Ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας 2014/57/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και διατάξεων του Κανονισμού 596/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου περί κατάχρησης της αγοράς αποτελεί το σχέδιο νόμου του υπουργείου Δικαιοσύνης που από τις 13/9 και έως τις 21/9 βρίσκεται σε δημόσια διαβούλευση.
Από την έντυπη έκδοση
Ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία της Οδηγίας 2014/57/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και διατάξεων του Κανονισμού 596/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου περί κατάχρησης της αγοράς αποτελεί το σχέδιο νόμου του υπουργείου Δικαιοσύνης που από τις 13/9 και έως τις 21/9 βρίσκεται σε δημόσια διαβούλευση.
Το σχέδιο νόμου αφορά χρηματοπιστωτικά μέσα που είναι εισηγμένα προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά ή σε πολυμερή μηχανισμό οργανωμένης διαπραγμάτευση (ΠΜΔ).
Αφορά επίσης συναλλαγές και προσφορές σχετικές με πλειστηριασμούς σε πλατφόρμα πλειστηριασμών, αδειοδοτημένη ως ρυθμιζόμενη αγορά δικαιωμάτων εκπομπής ή άλλων πλειστηριαζόμενων προϊόντων βασιζόμενων επί των δικαιωμάτων αυτών, περιλαμβανομένης και της περίπτωσης των πλειστηριαζόμενων προϊόντων που δεν είναι χρηματοπιστωτικά μέσα. Εξαιρούνται περιπτώσεις πράξεων επί ιδίων μετοχών στο πλαίσιο προγραμμάτων επαναγοράς, πράξεις επί κινητών αξιών για τη σταθεροποίηση των κινητών αξιών.
Ποινές φυλάκισης
Σύμφωνα με τα όσα περιλαμβάνονται στο σχετικό κείμενο:
Τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους όποιος κατέχοντας προνομιακές πληροφορίες τις χρησιμοποιεί με πρόθεση, αποκτώντας ή διαθέτοντας, για ίδιο λογαριασμό ή για λογαριασμό τρίτου, άμεσα ή έμμεσα, χρηματοπιστωτικά μέσα που αφορούν οι εν λόγω πληροφορίες και εφόσον: α) η μέση ημερήσια αξία των παρανόμων συναλλαγών υπερβαίνει το ποσό των 100.000 ευρώ ή β) η ημερήσια αξία των παράνομων συναλλαγών υπερβαίνει για συγκεκριμένη ημέρα το ποσό των 150.000 ευρώ. Επιβάλλεται δε, κάθειρξη μέχρι 10 ετών αν: α) η συνολική αξία των παρανόμων συναλλαγών υπερβαίνει τα 2 εκατομμύρια ευρώ, β) η μέση ημερήσια αξία των παρανόμων συναλλαγών υπερβαίνει τις 250.000 ευρώ και γ) το περιουσιακό όφελος που πράγματι επήλθε ή η ζημία που πράγματι αποφεύχθηκε υπερβαίνει το ποσό των 400.000 ευρώ.
Τα πρόσωπα που εμπίπτουν στην κατηγορία αυτών που κατέχουν προνομιακές πληροφορίες είναι:
1) Κάθε πρόσωπο το οποίο έχει στην κατοχή του προνομιακές πληροφορίες λόγω του ότι: α) είναι μέλος των διοικητικών, διευθυντικών ή εποπτικών οργάνων του εκδότη ή συμμετέχων σε αγορά δικαιωμάτων εκπομπής ή β) είναι κάτοχος συμμετοχής στο κεφάλαιο του εκδότη ή συμμετέχων σε αγορά δικαιωμάτων εκπομπής ή γ) έχει πρόσβαση στις πληροφορίες αυτές κατά την εργασία ή την άσκηση του επαγγέλματος ή των καθηκόντων του ή δ) εμπλέκεται σε εγκληματικές δραστηριότητες διά των οποίων αποκτά τις προνομιακές πληροφορίες.
2) Κάθε πρόσωπο το οποίο έχει αποκτήσει προνομιακές πληροφορίες, υπό περιστάσεις διαφορετικές από εκείνες της περίπτωσης (α) όταν γνωρίζει ότι πρόκειται για προνομιακές πληροφορίες.
