Τα τελευταία δέκα χρόνια, οι αναδιαρθρώσεις των επιχειρήσεων στον ευρωπαϊκό χώρο αποτελούν ένα ιδιαίτερα έντονο φαινόμενο, το οποίο οξύνθηκε κυρίως μετά το 2008 κάτω από την πίεση της οικονομικής ύφεσης.
Από την έντυπη έκδοση
Του Γιώργου Παλαιτσάκη
[email protected]
Τα τελευταία δέκα χρόνια, οι αναδιαρθρώσεις των επιχειρήσεων στον ευρωπαϊκό χώρο αποτελούν ένα ιδιαίτερα έντονο φαινόμενο, το οποίο οξύνθηκε κυρίως μετά το 2008 κάτω από την πίεση της οικονομικής ύφεσης.
Η απώλεια χιλιάδων θέσεων εργασίας συνιστά την κύρια συνέπεια των αναδιαρθρώσεων, ενώ παράλληλα η κρίση στο πεδίο της απασχόλησης και η διατήρηση της ανεργίας σε υψηλά επίπεδα συνοδεύονται από πολιτικές εργασιακών σχέσεων που ενισχύουν την ευελιξία και σε μεγάλο βαθμό έχουν σαν αποτέλεσμα την περαιτέρω απορρύθμιση της αγοράς εργασίας. Για παράδειγμα, μόνο το 2009 καταγράφηκαν 285 αναδιαρθρώσεις επιχειρήσεων στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ 2 χρόνια αργότερα, το 2011, μόνο σε τρεις χώρες καταγράφονται συνολικά 529 αναδιαρθρώσεις επιχειρήσεων. Πρόκειται για τη Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Πολωνία που καταγράφουν 194, 186 και 149 αντίστοιχα περιπτώσεις αναδιαρθρώσεων σε επιχειρήσεις.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου Εργασίας, οι οικονομικοί κλάδοι που επλήγησαν περισσότερο από αυτές τις αναδιαρθρώσεις ήταν η αυτοκινητοβιομηχανία, η χαλυβουργία και η ναυπηγική βιομηχανία, ο κλάδος των ηλεκτρονικών κατασκευών, ο χρηματοπιστωτικός τομέας, ο ασφαλιστικός κλάδος, καθώς και οι αερομεταφορές.
Άμεσες συνέπειες αυτών των απότομων αλλαγών ήταν η αποδυνάμωση του θεσμού της πλήρους και σταθερής απασχόλησης προς όφελος κάθε μορφής ευέλικτης απασχόλησης με την παράλληλη απελευθέρωση και τη διευκόλυνση των απολύσεων, την ελαστικοποίηση των ωραρίων και την αποδιάρθρωση του συστήματος των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Μάλιστα, σε αρκετές περιπτώσεις χωρών αυτή η απορρύθμιση πήρε εξαιρετικά ανησυχητικές διαστάσεις σε συνδυασμό με την ταυτόχρονη μείωση του εργατικού κόστους και την αύξηση της ανεργίας.
Μέχρι σήμερα, η διαδικασία των αναδιαρθρώσεων εξακολουθεί να προκαλεί σημαντικές αλλαγές στην ευρωπαϊκή αγορά εργασίας, με σοβαρές επιπτώσεις στην απασχόληση και στις εργασιακές σχέσεις. Οι απώλειες των θέσεων εργασίας συνιστούν τη βασική συνέπεια των αναδιαρθρώσεων, αφού ο αριθμός της δημιουργίας των νέων θέσεων εργασίας είναι κατά πολύ μικρότερος από τον αριθμό των θέσεων εργασίας που χάνονται.
Επιπλέον οι αναδιαρθρώσεις συνεπάγονται αλλαγές στο περιεχόμενο των εργασιακών σχέσεων που, κατά κανόνα, συνοδεύονται από μεγαλύτερη ευελιξία και πολιτικές μείωσης του εργασιακού κόστους. Αξίζει να επισημάνουμε ότι οι αναδιαρθρώσεις αφορούν και επιχειρήσεις και οργανισμούς του δημόσιου τομέα.
