Κορυφώνεται η αντιπαράθεση μεταξύ της κυβέρνησης και των συνδικάτων ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, καθώς και των κοινωνικών οργανώσεων, επιστημόνων και ελευθέρων επαγγελματιών, εξαιτίας της συζήτησης του ασφαλιστικού νομοσχεδίου η οποία ξεκινά αύριο Σάββατο στην Ολομέλεια της Βουλής.
Από την έντυπη έκδοση
Του Στέλιου Παπαπέτρου
[email protected]
Κορυφώνεται η αντιπαράθεση μεταξύ της κυβέρνησης και των συνδικάτων ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, καθώς και των κοινωνικών οργανώσεων, επιστημόνων και ελευθέρων επαγγελματιών, εξαιτίας της συζήτησης του ασφαλιστικού νομοσχεδίου η οποία ξεκινά αύριο Σάββατο στην Ολομέλεια της Βουλής.
H ΓΣΕΕ αντιδρώντας στο περιεχόμενο του ασφαλιστικού και του φορολογικού νομοσχεδίου, το οποίο χαρακτηρίζει ως «ταφόπλακα για εργαζόμενους και συνταξιούχους», σε χθεσινή έκτακτη συνεδρίαση της εκτελεστικής της επιτροπής, υλοποιώντας την ομόφωνη απόφαση της διοίκησης της συνομοσπονδίας, προκήρυξε 48ωρη γενική απεργία την Παρασκευή 6/5 και το Σάββατο 7/5.
Η ανώτατη συνομοσπονδία έχει λάβει ήδη απόφαση και για 24ωρη γενική απεργία για την Κυριακή 8 Μαΐου -ημέρα κατά την οποία έχει επιβληθεί το άνοιγμα των καταστημάτων- και συλλαλητήριο στην Αθήνα στις 10 το πρωί στην πλατεία Κλαυθμώνος. Στις κινητοποιήσεις θα συμμετάσχουν και οι επιστημονικοί σύλλογοι δικηγόρων, ιατρών, μηχανικών.
Αναπλήρωση
Χθες, ο υπουργός Εργασίας κατέθεσε την οικονομική μελέτη και την αναλογιστική έκθεση για τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος.
Σύμφωνα με τους σχετικούς πίνακες της οικονομικής μελέτης, το μικτό ποσοστό αναπλήρωσης (προ φόρων και κρατήσεων περίθαλψης) του αθροίσματος κύριας και επικουρικής σύνταξης επί του συντάξιμου μισθού κυμαίνεται από 65% έως και 102%.
Όπως προκύπτει από τα συνημμένα παραδείγματα της οικονομικής μελέτης, το ποσοστό αναπλήρωσης της μικτής σύνταξης (κύριας και επικουρικής) που λαμβάνει ένας μισθωτός ασφαλισμένος με 20 έτη ασφάλισης και μέσο συντάξιμο μισθό 500€ ή 600€ ανέρχεται στο 102% και 89% αντιστοίχως.
Τα συμπεράσματα της οικονομικής μελέτης στηρίζονται στα πορίσματα του ΣΟΕ (Σώμα Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων, Οκτώβριος 2015), στα οποία περιλαμβάνονται οι εκτιμήσεις για τις λεγόμενες εύλογες δαπάνες διαβίωσης (ΕΔΔ) των νοικοκυριών που αποτελούνται από έναν ενήλικα, δύο ενήλικες ή από νοικοκυριά με ένα ή περισσότερα παιδιά.
Σύμφωνα με τη μελέτη «λαμβανομένων υπ’ όψιν όσων αναφέρονται στην έκθεση του ΣΟΕ τον Νοέμβριο του 2015 για τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης (ΕΔΔ) προκύπτει ότι το όριο αξιοπρεπούς διαβίωσης για έναν ενήλικα χωρίς τέκνα, που ως επί το πλείστον διαγράφει το προφίλ του συνταξιούχου, ανέρχεται κατ’ ελάχιστο σε €537 τον μήνα ή σε €6.444 ετησίως».
Στη σχετική μελέτη επισημαίνεται ότι «για υψηλότερους μέσους συντάξιμους μισθούς (1000€ και άνω) και περισσότερα έτη ασφάλισης (30 έτη και άνω), που είναι και η εύλογη παραδοχή για τους μελλοντικούς συνταξιούχους, το ύψος της συνολικής παροχής (κύριας και επικουρικής σύνταξης) διασφαλίζει στον συνταξιούχο επίπεδο παροχών που του επιτρέπει να διαβιώνει με αξιοπρέπεια, εξασφαλίζοντας τους όρους όχι μόνο της φυσικής του υπόστασης (διατροφή, ένδυση, στέγαση, βασικά οικιακά αγαθά, θέρμανση, υγιεινή και ιατρική περίθαλψη όλων των βαθμίδων), αλλά και της συμμετοχής του στην κοινωνική ζωή. Σε όλες τις περιπτώσεις το ύψος της μηνιαίας παροχής (συνολική σύνταξη προ φόρων) υπερβαίνει το 4ο επίπεδο των εύλογων δαπανών διαβίωσης».
