Μέσα στους επόμενους 18 μήνες θα κληθούμε να πληρώσουμε τα 4,1 δισ. ευρώ από τον συνολικό λογαριασμό των μέτρων ύψους 5,4 δισ. ευρώ. Με τη δημοσίευση του ασφαλιστικού και φορολογικού νόμου στο ΦΕΚ αλλά και την ψήφιση του νομοσχεδίου με τους έμμεσους φόρους -θα κατατεθεί στη Βουλή μέσα στην επόμενη εβδομάδα- κλείνει ο κύκλος της νομοθέτησης νέων μέτρων και ξεκινάει ο κύκλος της πληρωμής, ενώ η κυβέρνηση ελπίζει ότι δεν θα χρειαστεί να ψηφίσει άλλα δημοσιονομικά μέτρα τουλάχιστον μέχρι την άνοιξη του 2018.
Από την έντυπη έκδοση
Των Δημήτρη Χατζηδημητρίου και Θάνου Τσίρου
Μέσα στους επόμενους 18 μήνες θα κληθούμε να πληρώσουμε τα 4,1 δισ. ευρώ από τον συνολικό λογαριασμό των μέτρων ύψους 5,4 δισ. ευρώ. Με τη δημοσίευση του ασφαλιστικού και φορολογικού νόμου στο ΦΕΚ αλλά και την ψήφιση του νομοσχεδίου με τους έμμεσους φόρους -θα κατατεθεί στη Βουλή μέσα στην επόμενη εβδομάδα- κλείνει ο κύκλος της νομοθέτησης νέων μέτρων και ξεκινάει ο κύκλος της πληρωμής, ενώ η κυβέρνηση ελπίζει ότι δεν θα χρειαστεί να ψηφίσει άλλα δημοσιονομικά μέτρα τουλάχιστον μέχρι την άνοιξη του 2018.
Από το πακέτο των 5,4 δισ. ευρώ, περίπου 1,3 δισ. ευρώ θα πρέπει να εισπραχθούν μέσα στο επόμενο εξάμηνο. Από την 1/1/2017 και μέχρι το τέλος του πρώτου εξαμήνου της επόμενης χρονιάς, θα έχουν ενεργοποιηθεί όλα τα μέτρα των 5,4 δισ. ευρώ, ενώ οι φορολογούμενοι είτε θα έχουν πληρώσει είτε θα έχουν χρεωθεί σωρευτικά με περίπου τα 4,1 δισ. ευρώ εξ αυτών. Όσο για το 2018, εκτός από τον δεδομένο λογαριασμό των μέτρων που έχουν ήδη ψηφιστεί (περίπου 1,3 δισ. ευρώ), η κυβέρνηση θα ζει και με την αγωνία αν θα ενεργοποιηθεί ή όχι ο «αυτόματος κόφτης». Αν αυτό συμβεί, τα… δισεκατομμύρια θα είναι περισσότερα και για τον τελευταίο χρόνο εφαρμογής του 3ου μνημονίου.
Στην πράξη θα φανεί ότι τους Έλληνες φορολογούμενους τους περιμένει ένα σκληρό δωδεκάμηνο, στο οποίο θα ξεδιπλωθούν όλα τα μέτρα που ψηφίστηκαν την προηγούμενη εβδομάδα, αλλά και αυτά που θα ψηφιστούν την επόμενη, και στη συνέχεια μια μακρά περίοδος λιτότητας η οποία εκτείνεται χρονικά και πέραν του 2020.
Με το αναθεωρημένο σχέδιο του μνημονίου, το οποίο αναμένεται να υπογραφεί -δεν θα περάσει από τη Βουλή- με το που θα κλείσει η συμφωνία, θα επιβληθεί και ρήτρα δαπανών για το μεταναστευτικό. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι στον ορισμό του πρωτογενούς πλεονάσματος θα συμπεριληφθεί και η εξαίρεση των δαπανών που κάνει η Ελλάδα για τους μετανάστες, εξαιρουμένων βέβαια των μεταβιβαστικών πληρωμών από την Ε.Ε. Άλλωστε, και τώρα εξαιρούνται του ορισμού του πρωτογενούς πλεονάσματος οι δαπάνες για την ενίσχυση των τραπεζών.
Το χρονικό των μέτρων -σε φάση εφαρμογής πλέον- θα εξελιχθεί ως εξής:
1 Το 2016 θα πληρωθούν μέτρα περίπου 1,3 δισ. ευρώ. Τα πρώτα μέτρα θα φανούν μέσα στον Ιούνιο με την αύξηση της παρακράτησης σε μισθούς και συντάξεις, την αύξηση της τιμής των καυσίμων και των τσιγάρων, τη μείωση του ΕΚΑΣ και των επικουρικών συντάξεων κ.λπ. Από τον Ιούνιο αναμένεται να αυξηθούν και οι εισφορές των μισθωτών, ενώ από την 1η Ιουλίου θα ενεργοποιηθεί ο νέος ΦΠΑ (24%).
