H χορήγηση των φορολογικών πλεονεκτημάτων δεν συνιστά κρατική ενίσχυση, αλλά ακόμη και αν θεωρηθεί ότι υφίσταται κρατική ενίσχυση, η χορήγηση των φορολογικών πλεονεκτημάτων συνιστά συμβατή ενίσχυση με το ευρωπαϊκό δίκαιο και τις κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις, τις οποίες ούτως ή άλλως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ερμηνεύσει εσφαλμένα και σε κάθε περίπτωση από τη χορήγηση των φορολογικών πλεονεκτημάτων δεν νοθεύεται ο ενωσιακός ανταγωνισμός.
Του Λάμπρου Καραγεώργου
H χορήγηση των φορολογικών πλεονεκτημάτων δεν συνιστά κρατική ενίσχυση, αλλά ακόμη και αν θεωρηθεί ότι υφίσταται κρατική ενίσχυση, η χορήγηση των φορολογικών πλεονεκτημάτων συνιστά συμβατή ενίσχυση με το ευρωπαϊκό δίκαιο και τις κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις, τις οποίες ούτως ή άλλως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ερμηνεύσει εσφαλμένα και σε κάθε περίπτωση από τη χορήγηση των φορολογικών πλεονεκτημάτων δεν νοθεύεται ο ενωσιακός ανταγωνισμός.
Τα παραπάνω υποστηρίζει η Ένωση Ελλήνων Εφοπλιστών και η ελληνική κυβέρνηση στην επιστολή της προς την Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αντικρούοντας τις αιτιάσεις της Επιτροπής σχετικά με το ελληνικό φορολογικό σύστημα της ναυτιλίας και το κατά πόσο αυτό συνάδει με τις κατευθυντήριες γραμμές κρατικών ενισχύσεων της ΕΕ.
Η ΕΕΕ έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα εγκύκλιο του Πρόεδρου της κ. Θεόδωρου Βενιάμης με την οποία ενημερώνει τα μέλη της για την πορεία των επαφών ελληνικής κυβέρνησης και ΕΕ για το φορολογικό σύστημα της ναυτιλίας καθώς και μεγάλη περίληψη του υπομνήματος της ΕΕΕ
Η εγκύκλιος αναφέρει ότι από τον Αύγουστο του 2012 η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού (DG Competition) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είχε ξεκινήσει έρευνα περί της συμβατότητας του ελληνικού συστήματος του φόρου χωρητικότητας πλοίων (tonnage tax) και του ευρύτερου θεσμικού ναυτιλιακού πλαισίου, με βάση τις Κατευθυντήριες Γραμμές για τις Κρατικές Ενισχύσεις στην Ναυτιλία (Maritime State Aid Guidelines).
Επισημαίνεται ότι οι εν λόγω Κατευθυντήριες Γραμμές υιοθετήθηκαν πριν από 25 χρόνια περίπου στοχεύοντας, και επιτυγχάνοντας, την ανάσχεση της φυγής πλοίων και επιχειρήσεων από τα κοινοτικά νηολόγια και την ΕΕ καθώς και στην αντιμετώπιση του σφοδρού διεθνούς ανταγωνισμού παρέχοντας στα Κράτη Μέλη ένα ευέλικτο πλαίσιο ενισχύοντας και αναγνωρίζοντας τον διεθνή χαρακτήρα της ναυτιλιακής βιομηχανίας. Ανάλογες έρευνες διεξάγονται ή έχουν διεξαχθεί και για άλλα Κράτη Μέλη με ναυτιλιακή δραστηριότητα (λ.χ. Μάλτα, Γαλλία, Ολλανδία, Βέλγιο), όμως η εξέταση του ελληνικού ζητήματος είναι η πιο διευρυμένη, έντονη και αυστηρή.
Εκτιμάται ότι η μεταβίβαση από το 2010 της αρμοδιότητας εφαρμογής των σχετικών Κατευθυντήριων Γραμμών από τη Γενική Διεύθυνση Μεταφορών (DG Move) προς την Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού (DG Comp) κατέτεινε στην εκτεταμένη αυτή διερεύνηση των καθεστώτων ευρωπαϊκών κρατών με ναυτιλιακή δραστηριότητα.