Το 2011 οι αναδιαρθρώσεις επιχειρήσεων στον δημόσιο τομέα είχαν ως αποτέλεσμα τον περιορισμό της απασχόλησης κατά 113.000 εργαζομένους. Στις χώρες με τον μεγαλύτερο καταγεγραμμένο αριθμό αναδιαρθρώσεων παρατηρείται σημαντική απόκλιση ανάμεσα στις θέσεις εργασίας που χάνονται και σε εκείνες που δημιουργούνται. Για παράδειγμα, το 2011 στο Ηνωμένο Βασίλειο χάθηκαν, λόγω αναδιαρθρώσεων, 99.300 θέσεις εργασίας, ενώ δημιουργήθηκαν μόλις 37.000. Στη Γαλλία οι απώλειες ανέρχονται σε 77.400 θέσεις εργασίας, ενώ οι δημιουργούμενες θέσεις είναι 59.800, και στην Πολωνία 35.500 και 28.200 αντίστοιχα.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα
Στον κλάδο της μεταλλοβιομηχανίας, ενδεικτική είναι η αναδιάρθρωση που επιχειρεί η σουηδική επιχείρηση ηλεκτρικών ειδών Electrolux στην Ιταλία, η οποία αποφάσισε τη μείωση προσωπικού κατά 740 εργαζομένους. Η εταιρεία εισήγαγε διαδικασίες διαβούλευσης με τους εκπροσώπους των εργαζομένων με κίνητρα οικειοθελούς αποχώρησης με ειδικά μπόνους, οικονομικές ενισχύσεις για επιχειρηματικότητα, προσλήψεις σε γειτονικές επιχειρήσεις. Το αποτέλεσμα ήταν να υπάρξει αποδοχή αυτής της πρότασης από μέρους των εργαζομένων έπειτα από σχετικό δημοψήφισμα στο οποίο εγκρίθηκε το social plan της επιχείρησης με ποσοστό άνω του 80%. Στον ίδιο κλάδο, η ιταλική ναυπηγοεπισκευαστική κρατική επιχείρηση Finantieri ανακοίνωσε την απόλυση 2.250 από το σύνολο των 9.200 εργαζομένων.
Όμως, αυτή η εξέλιξη είχε επιπτώσεις την απασχόληση άλλων 20.000 εργαζομένων σε επιχειρήσεις δορυφορικές, με αποτέλεσμα να ανασταλεί το σχέδιο της εταιρείας εξαιτίας έντονων απεργιακών κινητοποιήσεων των εργαζομένων. Επίσης, στον κλάδο της χαλυβουργίας στο Λουξεμβούργο η Arcelor Mittal, η οποία είναι ο μεγαλύτερος εργοδότης της χώρας με 6.000 εργαζομένους, ανακοίνωσε 250 απολύσεις, ενώ το τριμερές σχέδιο διάσωσης που προτάθηκε περιελάμβανε τη μείωση 262 θέσεων πλήρους απασχόλησης και μετακίνηση των απολυμένων σε άλλες υπηρεσίες της εταιρείας καθώς και σε δορυφορικές επιχειρήσεις-εργολάβους.
Επίσης, στη Σλοβακία η μεγαλύτερη εταιρεία χάλυβα της χώρας, η Steel Κοsice, αμερικανικών συμφερόντων, επέβαλε 4ήμερη εργασία για δύο μήνες σε συνέχεια των 400 απολύσεων που προηγήθηκαν κατά το 2009, λόγω της πτώσης των παραγγελιών από τις αυτοκινητοβιομηχανίες. Για την Ελλάδα επισημαίνεται η περίπτωση της Ελληνικής Χαλυβουργίας και η προσπάθεια μονομερούς επιβολής της εκ περιτροπής εργασίας, η οποία προκάλεσε τη μεγαλύτερης διάρκειας απεργιακή κινητοποίηση έπειτα από πολλές δεκαετίες.
Στον κλάδο των αερομεταφορών, η ιρλανδική Aer Lingus, αφού διέκοψε προσωρινά τη λειτουργία της λόγω φορολογικών βαρών, ακολούθησε πολιτική μείωσης του εργασιακού κόστους περικόπτοντας θέσεις εργασίας με 1.073 οικειοθελείς αποχωρήσεις και 715 απολύσεις οι οποίες κατέληξαν σε επαναπροσλήψεις, αλλά με δυσμενέστερους εργασιακούς όρους. Στην Κύπρο, το σχέδιο αναδιάρθρωσης της Air Cyprus περιελάμβανε την απόλυση 156 εργαζομένων, την περικοπή μισθών κατά 9%, τη μείωση της ετήσιας άδειας κατά 3 ημέρες, τη μείωση των υπερωριών κατά 30% και των αναρρωτικών αδειών κατά 40%.
Τέλος, στην Ισπανία ιδιωτικοποιείται η Aena, εταιρεία εκμετάλλευσης των αεροδρομίων της χώρας, ενώ ύστερα από κινητοποιήσεις των εργαζομένων εξασφαλίζεται η δέσμευση για τη μη ύπαρξη απολύσεων μέχρι το 2018. Στην Τσεχία και στον κλάδο των ταχυδρομικών υπηρεσιών ανακοινώθηκε το κλείσιμο 1.500 περιφερειακών καταστημάτων που είχε ως συνέπεια την απώλεια 1.700 θέσεων εργασίας σε συνέχεια των 4.000 εκβιαστικών αποχωρήσεων που συντελέστηκαν κατά την τελευταία 5ετία.