Κλιμακώνονται οι κόντρες μεταξύ της Ελλάδας, του ΔΝΤ και των ευρωπαϊκών θεσμών, στο παρά πέντε της συνεδρίασης της «Ομάδας της Ουάσιγκτον», στην οποία θα συζητηθεί η διευθέτηση του ελληνικού χρέους.
Από την έντυπη έκδοση
Του Νίκου Μπέλλου
[email protected]
Κλιμακώνονται οι κόντρες μεταξύ της Ελλάδας, του ΔΝΤ και των ευρωπαϊκών θεσμών, στο παρά πέντε της συνεδρίασης της «Ομάδας της Ουάσιγκτον», στην οποία θα συζητηθεί η διευθέτηση του ελληνικού χρέους.
Οι διαπραγματεύσεις για την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης μεταξύ της κυβέρνησης και των εκπροσώπων των θεσμών μπορεί να κορυφώθηκαν χθες σε τεχνικό επίπεδο στην Αθήνα, ωστόσο σε σχέση με το μεγάλο ζητούμενο για την Ελλάδα και την οικονομία, που είναι η ελάφρυνση του χρέους, όλα θα κριθούν στο περιθώριο της εαρινής συνόδου του ΔΝΤ, στο τέλος της εβδομάδας στην αμερικανική πρωτεύουσα.
Λίγα 24ωρα πριν από τη συνεδρίαση της «Ομάδας της Ουάσιγκτον», κορυφώνεται το μπρα ντε φέρ μεταξύ:
Η κυβέρνηση επιδιώκει να πάει στην Ουάσιγκτον έχοντας στις βαλίτσες της μια συμφωνία με τους θεσμούς, η οποία θα της δώσει ισχυρά επιχειρήματα στις διαπραγματεύσεις για τη διευθέτηση του χρέους. Αντιθέτως, η ελληνική αντιπροσωπεία θα βρεθεί σε δυσμενή θέση εάν δεν υπάρχει συμφωνία με το «κουαρτέτο».
Ο υπ. Οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε φρόντισε τις τελευταίες ημέρες να χαμηλώσει τον πήχη των προσδοκιών, υποστηρίζοντας ότι δεν θα υπάρξει ελάφρυνση του χρέους και πως αυτό που έχει σημασία είναι η υλοποίηση του προγράμματος και των μεταρρυθμίσεων.
Από την πλευρά της η ελληνική κυβέρνηση απαντά σε υψηλούς τόνους, επικρίνοντας τη στάση του ΔΝΤ σε ό,τι αφορά τη λήψη πρόσθετων δημοσιονομικών μέτρων, αλλά και Ευρωπαίων αξιωματούχων, που, κατά την άποψή της, επιδιώκουν καθυστέρηση της αξιολόγησης και αναβολή λήψης απόφασης για το χρέος.
Η επικεφαλής του ΔΝΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, με χθεσινή της παρέμβαση, παραδέχεται τα λάθη στον σχεδιασμό του ελληνικού προγράμματος, αλλά επιρρίπτει τις ευθύνες στις ελληνικές κυβερνήσεις (από 2010 και μετά), οι οποίες δεν «απέκτησαν την ιδιοκτησία του προγράμματος».
«Σφίγγα» οι Βρυξέλλες
Στις Βρυξέλλες υπογραμμίζουν ότι δεν είναι η πρώτη φορά που ο κ. Σόιμπλε υποβαθμίζει την ανάγκη ελάφρυνσης του χρέους και αυτό το αποδίδουν σε δύο παράγοντες.
Ο πρώτος είναι εσωτερικής κατανάλωσης, αφού σε καμία περίπτωση δεν θέλει να περάσει το μήνυμα στους Γερμανούς φορολογούμενους ότι θα πληρώσουν για την Ελλάδα.
Ο δεύτερος είναι αμιγώς ελληνικός, δεν θέλει μια προχωρημένη απόφαση για το χρέος, ώστε η κυβέρνηση να βρίσκεται υπό πίεση σε σχέση με την υλοποίηση του προγράμματος. Στη βελγική πρωτεύουσα πιστεύουν ότι, παρά τις δηλώσεις Σόιμπλε, υπάρχει δυνατότητα εξεύρεσης ενός κοινού τόπου, ώστε και οι εταίροι να τηρήσουν τη δέσμευση που ανέλαβαν πέρυσι τον Αύγουστο για διασφάλιση βιωσιμότητας του χρέους, αλλά και η κυβέρνηση να βρίσκεται υπό πίεση. Αλλωστε, όπως τονίζουν, το ΔΝΤ χωρίς ελάφρυνση του χρέους δεν μπαίνει στο πρόγραμμα και το Βερολίνο γνωρίζει πολύ καλά ότι χωρίς τον διεθνή οργανισμό το γερμανικό κοινοβούλιο δεν πρόκειται να εγκρίνει την εκταμίευση καμίας δόσης για την Ελλάδα. Παρόμοια θέση έχουν υιοθετήσει και τα κοινοβούλια της Φινλανδίας και της Ολλανδίας, που έχουν δεσμεύσει από το πρώτο ελληνικό πρόγραμμα (Μάιος 2010) τις κυβερνήσεις τους.
Μια πρώτη πολιτική συζήτηση για το χρέος θα γίνει στο περιθώριο της εαρινής συνόδου του ΔΝΤ (15-17 Απριλίου). Εκεί θα βρίσκονται όλοι οι πρωταγωνιστές: ο πρόεδρος της Κομισιόν Ζαν Κλοντ Γιούνκερ (μίλησε την περασμένη βδομάδα με την κ. Μέρκελ για το ελληνικό χρέος), ο πρόεδρος του Εurogroup Γερούν Ντέισελμπλουμ, ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι, ο επίτροπος Πιερ Μοσκοβισί, η Κριστίν Λαγκάρντ και οι υπουργοί Οικονομικών των χωρών της Ευρωζώνης, μεταξύ των οποίων ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και ο Γάλλος ομόλογός του Μισέλ Σαπέν.
Είναι προφανές ότι δεν πρόκειται να γίνει διεξοδική εξέταση του ελληνικού χρέους στην Ουάσιγκτον, αυτό θα γίνει στο Εurogroup, αλλά θα υπάρξει μια πολιτική συζήτηση όπου θα καθοριστεί ένας χάρτης πορείας με κάποιες παραμέτρους.
Τα σενάρια του ΕΜΣ
Αποψη για το ελληνικό χρέος έχουν και η Κομισιόν και η ΕΚΤ και φυσικά το ΔΝΤ, ωστόσο μέχρι σήμερα μόνο ο ΕΜΣ, που είναι και ο αρμόδιος να προτείνει συγκεκριμένη λύση, έχει αφήσει να διαρρεύσουν «ιδέες» για τη μορφή της ελάφρυνσης.
Ο Γερμανός επικεφαλής του ΕΜΣ, Κλάους Ρέγκλινγκ, ο οποίος στο παρελθόν έχει περάσει ως υψηλόβαθμο στέλεχος και από το υπουργείο Οικονομικών της χώρας του, δήλωσε πριν από λίγες μέρες ότι οι συζητήσεις για ελάφρυνση του ελληνικού χρέους θα αρχίσουν μόνο μετά την επιτυχή ολοκλήρωση της αξιολόγησης, ενώ αποκάλυψε ότι υπάρχουν πολλές επιλογές για μια συμφωνία. Το έγγραφο με το βασικό σενάριο που έχει διαρρεύσει από τον ΕΜΣ από τον περασμένο φθινόπωρο επισημαίνει ότι μια ελάφρυνση του χρέους θα μπορούσε να περιλαμβάνει την παράταση της διάρκειας κάποιων δανείων της χώρας, τη σύνδεση σταθερών αποπληρωμών χρέους με το ελληνικό ακαθάριστο εγχώριο προϊόν και ένα ανώτατο όριο ή την αναβολή των πληρωμών τόκων.
Αυτό που έχει αποκλειστεί από την πρώτη στιγμή είναι η μείωση της ονομαστικής αξίας του χρέους, δηλαδή το «κούρεμα». Με βάση τα δεδομένα που λαμβάνει υπ’ όψιν το έγγραφο, τα οποία αφορούν τον Αύγουστο του 2015, τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους θα μπορούσαν να μειώσουν την καθαρή παρούσα αξία του χρέους της Ελλάδας κατά 52,5%, με ποσοστό 6,1% να προέρχεται από την παράταση της περιόδου αποπληρωμής.
«Τίποτα πέρα από τη συμφωνία του καλοκαιριού»
Αντιμέτωπη με μια δύσκολη διαπραγμάτευση με τους εκπροσώπους της τρόικας, η κυβέρνηση απάντησε χθες, στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο, απορρίπτοντας τις επικρίσεις που δέχεται τόσο από τη γενική διευθύντρια του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ όσο και από τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, αξιοποιώντας την επίσκεψη του Πορτογάλου ομολόγου του Αντόνιο Κόστα, διαμήνυσε πως μετά τον δύσκολο συμβιβασμό του περασμένου καλοκαιριού «υπάρχει μια συμφωνία την οποία εμείς τηρούμε απαρέγκλιτα και δεν ζητάμε τίποτε λιγότερο, τίποτε περισσότερο απ’ το να την τηρήσουν και οι δανειστές μας».
Ο κ. Τσίπρας απαντώντας στον κ. Σόιμπλε σημείωσε πως στη συμφωνία προβλέπεται ότι αμέσως μετά την επιτυχή ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης θα ανοίξει η συζήτηση για το χρέος και δεν θέτει ούτε όρους ούτε προϋποθέσεις για να ανοίξει αυτή η συζήτηση. Ο κ. Τσίπρας υπεραμύνθηκε του δικαιώματος της κυβέρνησης να αποφασίζει για το μίγμα μέτρων και πολιτικής που θα εφαρμόζει, «κανείς δεν μπορεί να αφαιρέσει από μια κυρίαρχη και δημοκρατική χώρα τη δυνατότητα και το δικαίωμα να επιλέγει τα μέσα της πολιτικής για την επίτευξη των συμφωνημένων στόχων».
Κλιμακώνοντας την κριτική του προς το ΔΝΤ, ο πρωθυπουργός παρατήρησε ότι στην Ελλάδα εφαρμόστηκαν λάθος πολιτικές και είναι παράδοξο εκείνοι που αναγνωρίζουν τα λάθη τους, την ίδια στιγμή να επιμένουν στην εφαρμογή του λάθους και σημείωσε: «Κάποια στιγμή πρέπει να σοβαρευτούμε, γιατί δεν έχουμε να κάνουμε μόνο με αριθμούς, αλλά με ανθρώπους και με την ίδια την προοπτική της Ευρώπης». Μάλιστα, δεν παρέλειψε να αφήσει -εμμέσως- αιχμές και κατά του κ. Πολ Τόμσεν, κάνοντας λόγο για «εμμονές που ίσως έχουν κάποιοι τεχνοκράτες να επιβεβαιωθούν για λόγους καριέρας» και επέμεινε πως «πρέπει να σοβαρευτούμε και να καταλάβουμε ότι το πρόβλημα δεν είναι ότι δεν εφαρμόζουμε τους κανόνες, αλλά ότι αυτοί οι κανόνες δεν είναι αποτελεσματικοί».
Ο κ. Τσίπρας σημείωσε ότι η Ελλάδα είναι αντιμέτωπη με δύο παράλληλες κρίσεις: τις συνέπειες των πολυετών προγραμμάτων λιτότητας και την προσφυγική κρίση. «Εχοντας υποστεί τη μεγαλύτερη καταστροφή, η Ελλάδα χρειάζεται και μεγαλύτερη πίστωση χρόνου για να μπορέσουμε να ξαναβρεθούμε σε μια κατάσταση κανονικότητας, να ξανακερδίσουμε την εμπιστοσύνη των επενδυτών, των αγορών».
Ο σοσιαλιστής πρωθυπουργός της Πορτογαλίας Αντόνιο Κόστα σημείωσε ότι η κρίση στην Ευρωζώνη δεν ξεκίνησε το 2010, «αλλά υπάρχει δομικό πρόβλημα, που έχει να κάνει με τις ασυμμετρίες μεταξύ των διαφορετικών οικονομιών και είναι απαραίτητο να καταβάλλουμε προσπάθειες μεγαλύτερης σύγκλισης των οικονομιών». Τόνισε πως «πρέπει να γυρίσουμε σελίδα. Οι πολιτικές λιτότητας δεν δίνουν λύση, γιατί δεν έδωσαν αποτελέσματα σε καμία χώρα που εφαρμόστηκαν. Πρέπει να θέσουμε στόχους ανάπτυξης και δημιουργίας θέσεων εργασίας».
Αναφερόμενος στην εμπειρία της χώρας του, επισήμανε ότι «η Πορτογαλία ολοκλήρωσε το πρόγραμμα προσαρμογής και αναφέρεται από την Ευρώπη ως χώρα που συμμορφώθηκε με το πρόγραμμα». Σημείωσε επίσης ότι η Πορτογαλία δεν έθεσε θέμα αναδιάρθρωσης χρέους, αλλά ζητεί καλύτερη κατανομή των πόρων, ώστε να προχωρήσουν επενδύσεις και να υπάρξει σύγκλιση με την Ευρώπη.