Η χρήση προνομιακών πληροφοριών διά της ακύρωσης ή της τροποποίησης μίας υφιστάμενης εντολής σχετικά με ένα χρηματοπιστωτικό μέσο που αφορούν οι εν λόγω πληροφορίες, εάν η εντολή εστάλη πριν αποκτήσει το πρόσωπο τις προνομιακές πληροφορίες, είναι πράξη προσώπου που κατέχει προνομιακές πληροφορίες. Στην περίπτωση πλειστηριασμών δικαιωμάτων εκπομπής ή άλλων εκπλειστηριαζομένων προϊόντων που βασίζονται σε αυτά και οι οποίοι λαμβάνουν χώρα κατά τον Κανονισμό (ΕΕ) 1031/2010, η χρήση προνομιακών πληροφοριών περιλαμβάνει επίσης υποβολή, τροποποίηση ή απόσυρση μίας προσφοράς για ίδιο λογαριασμό του προσώπου που κατέχει προνομιακές πληροφορίες ή για λογαριασμό τρίτου.
Τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών όποιος ενεργώντας με πρόθεση επί τη βάσει των προνομιακών πληροφοριών που κατέχει, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου και του Κανονισμού (ΕΕ) 596/2014, συστήνει ή παροτρύνει ή υποδεικνύει σε άλλον που δεν έχει τις παραπάνω ιδιότητες: να αγοράσει ή να διαθέσει χρηματοπιστωτικά μέσα τα οποία αφορούν οι εν λόγω πληροφορίες ή να ακυρώσει ή να τροποποιήσει μία εντολή σε σχέση με χρηματοπιστωτικό μέσο το οποίο αφορούν οι εν λόγω πληροφορίες.
Τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους όποιος:
1) Πραγματοποιεί συναλλαγή ή αποστέλλει εντολή για διενέργεια συναλλαγής ή με οποιαδήποτε άλλη συμπεριφορά ή δραστηριότητα: α) παρέχει ψευδείς ή παραπλανητικές ενδείξεις σχετικά με την προσφορά, τη ζήτηση ή την τιμή ενός χρηματοπιστωτικού μέσου ή ενός συναφούς με αυτό συμβολαίου άμεσης παράδοσης επί εμπορευμάτων ή β) διαμορφώνει σε μη κανονικό ή σε τεχνητό επίπεδο την τιμή ενός ή περισσοτέρων χρηματοπιστωτικών μέσων ή ενός συναφούς με αυτά συμβολαίου άμεσης παράδοσης επί εμπορευμάτων, εκτός αν οι λόγοι για την ενέργεια αυτή του προσώπου που πραγματοποίησε τη συναλλαγή ή έδωσε τις εντολές για διενέργεια συναλλαγής είναι νόμιμοι και οι εν λόγω συναλλαγές ή εντολές για διενέργεια συναλλαγής είναι σύμφωνες με αποδεκτές πρακτικές της χρηματοπιστωτικής αγοράς στον συγκεκριμένο τόπο διαπραγμάτευσης και εφόσον: (i) η μέση ημερήσια αξία των παρανόμων συναλλαγών υπερβαίνει το ποσό των 150.000 ευρώ ή (ii) η ημερήσια αξία των παρανόμων συναλλαγών υπερβαίνει για συγκεκριμένη ημέρα το ποσό των 250.000 ευρώ.
2) Πραγματοποιεί συναλλαγή ή αποστέλλει εντολή για διενέργεια συναλλαγής ή με οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα ή συμπεριφορά επηρεάζει την τιμή ενός ή περισσοτέρων χρηματοπιστωτικών μέσων ή συναφούς με αυτά συμβολαίου άμεσης παράδοσης επί εμπορευμάτων, διά της χρήσεως εικονικής διατάξεως ή κάθε άλλης μορφής παραπλάνησης ή τεχνάσματος και εφόσον: (i) η μέση ημερήσια αξία των παρανόμων συναλλαγών υπερβαίνει το ποσό των 150.000 ευρώ ή (ii) η ημερήσια αξία των παρανόμων συναλλαγών υπερβαίνει για συγκεκριμένη ημέρα το ποσό των 250.000 ευρώ.
3) Προβαίνει σε διάδοση πληροφοριών, είτε διά των μέσων μαζικής ενημέρωσης, συμπεριλαμβανομένου του διαδικτύου, είτε με οποιονδήποτε άλλο τρόπο, οι οποίες είτε παρέχουν ψευδείς ή παραπλανητικές ενδείξεις σχετικά με την προσφορά, τη ζήτηση ή την τιμή ενός χρηματοπιστωτικού μέσου ή συναφούς με αυτά συμβολαίου άμεσης παράδοσης επί εμπορευμάτων είτε διαμορφώνουν σε μη κανονικό ή σε τεχνητό επίπεδο την τιμή ενός ή περισσοτέρων χρηματοπιστωτικών μέσων ή ενός συναφούς με αυτά συμβολαίου άμεσης παράδοσης επί εμπορευμάτων, και εφόσον ο υπαίτιος ή τρίτος, προσπορίζεται, από τη διάδοση των εν λόγω πληροφοριών, πλεονέκτημα ή όφελος αξίας τουλάχιστον 100.000 ευρώ.