Σύγκριση
Το ζήτημα των ποσοστών αναπλήρωσης των κύριων αλλά και των επικουρικών συντάξεων κυριάρχησε στη δημόσια συζήτηση, ειδικά τους πέντε τελευταίους μήνες.
Το σχέδιο ασφαλιστικής μεταρρύθμισης της κυβέρνησης, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τα ποσοστά αναπλήρωσης, συγκρίθηκε ευθέως με τον αντίστοιχο ν.3863/2010 (Λοβέρδου - Κουτρουμάνη).
Συνεπώς, η σύγκριση ανάμεσα στις δύο νομοθετικές παρεμβάσεις είναι αναπόφευκτη. Με αφορμή την παρουσίαση της νέας μελέτης του υπουργείου Εργασίας και για την εγκυρότητα των μεγεθών που είναι υπό σύγκριση, η «Ναυτεμπορική» αναδημοσιεύει σήμερα τα στοιχεία για τα ποσοστά αναπλήρωσης των κύριων συντάξεων, όπως ακριβώς αυτά αποτυπώθηκαν στις 10/5/2010 στην εισήγηση για το ασφαλιστικό του τότε υπουργού Εργασίας Ανδρέα Λοβέρδου προς το υπουργικό συμβούλιο.
Δηλαδή, ακριβώς πριν από πέντε χρόνια. Τα στοιχεία αν και έχουν αποκλίσεις στα υποδείγματα συντάξιμων μισθών και ετών ασφάλισης, εντούτοις αποτυπώνουν με καθαρό τρόπο τις διαφορές των δύο συστημάτων υπολογισμού.
Για παράδειγμα, με τον ν.3863/10 με συντάξιμες αποδοχές 1.050 ευρώ και 25 έτη ασφάλισης η κύρια σύνταξη ήταν 566 ευρώ. Με τη σημερινή πρόταση της κυβέρνησης, με συντάξιμο μισθό 1.000 ευρώ και 25 έτη ασφάλισης η μικτή κύρια σύνταξη είναι 591 ευρώ.
Με συντάξιμες αποδοχές 775 ευρώ και 30 έτη ασφάλισης ο ν.3863/10 χορηγούσε 529,70 ευρώ κύρια σύνταξη, ενώ με τη σημερινή πρόταση της κυβέρνησης με 30 έτη ασφάλισης αλλά με 800 ευρώ συντάξιμο μισθό η κύρια μικτή σύνταξη είναι 595 ευρώ.
Από τη σύγκριση των στοιχείων προκύπτει ότι για συντάξιμους μισθούς έως και 1.000 ευρώ η πρόταση Κατρούγκαλου δίνει ελαφρώς σχετικά υψηλότερες συντάξεις.
Εάν όμως συγκρίνουμε τα ποσοστά αναπλήρωσης των συντάξεων όσων έχουν υψηλές αποδοχές και πλήρη εργασιακό βίο 40-42 ετών, τότε η εικόνα αντιστρέφεται. Για παράδειγμα, με συντάξιμες αποδοχές 2.100 ευρώ και 40 έτη ασφάλισης ο ν.3863/10 χορηγούσε κύρια σύνταξη 1.665 ευρώ.
Με το νομοσχέδιο Κατρούγκαλου στα 42 έτη ασφάλισης με συντάξιμο μισθό 2.000 ευρώ η σύνταξη είναι 1.320 ευρώ, ενώ με τα ίδια έτη ασφάλισης και συντάξιμο μισθό 2.500 ευρώ η κύρια σύνταξη είναι 1.554 ευρώ. Δηλαδή, πολύ μικρότερη από τη σύνταξη που χορηγούσε ο νόμος Λοβέρδου - Κουτρουμάνη.
