Δεκάδες εμπόδια νομικής, φορολογικής και διοικητικής φύσεως για την αποτελεσματική διαχείριση των «κόκκινων» δανείων απαριθμεί το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.
Από την έντυπη έκδοση
Της Άννας Δόγα
[email protected]
Δεκάδες εμπόδια νομικής, φορολογικής και διοικητικής φύσεως για την αποτελεσματική διαχείριση των «κόκκινων» δανείων απαριθμεί το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Το ΤΧΣ προτείνει τις αναγκαίες παρεμβάσεις, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων θα πρέπει να διευθετηθεί έως το τέλος του έτους ώστε να μπει σε τροχιά η διαδικασία μείωσης των NPEs που υπερβαίνουν σήμερα τα 110 δισ. ευρώ.
Το θέμα των «κόκκινων» δανείων θα συζητηθεί σήμερα, όπως και το κρίσιμο θέμα επιλογής διοικήσεων, στη συνάντηση που θα γίνει στη Φραγκφούρτη μεταξύ της επικεφαλής του SSM Ντανιέλ Νουί και των προέδρου και διευθύνοντος συμβούλου του ΤΧΣ, Γιώργου Μιχελή και Χριστόφορου Στράτου.
Η επικαιροποίηση της μελέτης που έγινε αρχικώς τον Οκτώβριο του 2015 αποτελούσε μνημονιακή υποχρέωση προκειμένου να καταγραφεί τι ακριβώς απομένει να συμπληρωθεί ή τροποποιηθεί στο νομοθετικό πλαίσιο και όπως αποδεικνύεται το έργο είναι ακόμη πολύ μεγάλο, αφού απαριθμούνται περισσότερα από 60 «εμπόδια».
Αξίζει να σημειωθεί ότι τόσο το ΤΧΣ όσο και η Τράπεζα της Ελλάδος δεν παίρνουν μέρος, όπως θα ήταν εύλογο στην προετοιμασία σχετικών νομοθετικών ρυθμίσεων. Η τροποποίηση του νόμου Κατσέλη κυρίως, ώστε να μην προστατεύονται οι στρατηγικοί κακοπληρωτές, αλλά και του νόμου Δένδια είναι κρίσιμα σημεία, όπως και η παροχή δυνατότητας για μετοχοποίηση δανείων σε υπερχρεωμένες επιχειρήσεις και η απομάκρυνση των διοικήσεων που δεν συνεργάζονται.
Η μελέτη επισημαίνει την έλλειψη εξειδικευμένων και έμπειρων δικαστών για την αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και τη συσσώρευση ήδη μεγάλου όγκου υποθέσεων στο δικαστικό σύστημα.
Καθυστερήσεις προκαλούνται από το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο και την αναποτελεσματική διαδικασία των πλειστηριασμών. Στην κατεύθυνση αυτή είναι αναγκαίες βελτιώσεις στο νόμο Κατσέλη, διαδικαστικά προκειμένου να «τρέξει» πιο γρήγορα και ουσιαστικά, ώστε ο νόμος να παρέχει δίχτυ προστασίας στους πραγματικά ευάλωτους δανειολήπτες, περιορίζοντας τη δυνατότητα πρόσβασης σε στρατηγικούς κακοπληρωτές.
Όσον αφορά τον νόμο Δένδια, για να λειτουργήσει αποτελεσματικά απαιτούνται κίνητρα, μεταξύ άλλων φορολογικά, προϋποτίθεται η συνολική αντιμετώπιση του διακανονισμού χρέους προς τον ιδιωτικό και τον δημόσιο τομέα και μια εξορθολογισμένη διαδικασία διαπραγματεύσεων υπό την πρωτοβουλία του πιστωτή που έχει καλύτερη γνώση του οφειλέτη. Η δικαστική εμπλοκή πρέπει να παραμείνει στον ελάχιστο δυνατό βαθμό.
Προτάσεις περιλαμβάνονται επίσης για τον ήδη τροποποιημένο Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, αφού υπάρχουν ακόμη αδυναμίες, καθώς, για παράδειγμα, επιτρέπει με την κατάθεση αίτησης του δανειολήπτη να καταργείται οποιαδήποτε δικαστική ενέργεια σε βάρος περιουσιακών στοιχείων του και στερείται κινήτρων για την εξωδικαστική διευθέτηση χρεών.
Όσον αφορά τον πτωχευτικό κώδικα, ενώ έχουν γίνει θετικά βήματα στην προπτωχευτική διαδικασία, ωστόσο υπάρχει περιθώριο βελτίωσης.