4) Προβαίνει είτε σε διάδοση ψευδών ή παραπλανητικών πληροφοριών είτε στη διενέργεια ψευδών ή παραπλανητικών εισροών είτε σε κάθε άλλη συμπεριφορά η οποία συνεπάγεται τη χειραγώγηση του τρόπου υπολογισμού του κριτηρίου αξιολόγησης κατά την έννοια του νόμου αυτού.
Ποινή φυλάκισης έως τρία έτη επιβάλλεται σε όποιον κατέχει προνομιακές πληροφορίες, σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού και του Κανονισμού (ΕΕ) 596/2014, και, ενεργώντας με πρόθεση, ανακοινώνει με οποιονδήποτε τρόπο ή γνωστοποιεί τις πληροφορίες αυτές σε άλλον, εκτός αν η ανακοίνωση ή η γνωστοποίηση αυτή γίνεται κατά την άσκηση της εργασίας του ή του επαγγέλματός του ή των καθηκόντων του ή αν εμπίπτει στις διατάξεις του άρθρου 11 παράγραφοι 1 έως 8 του Κανονισμού (ΕΕ) 596/2014 περί διερεύνησης (βολιδοσκόπησης) της αγοράς ή αν διενεργείται στο πλαίσιο εκπλήρωσης δημοσιογραφικών σκοπών ή άλλων μορφών έκφρασης στα μέσα μαζικής ενημέρωσης σύμφωνα με τους κανόνες που διέπουν την ελευθερία του Τύπου και την ελευθερία έκφρασης ως και σύμφωνα με τους κανόνες ή κώδικες που διέπουν το δημοσιογραφικό επάγγελμα.
Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς
Για την υλοποίηση των σκοπών και την εφαρμογή των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΕ) 596/2014, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ασκεί τις αρμοδιότητές της με οποιονδήποτε από τους παρακάτω τρόπους: α) άμεσα β) σε συνεργασία με άλλες αρχές ή με τους φορείς της αγοράς γ) με ανάθεση κατ’ εξουσιοδότηση και υπό την εποπτεία της προς τους φορείς της αγοράς και δ) μετά από αίτησή της προς τις δικαστικές ή εισαγγελικές αρχές.
Για να εκπληρώσουν τα καθήκοντά τους δυνάμει του Κανονισμού (ΕΕ) 596/2014, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και τα εντεταλμένα όργανά της δύνανται να:
* Έχουν άμεση και ακώλυτη πρόσβαση σε οποιαδήποτε έγγραφα, βιβλία, στοιχεία ή άλλα δεδομένα οποιασδήποτε μορφής (έγγραφης, ηλεκτρονικής, μαγνητικής ή άλλης) συμπεριλαμβανομένων των ηλεκτρονικών μέσων αποθήκευσης, επεξεργασίας και μεταφοράς δεδομένων και λαμβάνουν αντίγραφα αυτών δίχως να χωρεί έναντι αυτών και της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς η επίκληση επαγγελματικού ή άλλου απορρήτου για τη μη παροχή της πρόσβασης και των αντιγράφων, υπό την επιφύλαξη των ρυθμίσεων του άρθρου 212 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
* Ζητούν και λαμβάνουν πληροφορίες από οποιοδήποτε πρόσωπο, συμπεριλαμβανομένων όσων συμμετέχουν διαδοχικά στη διαβίβαση εντολών ή στη διεξαγωγή των σχετικών εργασιών καθώς και από τους εντολείς αυτών.
Σε ό,τι αφορά τα παράγωγα επί εμπορευμάτων, ζητούν και λαμβάνουν πληροφορίες από συμμετέχοντες σε σχετικές αγορές άμεσης παράδοσης μέσω των τυποποιημένων μορφοτύπων, λαμβάνουν αναφορές σχετικά με συναλλαγές και έχουν άμεση πρόσβαση στα συστήματα των διαπραγματευτών.