Συνεπώς, από τη σύγκριση των δεδομένων του υπουργείου Εργασίας για τους δύο διαφορετικούς τρόπους υπολογισμού των συντάξεων προκύπτει το συμπέρασμα ότι με τη σημερινή πρόταση της κυβέρνησης ενισχύονται κυρίως οι χαμηλόμισθοι εργαζόμενοι που λαμβάνουν έως 1.000-1.200 ευρώ και όσοι έχουν λιγότερα από 25 έτη ασφάλισης, ενώ αντίστοιχα έχουν σοβαρές απώλειες στις συντάξεις όσοι έχουν περισσότερα από 30 έτη ασφάλισης και συντάξιμους μισθούς πάνω από 1.300-1.500 ευρώ.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στη μελέτη επισημαίνεται ότι «σε περιόδους που ο κρατικός προϋπολογισμός δεν επαρκεί για την κάλυψη των συνταξιοδοτικών παροχών και την ταυτόχρονη διάθεση κονδυλίων για συνταγματικώς κατοχυρωμένους σκοπούς, κρίνεται σύμφωνη προς την αρχή της αναλογικότητας η αλλαγή του τρόπου υπολογισμού των συνταξιοδοτικών παροχών, με συντελεστές που καταλήγουν σε μικρότερες συντάξεις, ιδίως για κατηγορίες συνταξιούχων που είχαν πολύ υψηλά ποσοστά αναπλήρωσης».
«Κούρεμα»
Από την ίδια μελέτη του υπουργείου Εργασίας προκύπτει ότι οι επικουρικές συντάξεις θα υποστούν, συγκριτικά με τις κύριες, τις μεγαλύτερες απώλειες.
Για 20 έτη ασφάλισης η μικτή επικουρική σύνταξη προσδιορίζεται στα 44 ευρώ, δηλαδή στα 41,36 ευρώ μετά την αφαίρεση της κράτησης για την υγειονομική περίθαλψη.
Σήμερα για παράδειγμα η κατώτατη επικουρική του ΤΕΑΔΥ με 15 έτη ασφάλισης είναι 50 ευρώ. Αντίστοιχα η επικουρική μετά από 42 έτη ασφάλισης και 2.500 ευρώ συντάξιμες αποδοχές προσδιορίζεται στα 465 ευρώ μικτά, δηλαδή στα 437,1 ευρώ μετά την αφαίρεση της κράτησης για τον κλάδο υγείας.
Στελέχη της κοινωνικής ασφάλισης εκτιμούν ότι οι μειώσεις στις επικουρικές θα κυμανθούν από 2% στις μικρές συντάξεις και θα πλησιάσουν έως και το 48% στις πολύ υψηλές επικουρικές των ΔΕΚΟ, των τραπεζών και των ειδικών ταμείων.
Παράγοντες επιδείνωσης
Στην οικονομική μελέτη καταγράφονται οι παράγοντες που οδήγησαν σε ασφυξία το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης της χώρας, ειδικά τα τελευταία 15 έτη.
Οι σημαντικότεροι από αυτούς του παράγοντες είναι οι εξής:
1. Η αύξηση της ανεργίας. Από το 2000 έως την εκδήλωση της κρίσης (έτος 2008) η απασχόληση στη χώρα αυξανόταν με μέσο ετήσιο ρυθμό 1,8%, ενώ από το 2009 και έπειτα η τάση αντιστρέφεται, με την απασχόληση να μειώνεται με μέσο ετήσιο ρυθμό 4,1%. Δηλαδή, κάθε χρόνο προ κρίσης δημιουργούνταν 58,9 χιλ. νέες θέσεις απασχόλησης, ενώ στη διάρκεια της κρίσης χάνονταν ετησίως 170,5 χιλ. θέσεις απασχόλησης.
2. Οι μειώσεις μισθών. Λόγω της «βύθισης» των μισθών εξαιτίας της κρίσης ενδεικτικά επισημαίνεται ότι «το δεύτερο τρίμηνο του 2015 οι μισθοί βρίσκονται περίπου 25% χαμηλότερα σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2008 και περίπου 4% χαμηλότερα σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2014».
3. Μείωση των εισπράξεων των ασφαλιστικών εισφορών. Συνολικά την περίοδο 2009-2014 οι εισπραχθείσες εισφορές υπέρ του ασφαλιστικού συστήματος για τους προαναφερθέντες Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης μειώθηκαν κατά 23%, ποσοστό που αντιστοιχεί σε απώλειες άνω των €2,6 δισ.
4. Η μη αξιοποίηση των αποθεματικών των Ταμείων. «Επί πολλά έτη, κατά τη διάρκεια των οποίων οι συνταξιούχοι ήταν σημαντικά λιγότεροι σε σχέση με τους εισφέροντες, δεν προβλεπόταν η καθ’ οιονδήποτε τρόπο επένδυση των δημιουργούμενων αποθεματικών των φορέων κοινωνικής ασφάλισης, λόγω της υποχρεωτικής διακράτησής τους από την Τράπεζα της Ελλάδος με μηδενική απόδοση, ακόμη και όταν τα επιτόκια των ελληνικών ομολόγων κυμαίνονταν σε ποσοστά 18%-25% ετησίως».
