Η αντίστροφη μέτρηση για την ολοκλήρωση της τελικής διαπραγμάτευσης για το ασφαλιστικό ξεκινά από αύριο με την επιστροφή των εκπροσώπων των θεσμών στην Αθήνα, με την προοπτική να κλείσει μέχρι τα μέσα του μήνα.
Από την έντυπη έκδοση
Του Στέλιου Παπαπέτρου
[email protected]
Η αντίστροφη μέτρηση για την ολοκλήρωση της τελικής διαπραγμάτευσης για το ασφαλιστικό ξεκινά από αύριο με την επιστροφή των εκπροσώπων των θεσμών στην Αθήνα, με την προοπτική να κλείσει μέχρι τα μέσα του μήνα.
Με δήλωσή του στη «Ν», ο αρμόδιος υφυπουργός Κοινωνικής Ασφάλισης Τάσος Πετρόπουλος εκφράζει την εκτίμηση ότι «είναι βέβαιο πως η διαπραγμάτευση θα ολοκληρωθεί με επιτυχία πριν από την επόμενη συνεδρίαση του Εurogroup, διότι τα σημεία τριβής μεταξύ των δύο πλευρών αφορούν κυρίως σε εσφαλμένη υπαγωγή, από μέρους των θεσμών, διαφόρων στοιχείων της δαπάνης της προνοιακής πολιτικής στο ύψος της συνταξιοδοτικής δαπάνης σε σχέση με το ΑΕΠ. Επισημαίνω, για παράδειγμα, ότι στη Γερμανία το ύψος της δαπάνης του εφάπαξ, των προνοιακών παροχών, αλλά και η συνταξιοδοτική δαπάνη των συντάξεων του δημοσίου δεν εντάσσονται στη συνολική δαπάνη των συντάξεων».
Ο κ. Πετρόπουλος ανέφερε ότι έγινε αποδεκτή από τους εκπροσώπους των θεσμών η πρόταση της κυβέρνησης για εθνική σύνταξη 384 ευρώ, επιβεβαιώνοντας έτσι σχετικό δημοσίευμα της «Ν» (24/3/16) για «Εθνική σύνταξη 384 ευρώ για όλους με 20 έτη ασφάλισης, χωρίς εισοδηματικά κριτήρια και 345,6 ευρώ για όσους έχουν 15 έτη ασφάλισης».
Μέσα στο Σαββατοκύριακο τα τεχνικά κλιμάκια των δύο πλευρών θα περάσουν από «ψιλό κόσκινο» όλες τις λεπτομέρειες επί των οποίων υπάρχουν ακόμη διαφορές και σημεία τριβής, τα οποία, σύμφωνα με υψηλόβαθμα στελέχη του υπουργείου Εργασίας, εκτιμάται ότι κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων «θα γεφυρωθούν με κοινή λογική». Σε ό,τι αφορά το θέμα των ενδεχόμενων μειώσεων των συντάξεων, βασική στρατηγική του υπουργείου Εργασίας παραμένει η πολιτική απόφαση της κυβέρνησης να μην υπάρξουν μειώσεις πουθενά.
Ωστόσο, είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποκλειστεί το ενδεχόμενο περικοπών στις υψηλές κύριες συντάξεις άνω των 1.400-1.500 ευρώ, καθώς και στις υψηλές επικουρικές άνω των 300-350 ευρώ, οι οποίες εξακολουθούν να αποτελούν ένα από τα πιο σοβαρά αγκάθια της διαπραγμάτευσης για πολλούς και διαφορετικούς λόγους. Σε ό,τι αφορά το θέμα των επικουρικών συντάξεων, έμπειρα στελέχη του υπουργείου Εργασίας επισημαίνουν ότι η πολιτεία εγγυάται μεν την ύπαρξη των επικουρικών, αλλά με την έννοια οι επικουρικές να καταβάλλονται με όρους ισονομίας και δικαιοσύνης.
Σύμφωνα με τους αναλυτικούς πίνακες των επικουρικών συντάξεων και τον αριθμό των δικαιούχων ανά κατηγορία σύνταξης, που δημοσιεύει σήμερα η «Ν», προκύπτει ότι στο ΕΤΕΑ από το 1.183.433 επικουρικές συντάξεις (στοιχεία Μαρτίου 2016) υπάρχουν συνολικά 253.401 συντάξεις που κυμαίνονται από 351 ευρώ και άνω και οι οποίες σε ορισμένες περιπτώσεις ανέρχονται έως και τα 2.500 ευρώ. Το 21,5%, δηλαδή, του συνολικού αριθμού των επικουρικών είναι υψηλότερες των 350 ευρώ. Η μηνιαία δαπάνη αυτών των συντάξεων ανέρχεται σε 82,1 εκατ. ευρώ και η ετήσια σε 985,2 εκατ. ευρώ. Στο ΕΤΕΑ έχουν ενταχθεί 18 διαφορετικά επικουρικά ταμεία, από τον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, τα οποία έχουν ακόμη τα δικά τους καταστατικά. Δηλαδή, ο κανονισμός παροχών δεν έχει αλλάξει ακόμη με αποτέλεσμα να υπάρχουν και διαφορετικές παροχές.
Οπως επισημαίνουν τα στελέχη του Ταμείου, μεταξύ αυτών των επικουρικών υπάρχουν δύο ταμεία τα οποία χορηγούν στους δικαιούχους τους διπλά έξοδα κηδείας. Δηλαδή, μία παροχή για έξοδα κηδείας από το επικουρικό ταμείο και άλλη μία παροχή -την ίδια παροχή- και από το ταμείο κύριας ασφάλισης. Συνεπώς, το θέμα των περικοπών στις επικουρικές συντάξεις δεν είναι τόσο απλό απ’ όσο φαίνεται. Εκτός από τα νομικά προβλήματα που ενδέχεται να δημιουργηθούν από τις πιθανές περικοπές, εξίσου σημαντικό είναι -όπως τονίζουν τα στελέχη του ΕΤΕΑ- να αλλάξει άμεσα ο κανονισμός παροχών, ώστε να υπάρχουν ίδιοι κανόνες παροχών-εισφορών για όλους τους ασφαλισμένους του και όχι 18 διαφορετικοί τρόποι προσέγγισης.
Ενα από τα βασικά σενάρια που είναι υπό εξέταση διερευνά την εξοικονόμηση πόρων στην περίπτωση που οι μειώσεις στις επικουρικές γίνουν όταν το άθροισμα κύριας και επικουρικής σύνταξης υπερβαίνει το ποσό των 1.400-1.500 ευρώ. Στο σενάριο αυτό αναζητούνται περίπου 120.000 επικουρικές επί των οποίων θα επιβληθούν οι νέες μειώσεις. Στελέχη των ασφαλιστικών ταμείων εκτιμούν ότι οι νέες μειώσεις θα κυμανθούν μεσοσταθμικά γύρω στο 15% έως 20%. Βέβαια, οι μειώσεις θα επεκταθούν και στα άλλα ταμεία που χορηγούν αντίστοιχα υψηλές επικουρικές συντάξεις, όπως είναι τα επικουρικά τμήματα των λεγόμενων «ευγενών ταμείων».