Στα πλαίσια της προαναφερόμενης εξέτασης, η Ελλάδα είχε λάβει σχετικές επιστολές, οι οποίες έχουν απαντηθεί από την ελληνική πλευρά με τη συνεργασία των συναρμόδιων Υπουργείων, υπό το συντονισμό της αρμόδιας Κεντρικής Μονάδας Κρατικών Ενισχύσεων (ΚεΜΚΕ). Παράλληλα προς την γραπτή αλληλογραφία και επί τη βάσει αυτής πραγματοποιήθηκαν κατά το έτος 2013 (Φεβρουάριος/Δεκέμβριος) δύο τεχνικές συναντήσεις μεταξύ στελεχών των παραπάνω Υπουργείων και της αναφερθείσας Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού. Στη δεύτερη συνάντηση εκτός των υπηρεσιακών παραγόντων εκλήθησαν να καταθέσουν τις απόψεις τους και συμμετείχαν και εκπρόσωποι της Ενώσεως Ελλήνων Εφοπλιστών (ΕΕΕ).
Κατά το προηγούμενο έτος (2015), η ΕΕΕ απέστειλε σχετική επιστολή (6.3.2015) στην τότε νέα Επίτροπο Ανταγωνισμού κα. MargretheVestager, με την πάγια θέση της περί της διατήρησης του ελληνικού θεσμικού πλαισίου, το οποίο, με έντονο το συνταγματικό του περιεχόμενο είναι αναλλοίωτο για δεκαετίες, προς επίτευξη της ασφάλειας δικαίου, της διατήρησης της διεθνούς ανταγωνιστικότητας του ελληνόκτητου στόλου των θέσεων εργασίας, της αναπτυξιακής ανάγκης και της τόνωσης της ελληνικής και ευρωπαϊκής οικονομίας. Η θέση αυτή, η οποία αναπτύχθηκε και σε κατ’ ιδίαν συνάντηση εκπροσώπων της ΕΕΕ με την κα. Vestager. Επίσης, υποστηρικτικές θέσεις προς την ίδια κατεύθυνση εξέφρασε και η ελληνική Κυβέρνηση διά του Υπουργού Οικονομικών κ. Ευκλείδη Τσακαλώτου προς την Επίτροπο. Σημειώνεται ότι από το χρονικό σημείο των επαφών με τον τότε Επίτροπο Ανταγωνισμού J. Almunia μέχρι τη συνέχιση των διεργασιών με τις συναντήσεις με την νυν Επίτροπο M. Vestager μεσολάβησε, κατά παράδοξο τρόπο, διάστημα περίπου 2 ετών.
Στις 18 Δεκεμβρίου 2015 εξεδόθη Απόφαση SA. 33828 (2012/E, 2011/CP) από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (European Commission) με την οποία καλούσε την Ελλάδα να οριοθετήσει πιο αυστηρά το σύστημα του φόρου χωρητικότητας και των μέτρων στήριξης του ναυτιλιακού τομέα αναφέροντας τα σημεία στα οποία ζητείται η προσαρμογή μαζί με τα σχετικά χρονοδιαγράμματα τα οποία πρέπει να ακολουθήσει η Ελλάδα.
Σύμφωνα με την εν λόγω απόφαση η Ελλάδα θα έπρεπε εντός προθεσμίας 2 μηνών από την παραλαβή της να ενημερώσει την Επιτροπή εάν αποδέχεται κατηγορηματικά και ανεπιφύλακτα τις προτάσεις για προσαρμογή, η οποία θα πρέπει να πραγματοποιηθεί εντός δύο χρόνων, με έναρξη εφαρμογής του νέου τροποποιημένου καθεστώτος από την 1η Ιανουαρίου του 2019. Εκ μέρους της ελληνικής κυβέρνησης είχε ζητηθεί δίμηνη παράταση έως 21 Απριλίου 2016, εντός της οποίας και εστάλη η απάντηση από την Ελλάδα προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Η Ένωση Ελλήνων Εφοπλιστών απέστειλε στις 24.3.2016 Υπόμνημα θέσεων επί της αρχής αλλά και των συστάσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το οποίο έλαβε υπόψη η ελληνική κυβέρνηση. Το εν λόγω Υπόμνημα ήταν αποτέλεσμα συνεργασίας των υπηρεσιών της Ένωσης με εξειδικευμένη ομάδα νομικών από την Ελλάδα και την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Στις 21.4.2016 η ελληνική κυβέρνηση, απέστειλε επισήμως την απάντησή της στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στην οποία επισύναψε ως αναπόσπαστο τμήμα αυτής το υπόμνημα της ΕΕΕ.
