Ανεβαίνει κατακόρυφα το θερμόμετρο στο «καυτό» θέμα των αλλαγών στις εργασιακές σχέσεις, καθώς μετά την πρόσφατη επιστολή των θεσμών προς την επιτροπή εμπειρογνωμόνων του υπουργείου Εργασίας με την οποία ζητούσαν σαρωτικές αλλαγές στην αγορά εργασίας, τώρα και η Ευρωπαία επίτροπος Απασχόλησης τονίζει την αναγκαιότητα για «βαθιές μεταρρυθμίσεις στην ελληνική αγορά εργασίας».
Από την έντυπη έκδοση
Του Στέλιου Παπαπέτρου
Ανεβαίνει κατακόρυφα το θερμόμετρο στο «καυτό» θέμα των αλλαγών στις εργασιακές σχέσεις, καθώς μετά την πρόσφατη επιστολή των θεσμών προς την επιτροπή εμπειρογνωμόνων του υπουργείου Εργασίας με την οποία ζητούσαν σαρωτικές αλλαγές στην αγορά εργασίας, τώρα και η Ευρωπαία επίτροπος Απασχόλησης τονίζει την αναγκαιότητα για «βαθιές μεταρρυθμίσεις στην ελληνική αγορά εργασίας».
Μάλιστα, όπως επισημαίνει η Μαριάν Τίσεν, «χρειαζόμαστε μεταρρυθμίσεις στον νόμο για τις απεργίες, στη νομοθεσία για τον ιδιωτικό τομέα, τις ομαδικές απολύσεις που είναι πραγματικά ένα εμπόδιο στις επενδύσεις, την καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας».
Οι θέσεις που διατύπωσε η Ευρωπαία επίτροπος σε συνέντευξή της στο ΑΠΕ για την έκταση και το βάθος των αλλαγών που κατά την εκτίμησή της πρέπει να γίνουν στις εργασιακές σχέσεις, στην ουσία συγκλίνουν με τις θέσεις που έχουν διατυπώσει και οι εκπρόσωποι των θεσμών και ειδικά με εκείνες του ΔΝΤ.
Αξίζει να επισημάνουμε και τη χρονική συγκυρία της διατύπωσης αυτών των θέσεων. Μετά τη δημοσιοποίηση της επιστολής των εκπροσώπων του κουαρτέτου (πριν από 6 ημέρες), τώρα προστίθεται ένας ακόμη θεσμικός παράγοντας, αυτός της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Απασχόλησης, που επισημαίνει την αναγκαιότητα βαθιών μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας της χώρας μας.
Αυτές οι εξελίξεις συμπίπτουν χρονικά και με την προσπάθεια του υπουργείου Εργασίας για την επίτευξη στο εσωτερικό της χώρας του «εθνικού κοινωνικού μετώπου» κυβέρνησης και κοινωνικών εταίρων για τη συγκρότηση μιας κοινής πολιτικής στο επίμαχο θέμα των διαπραγματεύσεων με τους θεσμούς για το εργασιακό.
Επίσης, χθες ο ΣΕΒ διά του προέδρου του Θεόδωρου Φέσσα ανέδειξε τους βασικούς άξονες του εργασιακού, επισημαίνοντας μάλιστα ότι ο τρόπος με τον οποίο ενσωματώθηκε η κοινοτική οδηγία για τις ομαδικές απολύσεις στη χώρα μας «αποτελεί ελληνική πατέντα».
Οι τελευταίες εξελίξεις γύρω από το εργασιακό αναμένεται να αποτυπωθούν και ενδεχομένως να επηρεάσουν τις διεργασίες που γίνονται μεταξύ του υπουργείου Εργασίας και των κοινωνικών εταίρων για τη συγκρότηση ενός κοινού μετώπου εν όψει του νέου γύρου των διαπραγματεύσεων με τους εκπροσώπους των θεσμών το ερχόμενο φθινόπωρο.
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε η κα Τίσεν και στον ισχύοντα νόμο για τις ομαδικές απολύσεις, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «κανένας επενδυτής, Έλληνας ή ξένος, δεν θα θέλει να επενδύσει αν ξέρει ότι σε περίπτωση που κάτι δεν πάει καλά, η κρατική διοίκηση μπορεί να μπλοκάρει τις αποφάσεις του επιχειρηματία.