* Διεξάγουν επιτόπιες επιθεωρήσεις και έρευνες σε χώρους που δεν αποτελούν ιδιωτικές κατοικίες φυσικών προσώπων: α) Δύνανται να εισέρχονται στην επαγγελματική εγκατάσταση φυσικών και νομικών προσώπων και να προβαίνουν σε κατάσχεση εγγράφων, βιβλίων, στοιχείων και δεδομένων, οποιασδήποτε μορφής (έγγραφης, ηλεκτρονικής, μαγνητικής ή άλλης) συμπεριλαμβανομένων των ηλεκτρονικών μέσων αποθήκευσης, επεξεργασίας και μεταφοράς δεδομένων, εφόσον υπάρχουν εύλογες υπόνοιες ότι τα έγγραφα, βιβλία, στοιχεία ή δεδομένα αυτά που σχετίζονται με το αντικείμενο του ελέγχου, ενδέχεται να είναι κρίσιμα για τη στοιχειοθέτηση παράβασης κατάχρησης προνομιακής πληροφορίας ή χειραγώγησης της αγοράς σύμφωνα με τον Κανονισμό 596/2014/ΕΕ β) Για την κατάσχεση που πραγματοποιείται κατά τα παραπάνω συντάσσεται έκθεση κατάσχεσης. Η έκθεση υπογράφεται από τον ελεγκτή της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς που ενεργεί την κατάσχεση και από το ελεγχόμενο πρόσωπο ή τον παρόντα κατά τη διενέργεια της κατάσχεσης υπάλληλο ή εκπρόσωπό του ή προκειμένου περί νομικών προσώπων, από πρόσωπο που μετέχει στη διοίκηση ή διαχείριση του ελεγχόμενου νομικού προσώπου ή από τον εσωτερικό ελεγκτή του ή τον παρόντα κατά τη διενέργεια της κατάσχεσης υπάλληλο του ελεγχόμενου νομικού προσώπου. Η έκθεση κατάσχεσης συντάσσεται σε τρία αντίγραφα. Τα δύο αντίγραφα κρατούνται από τον ελεγκτή της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και το άλλο παραδίδεται στον ελεγχόμενο ή σε εκείνο από τα πρόσωπα του προηγούμενου εδαφίου που υπέγραψε την έκθεση κατάσχεσης για λογαριασμό του ελεγχόμενου προσώπου. Σε περίπτωση άρνησης των παραπάνω να υπογράψουν, εφαρμόζονται οι σχετικές με τις επιδόσεις διατάξεις των άρθρων 47 έως 57 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας. Το ελεγχόμενο πρόσωπο δικαιούται να λάβει αντίγραφα των κατασχεθέντων βιβλίων, στοιχείων και λοιπών εγγράφων με δαπάνες του. Η έκθεση κατάσχεσης περιλαμβάνει μεταξύ άλλων το αντικείμενο της κατάσχεσης. Στην έκθεση κατάσχεσης πρέπει να γίνεται σαφής, ακριβής και λεπτομερειακή περιγραφή των κατασχεθέντων αντικειμένων, ώστε να μην επιδέχεται παρερμηνεία και να μη δημιουργούνται αμφιβολίες για το είδος και πλήθος των στοιχείων ή αντικειμένων που κατασχέθηκαν. Τα εντεταλμένα όργανα που ενεργούν την κατάσχεση εφοδιάζονται, αν είναι δυνατό, με αντίγραφα των εγγράφων που κατασχέθηκαν και με φωτογραφίες ή άλλες αναπαραστάσεις των πραγμάτων που κατασχέθηκαν και μπορούν να αλλοιωθούν ή είναι δύσκολο να φυλαχθούν. Τα κατασχεθέντα φυλάσσονται στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Σε κάθε περίπτωση, το Διοικητικό Συμβούλιο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς μπορεί να αποφασίσει την άρση της κατάσχεσης, αν δεν είναι πιθανόν ότι από αυτό τον λόγο θα δημιουργηθούν δυσχέρειες στη διακρίβωση της αλήθειας.
Σε κάθε περίπτωση που κατά την έρευνα και κατάσχεση παρίσταται εκπρόσωπος της δικαστικής αρχής, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
* Αιτούνται και λαμβάνουν νομίμως υφιστάμενα αρχεία καταγραφής τηλεφωνικών συνδιαλέξεων, ηλεκτρονικών επικοινωνιών καθώς και άλλα αρχεία διακίνησης δεδομένων που τηρούνται από επιχειρήσεις παροχής επενδυτικών υπηρεσιών, ανώνυμες εταιρίες επενδυτικής διαμεσολάβησης όπως ορίζονται στο άρθρο 36 του ν. 3606/2007, πιστωτικά ιδρύματα ή άλλα χρηματοδοτικά ιδρύματα ή άλλα πρόσωπα που τηρούν νομίμως τα ως άνω αρχεία στο πλαίσιο του Κανονισμού (ΕΕ) 596/2014.
* Καλούν και λαμβάνουν ένορκες μαρτυρικές καταθέσεις από οποιοδήποτε πρόσωπο, για την απόκτηση πληροφοριών.* Η λήψη μαρτυρικών καταθέσεων, πραγματοποιείται στην έδρα της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
* Το πρόσωπο που πρόκειται να καταθέσει κλητεύεται εγγράφως σε ορισμένη ημέρα και ώρα. Η κλήση υπογράφεται από τον Προϊστάμενο της καθ’ ύλην αρμόδιας Διεύθυνσης της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
* Η κλήση περιέχει συνοπτική περιγραφή της υπόθεσης για την οποία πρόκειται να εξεταστεί ο μάρτυρας, μνημονεύει την αρχή στην οποία αυτός καλείται και αναγράφει ότι, στην περίπτωση που αυτός δεν εμφανιστεί, επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο.
* Η κλήση επιδίδεται στο εξεταζόμενο πρόσωπο, με δικαστικό επιμελητή, εφαρμοζομένων κατά τα λοιπά αναλόγως των άρθρων 155 έως 164 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, 2 τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες πριν από την ημέρα για την οποία καλείται προς εξέταση. Η προθεσμία κλήσης μπορεί να παρατείνεται σε τρεις εργάσιμες ημέρες, εφόσον το εξεταζόμενο πρόσωπο έχει την κατοικία ή έδρα του εκτός του νομού Αττικής. Η προθεσμία κλήσης παρατείνεται σε 10 εργάσιμες ημέρες, εφόσον το εξεταζόμενο πρόσωπο έχει την κατοικία ή έδρα του εκτός της ελληνικής επικράτειας.
Επιπροσθέτως, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, προκειμένου να εκπληρώσει τα καθήκοντά της, δύναται να αιτείται την αναστολή διαπραγμάτευσης χρηματοπιστωτικών μέτρων, να ζητά προσωρινή διακοπή κάθε πρακτικής την οποία θεωρεί αντίθετη με τις διατάξεις του Κανονισμού αλλά και να προβαίνει σε προσωρινή απαγόρευση άσκησης της επαγγελματικής δραστηριότητας των προσώπων που αδειοδοτούνται ή πιστοποιούνται από την ΕΚ.
Ποιες περιπτώσεις αφορά το σχέδιο νόμου
* Χρηματοπιστωτικά μέσα που είναι εισηγμένα προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά ή σε πολυμερή μηχανισμό οργανωμένης διαπραγμάτευσης (ΠΜΔ).
* Συναλλαγές και προσφορές σχετικές με πλειστηριασμούς σε πλατφόρμα πλειστηριασμών, αδειοδοτημένη ως ρυθμιζόμενη αγορά δικαιωμάτων εκπομπής ή άλλων πλειστηριαζόμενων προϊόντων βασιζόμενων επί των δικαιωμάτων αυτών, περιλαμβανομένης και της περίπτωσης των πλειστηριαζόμενων προϊόντων που δεν είναι χρηματοπιστωτικά μέσα.
Εξαιρούνται περιπτώσεις πράξεων επί ιδίων μετοχών στο πλαίσιο προγραμμάτων επαναγοράς και πράξεις επί κινητών αξιών για τη σταθεροποίηση των κινητών αξιών.
Πώς ασκούνται οι ποινικές διώξεις από τις αρχές για αξιόποινες πράξεις
Η ποινική δίωξη για όλες τις αξιόποινες πράξεις του παρόντος νόμου ασκείται αυτεπαγγέλτως από τον κατά τόπον αρμόδιο Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών ο οποίος έχει δικαίωμα να διενεργήσει προκαταρκτική εξέταση, προανάκριση ή να παραγγείλει κυρία ανάκριση για τη διακρίβωση των παραπάνω αξιοποίνων πράξεων, χωρίς να απαιτείται έγκληση ή αίτηση οποιασδήποτε αρχής.
