ΕΠΙΔΕΙΝΩΣΗ καταγράφεται στις προσδοκίες των νοικοκυριών για τη μεταβολή της οικονομικής τους κατάστασης το 2005, όπως προκύπτει από σχετική έρευνα της ICAP. Επίσης, ο απολογισμός τους για το 2004 ήταν χειρότερος από ό,τι το 2003.
Η επιδείνωση τόσο των προσδοκιών, όσο και της απολογιστικής εκτίμησης, αντιστρέφουν το κλίμα βελτίωσης το οποίο είχε καταγραφεί από την περυσινή έρευνα. Τότε είχε υπάρξει αύξηση της αισιοδοξίας για το 2004, ενώ είχε ανακοπεί η καθοδική τάση η οποία χαρακτήριζε τους οικονομικούς απολογισμούς που κάνουν τα νοικοκυριά για το έτος που πέρασε.
Υπογραμμίζεται ωστόσο ότι η έρευνα της ICAP πραγματοποιείται κάθε Μάρτιο-Απρίλιο. Έτσι, το 2004 η έρευνα διεξήχθη αμέσως μετά τις εκλογές, ενώ φέτος συνέπεσε με την αναγγελία και εφαρμογή των αυξημένων συντελεστών ΦΠΑ. Τα γεγονότα αυτά φαίνεται ότι επηρέασαν σημαντικά τις εκτιμήσεις και προσδοκίες των νοικοκυριών.
Όσον αφορά τις εκτιμήσεις για το 2004, το ποσοστό εκείνων οι οποίοι έκριναν ότι υπήρξε επιδείνωση της κατάστασής τους διαμορφώθηκε σε 58,0%, ενώ μόνο 10,0% θεώρησαν ότι υπήρξε βελτίωση της οικονομικής τους θέσης. Η κύρια αιτία την οποία προέβαλαν τα νοικοκυριά για την επιδείνωση των οικονομικών τους ήταν η ενισχυμένη αίσθησή τους για άνοδο του κόστους διαβίωσης.
Αναφορικά με τις προσδοκίες για το 2005, το ποσοστό εκείνων που αναμένουν επιδείνωση αυξήθηκε από 30,7% σε 57,5%, ενώ το ποσοστό όσων αναμένουν βελτίωση συρρικνώθηκε κάτω από 10,0%. Και πάλι η βασικότερη αιτία για την επιδείνωση αυτή είναι έντονοι φόβοι για νέα άνοδο του κόστους ζωής.
Οι προσδοκίες των νοικοκυριών επηρεάζουν τις αποφάσεις τους για δαπάνη και αποταμίευση και συνεπώς τα βασικά μακροοικονομικά μεγέθη. Πρώτη στην Ελλάδα η ICAP άρχισε να καταγράφει τις εκτιμήσεις και τις προσδοκίες τους το 1995. Η έρευνα του 2005 διεξήχθη κατά το διάστημα 18 Μαρτίου-12 Απριλίου σε δείγμα 602 νοικοκυριών του αστικού χώρου.