Αυτό εμποδίζει τις επενδύσεις, τις οποίες χρειάζεται η Ελλάδα για την ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι θέλουμε να πάμε και στο άλλο άκρο.
Υπάρχουν κανόνες». Ουσιαστικά η Ευρωπαία επίτροπος Απασχόλησης προτείνει την απεμπλοκή του ρόλου του υπουργείου Εργασίας στη σημερινή διαδικασία των εγκρίσεων των ομαδικών απολύσεων.
ΣΕΒ: Υιοθέτηση των Οδηγιών χωρίς «ελληνική πατέντα»
Οι ομαδικές απολύσεις είναι ένα δυσάρεστο μέτρο που θα πρέπει να εφαρμόζεται με ιδιαίτερη μέριμνα και μόνο σε έκτακτες περιπτώσεις, ενώ το λοκ άουτ είναι ένας τρόπος άμυνας απέναντι σε καταχρηστικές απεργίες, αλλά δεν είναι η λύση, επεσήμανε ο πρόεδρος του ΣΕΒ Θεόδωρος Φέσσας σε χθεσινή συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, με την οποία «άνοιξε τα χαρτιά» του Συνδέσμου σε ό,τι αφορά τις αλλαγές στα εργασιακά.
Οι θέσεις του ΣΕΒ για τα μείζονα θέματα των εργασιακών σχέσεων κατά θεματική ενότητα, όπως τις ανέπτυξε ο κ. Φέσσας είναι οι εξής:
1. Ομαδικές απολύσεις: «Η ευρωπαϊκή Οδηγία για τις ομαδικές απολύσεις εφαρμόστηκε στη χώρα μας με την ελληνική πατέντα να παρεμβάλλεται το υπουργείο Εργασίας, το οποίο εγκρίνει ή όχι αυτές τις αποφάσεις. Κάτι τέτοιο δεν ισχύει στην Ευρώπη. Από τότε που νομοθετήθηκε το μέτρο αυτό, σχεδόν όλοι οι υπουργοί αρνήθηκαν να συναινέσουν, ακόμη και στις λίγες περιπτώσεις που υπήρχε αμοιβαία κατανόηση εργοδοσίας - εργαζομένων. Το αποτέλεσμα; Οι εταιρείες που είχαν κάνει σχετική αίτηση έβαλαν λουκέτο. Δεν επιτεύχθηκε ποτέ ο στόχος, δηλαδή να επιβιώσει τουλάχιστον ένα μέρος της επιχείρησης».
2. Λοκ άουτ - κήρυξη απεργιών: «Το λοκ άουτ παίρνει υπερβολικές διαστάσεις στην πολιτική ατζέντα, χωρίς να μπορεί να προσφέρει πολλά πράγματα σε μία επιχείρηση. Οπωσδήποτε είναι ένας τρόπος άμυνας απέναντι σε καταχρηστικές απεργίες, αλλά δεν είναι η λύση. Οι ρυθμίσεις σχετικά με τις απεργίες και ο συνδικαλιστικός νόμος πάσχουν σε άλλα σημεία που πρέπει να προταχθούν ως προτεραιότητες στην επικείμενη διαπραγμάτευση, όπως είναι η υπερβολική προστασία των συνδικαλιστών, οι συνδικαλιστικές άδειες και η καταβολή της αμοιβής τους από τον εργοδότη, καθώς και θέματα σχετιζόμενα με την αντιπροσωπευτικότητα».
3. Διαιτησία: «Τα αρμόδια όργανα του ILO έχουν κρίνει ότι η ελληνική υποχρεωτική διαιτησία είναι αντίθετη προς την ελευθερία των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Βέβαια, το Συμβούλιο της Επικρατείας έκρινε το 2014 ότι το κράτος είναι υποχρεωμένο από το Σύνταγμα να εγκαταστήσει έναν μηχανισμό υποχρεωτικής διαιτησίας, με στόχο την προστασία της κοινωνικής ειρήνης. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει αναγκαστικά ότι πρέπει να αναπαράγεται το μοντέλο του παρελθόντος. Παράλληλα, οι βελτιωτικές ρυθμίσεις που έγιναν μετά την απόφαση του ΣτΕ δεν έχουν ακόμη ελεγχθεί στην πράξη και είμαστε πολύ επιφυλακτικοί ότι δεν θα αποφύγουμε τελικά μεροληπτικές αποφάσεις, όπως στο παρελθόν».
4. Κατώτατος μισθός - εθνική σύμβαση: «Αίτημα του ΣΕΒ, όπως και της ΓΣΕΕ, είναι να καθορίζεται ο κατώτατος μισθός με την Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας (ΕΓΣΣΕ)».
5. Προτεραιότητα στις επιχειρησιακές έναντι των κλαδικών συμβάσεων. «Η πρόταση του ΣΕΒ είναι να υπερισχύουν οι συλλογικές συμβάσεις στο επίπεδο της επιχείρησης».
6. Για τον ασφαλιστικό νόμο: «Έγιναν περικοπές με μία λογική της δεκαετίας του ‘50, ενώ σε κάθε αναπτυγμένη χώρα, κυβερνήσεις και εταίροι συζήτησαν διεξοδικά πριν καταλήξουν σε μικτά συστήματα. Αν δεν δούμε συνταρακτικές αλλαγές στην οικονομία, ίσως χρειαστεί και άλλη “μεταρρύθμιση” σε 2-3 χρόνια».
7. Για τις ΔΕΚΟ: «Τυπικά μόνο λειτουργούν με βάση τους κανόνες του εργατικού δικαίου του ιδιωτικού τομέα. Στην πράξη τα πράγματα στις ΔΕΚΟ έχουν ξεφύγει τα τελευταία 30 χρόνια. Αντιμετωπίστηκαν στις περισσότερες περιπτώσεις σαν εκλογική λεία, με τις διοικήσεις να εμπλέκονται στα συστήματα κομματικής πελατείας. Παρά τις ελάχιστες φωτεινές εξαιρέσεις, οι επιχειρήσεις αυτές διοικήθηκαν προς όφελος των μεμονωμένων ομάδων και όχι του συνόλου των πολιτών».
Ο ρόλος του Ανώτατου Συμβουλίου Εργασίας
Στη συνεδρίαση της Ολομέλειας του Ανώτατου Συμβουλίου Εργασίας στις 22 Ιανουαρίου 2014 διαμορφώθηκε το νέο πλαίσιο για την εξέταση των αιτημάτων επιχειρήσεων για ομαδικές απολύσεις που υπερβαίνουν τα προαναφερθέντα όρια.
Το νέο πλαίσιο που ισχύει από τότε συνοδεύεται από μέτρα προστασίας των εργαζομένων, ενώ προβλέπει τη γνωμοδότηση ειδικής επιτροπής που θα λειτουργεί ως ασφαλιστική δικλίδα.
Όμως, το επίμαχο σημείο της σύγκρουσης γύρω από τον ρόλο του υπουργείου Εργασίας στη διαδικασία έγκρισης των ομαδικών απολύσεων έμεινε ανέγγιχτο, καθώς σύμφωνα με το άρθρο 5 του ν.1387/1983 (διαδικασία ομαδικών απολύσεων) ισχύουν τα εξής:
1. Εάν υπάρξει συμφωνία μεταξύ εργοδότη και εκπροσώπων των εργαζομένων για τον αριθμό των απολύσεων, τότε σύμφωνα με τον νόμο «οι ομαδικές απολύσεις πραγματοποιούνται σύμφωνα με το περιεχόμενο της συμφωνίας και ισχύουν αφού περάσουν δέκα ημέρες από την ημερομηνία υποβολής του σχετικού πρακτικού στον περιφερειάρχη ή τον υπουργό Εργασίας κατά περίπτωση».
2. Εάν δεν υπάρξει συμφωνία, τότε «ο περιφερειάρχης ή ο υπουργός Εργασίας, με αιτιολογημένη απόφαση που εκδίδεται μέσα σε δέκα ημέρες από την ημερομηνία υποβολής του παραπάνω πρακτικού (…) μπορεί είτε να παρατείνει για είκοσι ακόμη ημέρες τις διαβουλεύσεις είτε να μην εγκρίνει την πραγματοποίηση του συνόλου ή μέρους των σχεδιαζόμενων απολύσεων».