-2013 στο τέλος του περασμένου έτους, είχε αρνητική επίπτωση στις επενδύσεις, ενώ και η επίδοση των καθαρών εξαγωγών επηρεάστηκε αρνητικά από την ανάκαμψη των εισαγωγών.
Στον αντίποδα, η Eurobank προειδοποιεί ότι η αναπτυξιακή προοπτική της περιοχής θα μπορούσε να επηρεαστεί αρνητικά το 2017, από μια ενδεχόμενη μεγαλύτερη του αναμενομένου επιβράδυνση της Ευρωζώνης. Το ίδιο αναμένεται να συμβεί και στην περίπτωση υλοποίησης μιας σειράς κινδύνων, συμπεριλαμβανομένων των επιπτώσεων του Brexit, της εξάντλησης της αναπτυξιακής ώθησης και του περιορισμού των επεκτατικών νομισματικών πολιτικών.
Η πλειονότητα των περιφερειακών αγορών της νοτιοανατολικής Ευρώπης κατέγραψε κέρδη τους δύο τελευταίους μήνες, καθώς ενδεικτικά, οι χρηματιστηριακοί δείκτες σε Ρουμανία και Σερβία βρέθηκαν κοντά σε υψηλά μηνών, ενώ στη Βουλγαρία, ο γενικός δείκτης ενισχύθηκε σε υψηλό δωδεκαμήνου.
Εντούτοις - καταλήγει η Eurobank - είναι πολύ πιθανόν να υπάρξει άνοδος στη μεταβλητότητα των αγορών προς το τέλος του έτους, λόγω της ενδεχόμενης αύξησης των επιτοκίων της Federal Reserve, αλλά και άλλων εξελίξεων, όπως οι προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ.