Δικαιώνει το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών δεκάδες χιλιάδες δανειολήπτες που είχαν λάβει δάνεια σε ελβετικό φράγκο, οι οποίοι, εξαιτίας της αλλαγής της ισοτιμίας του νομίσματος έναντι του ευρώ, έφτασαν να πληρώνουν με μεγάλη επιβάρυνση τα ληφθέντα ποσά. Ουσιαστικά το δικαστήριο επανέφερε τη σχετική ισοτιμία αποπληρωμής των δανείων στην ισοτιμία που ίσχυε κατά τον χρόνο εκταμίευσής τους.
Από την έντυπη έκδοση
Δικαιώνει το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών δεκάδες χιλιάδες δανειολήπτες που είχαν λάβει δάνεια σε ελβετικό φράγκο, οι οποίοι, εξαιτίας της αλλαγής της ισοτιμίας του νομίσματος έναντι του ευρώ, έφτασαν να πληρώνουν με μεγάλη επιβάρυνση τα ληφθέντα ποσά. Ουσιαστικά το δικαστήριο επανέφερε τη σχετική ισοτιμία αποπληρωμής των δανείων στην ισοτιμία που ίσχυε κατά τον χρόνο εκταμίευσής τους.
Το δικαστήριο έκανε δεκτό το σκεπτικό της συλλογικής αγωγής που κατέθεσαν η Γενική Ομοσπονδία Καταναλωτών Ελλάδας (ΙΝΚΑ) και οι ενώσεις καταναλωτών Κρήτης και Αιτωλοακαρνανίας, με την πρόσθετη παρέμβαση του Συλλόγου Δανειοληπτών Ελβετικού Φράγκου (ΣΥΔΑΝΕΦ).
Το επίμαχο θέμα υπολογίζεται ότι αφορά 65.000 - 70.000 Έλληνες δανειολήπτες, που είχαν λάβει σχετικά δάνεια σε ελβετικό φράγκο από τράπεζες, κυρίως κατά τη χρονική περίοδο 2006 - 2009.
Συγκεκριμένα, το δικαστήριο απαγορεύει στην τράπεζα να διατυπώνει, να επικαλείται και να χρησιμοποιεί στις συναλλαγές της με τους εν λόγω καταναλωτές τον γενικό όρο, σύμφωνα με τον οποίο «η αποπληρωμή του δανείου λαμβάνει χώρα με την τρέχουσα τιμή πώλησης του νομίσματος την ημέρα της καταβολής» (αυτό αφορά συμβάσεις δανείων σε ελβετικό φράγκο ή με ρήτρα ελβετικού φράγκου).
Παράλληλα, απαγορεύει στην τράπεζα την καταγγελία των συμβάσεων των δανείων, εάν οι δανειολήπτες καταβάλλουν στο ισόποσό τους σε ευρώ τις τοκοχρεωλυτικές τους δόσεις σε CHF (ελβετικό φράγκο), βάσει της ισοτιμίας των δύο νομισμάτων «κατά τον χρόνο εκταμίευσης του δανείου και χορήγησης σε ευρώ».
Η σχετική δικαστική απόφαση κάνει δεκτό ότι οι εν λόγω συμβάσεις δεν ήταν συνηθισμένες, αλλά έφεραν έντονο το στοιχείο του επενδυτικού εγχειρήματος. Επίσης, ότι η τακτική ενημέρωσης από πλευράς τραπεζών δεν πληρούσε το αναγκαίο πλαίσιο ενημέρωσης και τις ασφαλιστικές δικλίδες που αυτό προβλέπει κ.λπ. Ειδικότερα, στο σκεπτικό της δικαστικής απόφασης (334/2016) αναφέρονται, μεταξύ άλλων, τα εξής:
«Η εναγομένη (τράπεζα) διά των αρμοδίων υπαλλήλων της ενθάρρυνε πελάτες της είτε να συνάψουν εξ αρχής δάνεια σε ελβετικό φράγκο είτε να μεταβάλουν το νόμισμα χορηγηθέντος ήδη σε ευρώ δανείου σε ελβετικά φράγκα, για το λόγο ότι θα είχε χαμηλότερο επιτόκιο και χαμηλότερη μηνιαία δόση, το δε ελβετικό φράγκο είναι σταθερό νόμισμα, ενώ δεν τους ενημέρωνε ότι με τη λήψη του δανείου αυτού ανελάμβαναν τον κίνδυνο μεταβολής της ισοτιμίας των νομισμάτων για όσα χρόνια κρατούσε το δάνειο ούτε ότι οι συμβάσεις αυτές δεν ήταν συνηθισμένες συμβάσεις δανείου, αλλά είχαν έντονο το στοιχείο του επενδυτικού κινδύνου».