2 Το 2017 θα είναι η χειρότερη χρονιά καθώς από το συνολικό πακέτο θα πληρωθούν 2,8 δισ. ευρώ. Ειδικότερα στο επόμενο έτος θα ξεδιπλωθούν όλες οι αλλαγές στη φορολογία εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων (νέα κλίμακα επαγγελματιών, αύξηση φόρου στα μερίσματα, αύξηση φόρου στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις), ενώ θα έχουν πλέον ενεργοποιηθεί και όλοι οι έμμεσοι φόροι συμπεριλαμβανομένου και του νέου φόρου στα ξενοδοχεία (τέλος διανυκτέρευσης). Ετσι ο συνολικός λογαριασμός θα ανέλθει σε 4,1 δισ. ευρώ.
Η κυβέρνηση ελπίζει ότι τουλάχιστον δεν θα κληθεί να νομοθετήσει νέα μέτρα εξαιτίας του «αυτόματου κόφτη» μέσα στο 2017. Και αυτό διότι ο προϋπολογισμός του 2016 αναμένεται να εμφανίσει το πρωτογενές πλεόνασμα που είναι και ο στόχος. Δεδομένου ότι θα εξαιρεθούν της μέτρησης οι δαπάνες για το προσφυγικό, αλλά και ότι θα προβλεφθεί μη ενεργοποίηση του έκτακτου μηχανισμού αν υπάρξουν έκτακτα γεγονότα (σ.σ.: θα προσδιοριστούν), το πιθανότερο είναι ότι ο φετινός προϋπολογισμός δεν θα κλείσει χειρότερα από τον περυσινό, πόσο μάλλον όταν έχει τονωθεί και με έναν πακτωλό μέτρων. Να σημειωθεί ότι εκτός από το 1,3 δισ. ευρώ που αναλογεί στο 2016 από τα μέτρα των 5,4 δισ. ευρώ, υπάρχουν και τα μέτρα που ψηφίστηκαν πέρυσι τον Αύγουστο αλλά ενεργοποιούνται για πρώτη φορά τώρα.
3 Για το 2018 μένει ένα μικρό μόνο μέρος του πακέτου προς υλοποίηση, ύψους 1,3 δισ. ευρώ, που θα καλυφθεί κυρίως από τα μέτρα μείωσης των δαπανών τα οποία φέρεται να έχει συμφωνήσει η ελληνική πλευρά (μείωση αμυντικών δαπανών, πάγωμα προσλήψεων, πάγωμα μισθών στα ειδικά μισθολόγια κ.λπ.). Μέσα στο 2018 θα κριθεί αν επιτεύχθηκε ο δημοσιονομικός στόχος του 2017 (πλεόνασμα 1,75% του ΑΕΠ). Αν όχι, θα υπάρξουν νέα μέτρα τον Μάιο του 2018.
Η ίδια κατάσταση θα συνεχιστεί και το 2019. Με αντάλλαγμα την ενεργοποίηση των μέτρων για το χρέος (το λεγόμενο μεσοπρόθεσμο πακέτο), η κυβέρνηση θα πρέπει να αποδείξει ότι εκπλήρωσε τον στόχο του πλεονάσματος 3,5% του ΑΕΠ, αλλιώς να λάβει διορθωτικά μέτρα. Αντίστοιχος έλεγχος θα γίνει και το 2020 και το 2021, καθώς ο μηχανισμός θεωρείται πλέον δεδομένο ότι δεν θα απενεργοποιηθεί με το που θα τελειώσει το 3ο μνημόνιο (Αύγουστος 2018).
Αχρείαστος ο κίνδυνος του «κόφτη»
Σε ό,τι αφορά τον «αυτόματο κόφτη», κυβερνητικοί κύκλοι σημείωναν ότι ο αυτόματος μηχανισμός διόρθωσης ενεργοποιείται σε περίπτωση αποκλίσεων από τους στόχους, κάτι που ούτως ή άλλως προβλέπει η συμφωνία του περασμένου Ιουλίου, κι επέμειναν: «Ούτως ή άλλως, οι Ευρωπαίοι εταίροι έχουν εκφράσει την πεποίθησή τους ότι κάτι τέτοιο δεν πρόκειται να χρειαστεί, καθώς η ελληνική οικονομία κινείται ήδη πάνω από τους προβλεπόμενους στόχους. Αντίθετα, είναι ο κ. Μητσοτάκης που μίλησε προχθές στη Βουλή για αναγκαίες περικοπές δημόσιων δαπανών, χωρίς φυσικά να διευκρινίσει σε ποιες δαπάνες αναφέρεται».
Προς επίρρωση των ισχυρισμών τους ανέφεραν ότι και στη συζήτηση -προχθές- στο Ευρωκοινοβούλιο οι περισσότερες ευρωομάδες αναφέρθηκαν στην ανάγκη να υπάρξει συμφωνία για τη μείωση του χρέους, χαρακτηρίζοντας ως παράλογες και ακραίες τις απαιτήσεις του προηγούμενου διαστήματος για προληπτικά μέτρα, με μοναδική εξαίρεση τον Μάνφρεντ Βέμπερ, επικεφαλής της ομάδας του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, στο οποίο συμμετέχει η Ν.Δ.