Με το υπόμνημα της ΕΕΕ, η Ελληνική Κυβέρνηση υποστηρίχθηκε, με τεκμηριωμένη νομική επιχειρηματολογία, προς απόκρουση των συστάσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που αφορούν το μακροχρόνιο καθεστώς λειτουργίας της ελληνικής ναυτιλίας. Η νομική επιχειρηματολογία εδράζεται στις παρακάτω γραμμές άμυνας:
Στα πλαίσια του υπομνήματος εξηγούνται περαιτέρω η δομή, η λειτουργία, οι ιστορικές καταβολές και ο σκοπός των διατάξεων του ελληνικού ναυτιλιακού θεσμικού πλαισίου και θεμελιώνεται το δεδομένο ότι αυτό αποτελεί στοιχείο της Συνταγματικής ταυτότητας της ελληνικής έννομης τάξης, εξαιτίας των ιστορικών του καταβολών, της προστασίας του εκ του Συντάγματος, της εξέχουσας σημασίας του για την οικονομία και την ανάπτυξη της χώρας, της εισαγωγής συναλλάγματος, της παραγωγής πληθώρας θέσεων εργασίας και της δημιουργίας ενός ευρύτερου πλέγματος ναυτιλιακών δραστηριοτήτων, και ως εκ τούτου πρέπει να τυγχάνει σεβασμού από τα ευρωπαϊκά όργανα.
Ευελπιστώντας στην θετική έκβαση της υποθέσεως αυτής, που έχει θεμελιώδη σημασία για την ανταγωνιστικότητα και επομένως βιωσιμότητα όχι μόνο της ελληνόκτητης ναυτιλίας αλλά και της ευρωπαϊκής, θα σας κρατήσω ενήμερους για τις εξελίξεις.
Σύνοψη του Υπομνήματος της Ενώσεως Ελλήνων Εφοπλιστών που αποτέλεσε αναπόσπαστο μέρος της απάντησης της Ελλάδας προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή περί της έρευνας για το ελληνικό Σύστημα Φόρου Χωρητικότητας
Το κείμενο της ελληνικής απάντησης, το οποίο διαμορφώθηκε από δικηγόρους εξειδικευμένους στο ευρωπαϊκό δίκαιο και την οικεία νομολογία, επεξηγεί τους λόγους για τους οποίους η Απόφαση της Επιτροπής της 18.12.2015 C(2015) 9019 τελικό («Καθεστώς φορολογίας χωρητικότητας και άλλες φορολογικές ελαφρύνσεις που προβλέπονται στον νόμο αριθ. 27 της 19ης Απριλίου 1975, όπως τροποποιήθηκε») εδράζεται σε ελλιπή κατανόηση του Ελληνικού νομικού συστήματος και του ιστορικού του υπόβαθρου.
Η Απόφαση παραβλέπει τα χαρακτηριστικά της συνταγματικής ταυτότητας της Ελλάδας. Δεν αποδεικνύει ότι το Ελληνικό σύστημα συνεπάγεται την χορήγηση επιλεκτικού πλεονεκτήματος το οποίο απειλεί να νοθεύσει τον ανταγωνισμό ή να επηρεάσει τις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών. Η Απόφαση εσφαλμένως θεωρεί ότι οι Κατευθυντήριες γραμμές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής επί των θαλάσσιων μεταφορών είναι δεσμευτικές, τις εφαρμόζει εσφαλμένως και δεν υιοθετεί μια ευρύτερη θεώρηση της συμβατότητας της ενίσχυσης με την εσωτερική αγορά.
Ομοίως, η Απόφαση δε λαμβάνει υπόψη της ότι δεν έχει υπάρξει προσφυγή κατά του Ελληνικού συστήματος ή μετανηολόγηση πλοίων προς της Ελληνική σημαία ή προς εγκατάσταση στην Ελλάδα και του γεγονότος ότι το δια μακρού χρόνου θεμελιωμένο καθεστώς δεν είχε προσβληθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή από την προσχώρηση της Ελλάδος στην τότε ΕΟΚ το 1981.
Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι οι Κατευθυντήριες Γραμμές για τις Κρατικές Ενισχύσεις στη Ναυτιλία διαμορφώθηκαν βασιζόμενες ευρέως στο Ελληνικό ναυτιλιακό θεσμικό πλαίσιο και στα υφιστάμενα παράλληλα νηολόγια εισαγόμενα στην πράξη τη δεκαετία του 1980. Στην περίπτωση που η Ελληνική υπόθεση λειτουργήσει ως «μέτρο κρίσης», όπως ούτως ή άλλως έχει επικληθεί από την Επιτροπή τα λοιπά καθεστώτα μπορεί να επηρεασθούν οδηγώντας σε ανασφάλεια στα πλαίσια του ναυτιλιακού κλάδου.
Αναφορικά και ειδικά με την παράγραφο 194 της Απόφασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής συναφώς με τις συστάσεις προς την Ελλάδα: