Ορατός είναι ο κίνδυνος να μην προχωρήσουν φέτος ακόμα και οι προγραμματισμένες επενδύσεις των παρόχων στα τηλεπικοινωνιακά δίκτυα νέας γενιάς που εξασφαλίζουν υψηλότερες ταχύτητες σύνδεσης στο internet.
Από την έντυπη έκδοση
Της Τέτης Ηγουμενίδη
[email protected]
Ορατός είναι ο κίνδυνος να μην προχωρήσουν φέτος ακόμα και οι προγραμματισμένες επενδύσεις των παρόχων στα τηλεπικοινωνιακά δίκτυα νέας γενιάς που εξασφαλίζουν υψηλότερες ταχύτητες σύνδεσης στο internet. Τον κώδωνα του κινδύνου κρούει για άλλη μια φορά ο γενικός διευθυντής της ΕΕΚΤ (Ένωση Εταιρειών Κινητής Τηλεφωνίας) Γιώργος Στεφανόπουλος, επισημαίνοντας στη «Ν»: «Η περσινή χρονιά ήταν δύσκολη για τον κλάδο. Από την αρχή της οικονομικής κρίσης τα έσοδα των παρόχων έχουν μειωθεί κατά 56%. Όμως, παρ’ όλα αυτά, το 2015 οι επενδύσεις του κλάδου αυξήθηκαν κατά 20%, ως αποτέλεσμα δουλειάς των εταιρειών στη διαχείριση του κόστους λειτουργίας τους. Το 2016 οι προοπτικές θα μπορούσαν να είναι καλές όσον αφορά τις επενδύσεις. Έχουν βγει όμως σύννεφα. Καθυστερούν τα προφανή, δηλαδή οι διαδικασίες για τις αναγκαίες αδειοδοτήσεις σε υποδομές και συχνότητες. Υπάρχει μια αδράνεια το τελευταίο διάστημα από το επισπεύδον υπουργείο, το υπουργείο Υποδομών, για να λυθούν προφανή ζητήματα. Σαν αποτέλεσμα, το 2016 παρατηρείται μια σκιά. Μπορεί αντί για αύξηση επενδύσεων να έχουμε αύξηση της εσωστρέφειας, έλλειμμα εμπιστοσύνης και αύξηση των προστίμων για προφανή και παλιά ζητήματα». Σύμφωνα επίσης με τον ίδιο, «η χώρα μας έχει μείνει πίσω σε όλους τους ψηφιακούς δείκτες, όταν η παραγωγική ανασυγκρότηση που είναι αναγκαία χρειάζεται αυτές τις τηλεπικοινωνιακές υποδομές οι οποίες απαιτούν κάθε χρόνο επενδύσεις της τάξης των 250 εκατ. ευρώ».
Σαν να μην υφίσταται το υπουργείο
Γεγονός είναι πως για το υπουργείο Υποδομών ο τομέας των τηλεπικοινωνιών και γενικότερα των ΤΠΕ (Τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνιών) τον τελευταίο ένα χρόνο είναι σαν να μην υφίσταται. Κρίσιμα θεσμικά ζητήματα παραμένουν σε εκκρεμότητα, χωρίς καμιά δικαιολογία και εξήγηση. Η αδειοδότηση των σταθμών βάσης είναι στον αέρα, ενώ δεν έχουν προχωρήσει και οι διαδικασίες για τη διάθεση συχνοτήτων που είναι αναγκαίες για τη λειτουργία των υπηρεσιών. Μεταξύ άλλων δεν προχώρησαν οι διαγωνισμοί χορήγησης των δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων στη ζώνη των 26 GHz (οι άδειες έληξαν μεταξύ 10 Δεκεμβρίου 2015 και 21 Ιανουαρίου 2016) και για τη χορήγηση ραδιοσυχνοτήτων στα 1800 MHz (ο διαγωνισμός θα έπρεπε να ολοκληρωθεί μέχρι τον Μάιο του 2016, προκειμένου να μη λήξουν οι άδειες το καλοκαίρι). Σημειώνεται ότι τα εκτιμώμενα έσοδα από τη χορήγηση των συχνοτήτων αυτών είναι της τάξης των 180 εκατ. ευρώ. Αντίθετα, η κυβέρνηση προχωρά στην αύξηση της φορολογίας της κινητής τηλεφωνίας, καθιστώντας την υπηρεσία μη ανταγωνιστική, κάτι που ενέχει τον κίνδυνο οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στη χώρα μας να έχουν να αντιμετωπίσουν ανταγωνισμό από εταιρείες του εξωτερικού.
Ταυτόχρονα δεν προχωρά η ενσωμάτωση της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2014/61/ΕΕ: «Μέτρα μείωσης κόστους ανάπτυξης ευρυζωνικών δικτύων», με αποτέλεσμα η χώρα να απειλείται πλέον με κυρώσεις και πρόστιμα από την Ευρωπαϊκή Ένωση λόγω του ότι δεν έχει ενσωματώσει την εν λόγω οδηγία στο Εθνικό Δίκαιο. Η ΕΕΤΤ (Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων) έκλεισε ένα χρόνο χωρίς πρόεδρο, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να παίξει τον ρόλο της σε μια σειρά από ζητήματα ρύθμισης της αγοράς, προώθησης δευτερογενούς θεσμικού πλαισίου και αναλύσεων της αγοράς.
Χωρίς να αξιοποιούνται μένουν και τα κονδύλια που έχουν προβλεφθεί από τη νέα χρηματοδοτική περίοδο για τον κλάδο. Στο τμήμα τους που αφορά το Εθνικό Ευρυζωνικό Σχέδιο (ΕΕΣ) προχώρησαν μεν οι τυπικές διαδικασίες για να μπορούν να υλοποιηθούν έργα ύψους περίπου 400 εκατ. ευρώ από τον πρώην, πλέον, γενικό γραμματέα Επικοινωνιών Δημήτρη Τζώρτζη, ωστόσο δεν φαίνεται να υπάρχει πολιτική βούληση για την υλοποίηση του σχεδίου. Τυχόν αλλαγή του ΕΕΣ σημαίνει ότι και αυτές οι επενδύσεις θα καθυστερήσουν. Το ίδιο συμβαίνει και με τις υπόλοιπες επενδύσεις στις ΤΠΕ οι οποίες έχουν ως προαπαιτούμενο τη δημιουργία της νέας γενικής γραμματείας Ψηφιακής Πολιτικής. Ενώ έχει δημοσιοποιηθεί το κείμενο για τη σύστασή της, μένει απλώς στα συρτάρια της κυβέρνησης, με τους παροικούντες την Ιερουσαλήμ να ψελλίζουν ότι η εκκρεμότητα σχετίζεται κυρίως με το ποιος θα τεθεί επικεφαλής και δευτερευόντως με τις αντιδράσεις για μεταφορά σε αυτήν αρμοδιοτήτων άλλων γενικών γραμματειών.
Μέσα σε όλα αυτά, συνέπεια της παντελούς έλλειψης συνεργασίας με τον υπουργό Υποδομών Χρήστο Σπίρτζη, αντικαθίσταται ο γενικός γραμματέας Επικοινωνιών. Το Π.Δ. με την αποχώρηση του κ. Τζώρτζη έχει δημοσιευτεί, αντίθετα δεν έχει δημοσιευτεί αυτό του διορισμού του νέου γ.γ., κάτι που προκαλεί ερωτηματικά. Όπως έχει γράψει ήδη η «Ν», για τη θέση που «χηρεύει» προορίζεται ο οικονομολόγος - πολιτικός επιστήμονας Βασίλης Μαγκλάρας, κάτι που αναμένεται, εκτός απροόπτου, να ανακοινωθεί τις επόμενες μέρες. Αυτό που όμως αναμένεται με μεγαλύτερο ενδιαφέρον είναι αν ο νέος γ.γ. θα καταφέρει να κάνει τη δουλειά του και να αρχίσουν οι εκκρεμότητες να λιγοστεύουν ώστε να μη χαθεί περαιτέρω χρόνος για τις επενδύσεις στα δίκτυα νέας γενιάς.