Η ποινική διαδικασία είναι σε κάθε περίπτωση ανεξάρτητη από την όποια διοικητική διαδικασία, καθώς και από οποιασδήποτε φύσεως ένδικο βοήθημα ή μέσο ενώπιον Διοικητικών Δικαστηρίων ή άλλων Διοικητικών Αρχών. Σε κάθε περίπτωση, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς υποβάλλει στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών μηνυτήρια αναφορά με την οποία ανακοινώνεται η τέλεση οποιασδήποτε αξιόποινης πράξεως του παρόντος νόμου καθώς και τυχόν άλλης συναφούς αξιόποινης πράξεως η οποία διώκεται αυτεπαγγέλτως από τον νόμο. Στην περίπτωση αυτή ο Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών ενεργεί κατά τα άρθρα 31 και 43 του ΚΠΔ.
Αν διενεργείται προκαταρκτική εξέταση ή προανάκριση για κάποια από τις αξιόποινες πράξεις του παρόντος νόμου, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς καλείται να λάβει γνώση της δικογραφίας και να υποβάλει έκθεση με τις απόψεις της για όλες τις υπό διερεύνηση αξιόποινες πράξεις το αργότερο μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από την επίδοση της κλήσεως. Σε περίπτωση που διενεργείται κυρία ανάκριση και δεν έχει ήδη υποβληθεί η έκθεση του προηγουμένου εδαφίου, ο ανακριτής καλεί την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς για την υποβολή της σχετικής έκθεσης κατά τα παραπάνω οριζόμενα.
Σε περίπτωση αμέσου κινδύνου παραγραφής της υποθέσεως ή αν υπάρχει πρόσωπο που τελεί σε προσωρινή κράτηση, εκείνος που διενεργεί την προκαταρκτική εξέταση, προανάκριση ή κυρία ανάκριση έχει δικαίωμα σύντμησης της παραπάνω προθεσμίας σε δέκα (10) ημέρες. Η μη υποβολή της παραπάνω έκθεσης δεν κωλύει σε καμία περίπτωση την πρόοδο της διαδικασίας ούτε συνιστά διαδικαστική προϋπόθεση για την άσκηση της ποινικής δίωξης ή την περαίωση της κυρίας ανακρίσεως κατά του υπαιτίου προσώπου.
Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου δεν εφαρμόζονται στην περίπτωση που η προκαταρκτική εξέταση, η προανάκριση ή η κύρια ανάκριση διενεργούνται κατόπιν μηνυτήριας αναφοράς της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Η άσκηση ποινικής δίωξης για αξιόποινες πράξεις του νόμου αυτού γνωστοποιείται από τον αρμόδιο Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.
Αυστηρά πρόστιμα για φυσικά και νομικά πρόσωπα
Σε περίπτωση παράβασης από φυσικό πρόσωπο της απαγόρευσης κατάχρησης προνομιακών πληροφοριών, της απαγόρευσης παράνομης ανακοίνωσης προνομιακών πληροφοριών και της απαγόρευσης χειραγώγησης της αγοράς, επιβάλλεται πρόστιμο ύψους από 10.000 μέχρι 5.000.000 ευρώ ή πρόστιμο έως και το τριπλάσιο του ποσού των κερδών που αποκτήθηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν λόγω της παράβασης, εάν το ποσό αυτό μπορεί να προσδιοριστεί.
Σε περίπτωση παράβασης από νομικό πρόσωπο, επιβάλλεται πρόστιμο ύψους από 10.000 μέχρι 15.000.000 ευρώ ή μέχρι του ποσού που αντιστοιχεί στο 15% του συνολικού ετήσιου κύκλου εργασιών του νομικού προσώπου σύμφωνα με τους τελευταίες διαθέσιμες οικονομικές καταστάσεις που έχουν εγκριθεί από το διοικητικό συμβούλιο ή έως και το τριπλάσιο του ποσού των κερδών που αποκτήθηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν λόγω της παράβασης, εάν το ποσό αυτό μπορεί να προσδιοριστεί. Όταν το νομικό πρόσωπο είναι μητρική επιχείρηση ή θυγατρική επιχείρηση, η οποία οφείλει να καταρτίζει ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4308/2014, ή της οδηγίας 2013/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, ο σχετικός συνολικός ετήσιος κύκλος εργασιών είναι ίσος με τον συνολικό ετήσιο κύκλο εργασιών, ή το αντίστοιχο είδος εισοδημάτων σύμφωνα με τις σχετικές λογιστικές οδηγίες, σύμφωνα με τις τελευταίες διαθέσιμες ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις που έχουν εγκριθεί από το διοικητικό συμβούλιο της τελικής μητρικής επιχείρησης.