5. Οι επιπτώσεις από το «κούρεμα των ομολόγων» PSI. «Μεταξύ των φορέων που συμμετείχαν στο PSI εντάχθηκαν και οι ελληνικοί ΦΚΑ, των οποίων η περιουσία (διαθέσιμα και ομόλογα του ελληνικού δημοσίου) μειώθηκε κατά €11,8 δισ. (η απώλεια για τους φορείς κύριας ασφάλισης ανέρχεται σε €6,3 δισ.). Η μείωση αυτή ισοδυναμούσε με το 45,9% της συνολικής περιουσίας όλων των ΦΚΑ, καθώς τα διαθέσιμά τους μειώθηκαν κατά 47% (περίπου €9 δισ.) και τα ομόλογα κατά 42,8% (περίπου €2,8 δισ.)».
6. H εξέλιξη της συνταξιοδοτικής δαπάνης. «Σύμφωνα με τα στοιχεία εξέλιξης της συνταξιοδοτικής δαπάνης, διαπιστώνεται σημαντική μείωση σε απόλυτα μεγέθη τα έτη 2010 και 2013, λόγω της εφαρμογής των διαδοχικών νόμων περιορισμού της (Ν.4024/11, Ν.4051/12, Ν.4093/2012), ενώ ως % του ΑΕΠ παρατηρείται αύξηση, η οποία οφείλεται στη σημαντική μείωση του ΑΕΠ την ίδια περίοδο».
7. Τα ελλείμματα των φορέων κοινωνικής ασφάλισης από 6,63% του ΑΕΠ το 2009, βρίσκονται στο 9,51% του ΑΕΠ το 2016.
8. Η συμμετοχή του κράτους στη συνταξιοδοτική δαπάνη. «Το συνολικό ποσό που έχει μεταφερθεί στους φορείς κοινωνικής ασφάλισης την περίοδο 2000-2015, για την καταβολή κύριων συντάξεων, ανέρχεται σε € 154.438,92 εκατ.».
Επιχείρηση «πειθώ»
Την κυβερνητική πολιτική και τους χειρισμούς που έγιναν κατά τη διάρκεια των συνομιλιών με το κουαρτέτο θα παρουσιάσει και θα εξηγήσει στους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας στη συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του κόμματος, σήμερα, στις 3 μ.μ.
Παράλληλα, ο κ. Τσίπρας θα επιδιώξει να πείσει τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ για την αναγκαιότητα να ψηφιστεί, χωρίς επιφυλάξεις και απώλειες, το νομοσχέδιο για την κοινωνική ασφάλιση, με βασικό επιχείρημα ότι «αποτελεί την πρόταση της κυβέρνησης» και ότι δεν επιβλήθηκε από τους δανειστές.
Ο πρωθυπουργός αναμένεται να υποστηρίξει ότι η ψήφιση του νομοσχεδίου θα ενισχύσει τον υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο στο Eurogrοup της Δευτέρας και να επισημάνει ότι στη συνεδρίαση αυτή θα αρχίσει η συζήτηση για το χρέος της Ελλάδας, όπως επιδιώκει εδώ και πολλούς μήνες η κυβέρνηση.
Χθες ο γραμματέας του ΣΥΡΙΖΑ Πάνος Ρήγας υποστήριξε ότι «δεν υπερασπιζόμαστε ένα μνημόνιο, υπερασπιζόμαστε το ότι η χώρα βρέθηκε σε μία πολύ δύσκολη κατάσταση και ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε αυτή την επιλογή για να στηρίξει την ελληνική κοινωνία και να βγάλει τη χώρα από την επιτροπεία» (ΑΝΤ1).
Υπεραμύνθηκε των χειρισμών της κυβέρνησης, σημειώνοντας: «Δώσαμε μία σκληρή διαπραγματευτική μάχη, έχει έρθει μια συμφωνία η οποία είναι καλύτερη από τις προηγούμενες, βέβαια δεν είναι στο δικό μας DNA, αλλά και μέσα σ’ αυτή τη δύσκολη συμφωνία υλοποιούμε πράγματα τα οποία είναι προς όφελος των κοινωνικών τάξεων που είχαν πληγεί το προηγούμενο διάστημα».
Δεσμεύτηκε δε ότι η κυβέρνηση δεν θα λάβει πρόσθετα μέτρα πέραν αυτών που συμφωνήθηκαν τον περασμένο Αύγουστο.