Συγκεκριμένα, οι πιστωτές δεν μπορούν να ελέγξουν αν το ακίνητο που δηλώνει ως μοναδικό του περιουσιακό στοιχείο ο δανειολήπτης που αιτείται την υπαγωγή του στον νόμο 3869/2010, ή βάσει του Πτωχευτικού Κώδικα, είναι όντως το μόνο.
Όπως τονίζει το ΤΧΣ, θα πρέπει να εξασφαλίζεται το κλείσιμο των υποθέσεων χρέους εντός της τριετίας, ενώ σήμερα η διαδικασία ρευστοποίησης περιουσιακών στοιχείων μπορεί να διαρκέσει 10 χρόνια ή και περισσότερο.
Μετατροπή χρέους σε μετοχικό κεφάλαιο θα πρέπει να επιβάλλεται στις μη συνεργάσιμες διοικήσεις των επιχειρήσεων που μπλοκάρουν τις αναδιαρθρώσεις και το δικαστήριο, κατόπιν αιτήματος του διαδίκου που έχει έννομο συμφέρον, να κρίνει καταχρηστική την αρνητική ψήφο των διοικήσεων στο σχέδιο αναδιάρθρωσης.
Νομοθετικά εμπόδια καταγράφονται και στη μεταβίβαση και εκχώρηση δανείων, αλλά και φορολογικά, αφού ο νόμος περί τιτλοποιήσεων απαλλάσσει τις μεταβιβάσεις από όλους τους φόρους, ενώ με τον νόμο για τα NPLs οι μεταβιβάσεις υπόκεινται σε ΦΠΑ, επισημαίνει το ΤΧΣ.
Η φορολογία της ιδιοκτησίας ακινήτων που βασίζεται σε αντικειμενικές αξίες που μπορεί να υπερβαίνουν τις τρέχουσες εμπορικές αξίες, μπορεί να αποθαρρύνει πιθανούς αγοραστές στο πλαίσιο τόσο εθελοντικής όσο και εξαναγκαστικής πώλησης του ακινήτου.
Το ισχύον φορολογικό πλαίσιο μπορεί να έχει επιπτώσεις στις προβλέψεις των τραπεζών για τα δανειακά τους χαρτοφυλάκια, με επιπτώσεις στα κεφάλαιά τους, αποτρέποντας έτσι τη διαχείριση των NPLs.
Τόσο οι διαγραφές όσο και οι μεταβιβάσεις δανείων επιταχύνουν την αναγνώριση φορολογικών ζημιών από τις τράπεζες και αυτό που προτείνει το ΤΧΣ είναι οι ζημίες που θα προέλθουν από διαγραφές και μεταβιβάσεις δανείων να αντιμετωπιστούν όπως οι ζημιές από το PSI και να μπορέσουν να αποσβεστούν από τις τράπεζες σε βάθος 30ετίας.
Σε επίπεδο διοικητικών εμποδίων εντοπίζεται το πρόβλημα της αναποτελεσματικής καταγραφής της ακίνητης περιουσίας, με αποτέλεσμα την καθυστέρηση των πλειστηριασμών, καθώς και την αδιαφάνεια στην αγορά που καθιστά δύσκολη την αντικειμενική εκτίμηση της αξίας των ακινήτων.
Από την πλευρά των τραπεζών, η έλλειψη πλήρων και ενημερωμένων αρχείων για την πιστοληπτική ικανότητα των δανειοληπτών σε σχέση και με τις οφειλές τους στο Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία αυξάνει τον ηθικό κίνδυνο κατά την επιλογή πελατών για χορηγήσεις δανείων, εμποδίζοντας και τις συναλλαγές σε μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
Βελτίωση του νόμου Κατσέλη
Το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο, σύμφωνα με το ΤΧΣ, προκαλεί καθυστερήσεις. Ειδικότερα για τον νόμο Κατσέλη, αδυναμία του είναι ότι αυτομάτως αναστέλλονται όλες οι δράσεις επιβολής από την τράπεζα από τη στιγμή υποβολής της αίτησης του δανειολήπτη για την ένταξή του σε αυτόν, μέχρι και την ακρόαση για επιβολή προσωρινών μέτρων, η οποία μπορεί να πραγματοποιηθεί ακόμη και έναν χρόνο μετά την αίτηση ένταξης.
Οι δικαστικές εντολές παγώματος των ενεργειών σε βάρος του δανειολήπτη εκδίδονται «γενναιόδωρα», ενώ οι εξαιρέσεις από τη ρευστοποίηση περιουσιακών στοιχείων περιλαμβάνουν συχνά και στοιχεία πέραν της πρώτης κατοικίας, σημειώνει η μελέτη.