Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει επισήμως από την Ελλάδα και τις Κάτω Χώρες να τροποποιήσουν τη νομοθεσία τους όσον αφορά τα τέλη ταξινόμησης αυτοκινήτων.
Όπως επισημαίνεται σε ανακοίνωση της Κομισιόν, η μέθοδος που χρησιμοποιεί η Ελλάδα για τον υπολογισμό της μείωσης αξίας των μεταχειρισμένων αυτοκινήτων που εισάγονται στη χώρα παραβιάζει το άρθρο 90 της συνθήκης. Οι ελληνικές διατάξεις, όπως υπογραμμίζεται, δεν εγγυώνται ότι το τέλος ταξινόμησης δεν θα υπερβαίνει τον εναπομένοντα φόρο που παραμένει ενσωματωμένος στην αξία οχήματος παρόμοιας παλαιότητας το οποίο είχε ταξινομηθεί στην Ελλάδα όταν ήταν καινούργιο.
Οι Κάτω Χώρες επιβάλλουν τέλος ταξινόμησης σε αυτοκίνητα εκμισθούμενα με χρηματοδοτική μίσθωση και ταξινομούμενα στο εξωτερικό, τα οποία προορίζονται να χρησιμοποιηθούν στις Κάτω Χώρες από μόνιμους κατοίκους των Κάτω Χωρών και υπό όρους που αντίκεινται στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών.
Επιπλέον, η Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει επισήμως από την Πολωνία πληροφορίες όσον αφορά τον ειδικό φόρο κατανάλωσης που επιβάλλει η Πολωνία σε αυτοκίνητα κατά την πρώτη ταξινόμησή τους στην χώρα. Ο συντελεστής ειδικού φόρου κατανάλωσης αυξάνεται ανάλογα με την παλαιότητα των αυτοκινήτων, έτσι ώστε υψηλότεροι φορολογικοί συντελεστές εφαρμόζονται μόνο σε εισαγόμενα μεταχειρισμένα αυτοκίνητα. Τα αιτήματα προς την Ελλάδα και τις Κάτω Χώρες λαμβάνουν τη μορφή «αιτιολογημένης γνώμης», που συνιστά το δεύτερο στάδιο της διαδικασίας επί παραβάσει που ορίζεται στο άρθρο 226 της συνθήκης ΕΚ, ενώ η «προειδοποιητική επιστολή» που απεστάλη στην Πολωνία αποτελεί το πρώτο στάδιο της εν λόγω διαδικασίας. Εάν η Επιτροπή δεν λάβει ικανοποιητικές απαντήσεις από τα κράτη μέλη, δύναται σε τελευταίο βαθμό να προσφύγει στο Δικαστήριο.
"Η νομολογία του Δικαστηρίου συνέβαλε στην επίλυση ορισμένων προβλημάτων φορολογικής διάκρισης που αντιμετωπίζουν ευρωπαίοι πολίτες όταν μεταφέρουν αυτοκίνητα από τη μία χώρα στην άλλη» δήλωσε ο κ. László Kovács, Επίτροπος αρμόδιος για θέματα φορολογίας και τελωνειακής ένωσης. "Ωστόσο, υπάρχουν ακόμη πολλά προβλήματα και η Επιτροπή, ως θεματοφύλακας της Συνθήκης, οφείλει να λάβει μέτρα κατά των κρατών μελών των οποίων η νομοθεσία περί της φορολογίας των αυτοκινήτων δεν είναι σύμφωνη με τη Συνθήκη. Παράλληλα, η Επιτροπή θα προτιμούσε να συνδράμει τα κράτη μέλη να προσαρμόσουν τα συστήματα τους περί φορολογίας των αυτοκινήτων ώστε αυτά να καταστούν συμβατά με την εσωτερική αγορά. Για τον λόγο αυτόν, εξέδωσε πριν από δύο ημέρες πρόταση οδηγίας που αφορά τη φορολογία των αυτοκινήτων".
Ελλάδα
Σύμφωνα με την απόφαση του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ), στην υπόθεση Επιτροπή κατά Ελληνικής Δημοκρατίας (C-375/95), η Ελλάδα υποχρεώθηκε να τροποποιήσει τις διατάξεις της σχετικά με τον καθορισμό της φορολογητέας άξιας των μεταχειρισμένων αυτοκινήτων για τους σκοπούς της εφαρμογής του τέλους ταξινόμησης σε αυτοκίνητα που ταξινομήθηκαν για πρώτη φορά στην ελληνική επικράτεια.
Ωστόσο, η Επιτροπή θεωρεί ότι οι νέες ελληνικές διατάξεις εξακολουθούν να μην είναι σύμφωνες με τη νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
Η Επιτροπή θεωρεί ότι υιοθετώντας ένα σύστημα που βασίζεται σε έναν ενιαίο κανόνα υπολογισμού μείωσης της αξίας βάσει του οποίου είναι δυνατή μια μείωση αξίας 7% για αυτοκίνητα παλαιότητας μεταξύ έξι μηνών και ενός έτους ή 14% για αυτοκίνητα παλαιότητας ενός έτους, η Ελλάδα παραβιάζει το άρθρο 90 της συνθήκης ΕΚ. Η Επιτροπή θεωρεί ότι ο κανόνας αυτός δεν εγγυάται ότι το ποσό του τέλους ταξινόμησης που επιβάλλεται δεν υπερβαίνει το ποσό του εναπομένοντος φόρου που παραμένει ενσωματωμένος στην αξία ομοειδών οχημάτων που έχουν ήδη ταξινομηθεί στην ελληνική επικράτεια. Το Δικαστήριο ανέφερε στην απόφασή του στην υπόθεση Gomes Valente (C-393/98) ότι μια αντικειμενική κλίμακα πρέπει να αντικατοπτρίζει ακριβώς την πραγματική απόσβεση της αξίας των οχημάτων. Το Δικαστήριο έκρινε επίσης στην υπόθεση αυτή ότι η διάκριση μεταξύ εθνικών και εισαγόμενων προϊόντων απαγορεύεται δυνάμει του άρθρου 90 της συνθήκης ΕΚ, ακόμη και αν η διακριτική μεταχείριση εμφανίζεται μόνο σε ορισμένες περιπτώσεις.
¶λλες πτυχές της ελληνικής νομοθεσίας που αμφισβητεί η Επιτροπή αφορούν την έλλειψη διαφάνειας της διοικητικής διαδικασίας. Οι φορολογικές αρχές δεν δημοσιοποιούν την μέθοδο υπολογισμού της φορολογητέας αξίας των αυτοκινήτων. Επιπλέον, ο φορολογούμενος υποχρεούται να καταβάλει ποσό ύψους 300 ευρώ για τον έλεγχο του αυτοκινήτου από ειδική επιτροπή, σε περίπτωση που διαφωνεί με την αξία που καθόρισαν οι φορολογικές αρχές. Η προειδοποιητική επιστολή και η συμπληρωματική προειδοποιητική επιστολή που απέστειλε ήδη η Επιτροπή στην Ελλάδα δεν είχαν ως αποτέλεσμα την επίλυση αυτών των προβλημάτων.