Aρνητικά σινιάλα στέλνουν και πάλι οι αναλυτές για την αγορά ξηρού χύδην φορτίου. Το βαρομετρικό χαμηλό που ταλαιπωρεί τον κλάδο από το 2008 και μετά δεν πρόκειται να υποχωρήσει πριν από το 2019 και η Deutsche Bank προειδοποιεί για τη βιωσιμότητα της πλειονότητας των εταιρειών του κλάδου.
Από την έντυπη έκδοση
Του Αντώνη Τσιμπλάκη
[email protected]
Aρνητικά σινιάλα στέλνουν και πάλι οι αναλυτές για την αγορά ξηρού χύδην φορτίου. Το βαρομετρικό χαμηλό που ταλαιπωρεί τον κλάδο από το 2008 και μετά δεν πρόκειται να υποχωρήσει πριν από το 2019 και η Deutsche Bank προειδοποιεί για τη βιωσιμότητα της πλειονότητας των εταιρειών του κλάδου.
Η αγορά μέχρι σήμερα έβλεπε ως χρονιά εξόδου από την κρίση το 2018, αλλά χθες η γερμανική τράπεζα σε report που εξέδωσε προσθέτει ακόμα έναν χρόνο με θύελλες για τα bulk carriers. Μάλιστα στέλνει ξεκάθαρο μήνυμα κινδύνου για τις ναυτιλιακές εταιρείες, αφού επισημαίνει ότι σε περίπτωση επιβεβαίωσης του σεναρίου, οι περισσότερες εταιρείες ξηρού φορτίου δεν διαθέτουν την απαραίτητη ρευστότητα ή την ικανότητα μόχλευσης προκειμένου να αντέξουν στην κρίση.
Απολύσεις στη Νορβηγία
Την ίδια στιγμή η Ενωση Εφοπλιστών Νορβηγίας προαναγγέλλει για φέτος χιλιάδες απολύσεις στα υπό νορβηγική σημαία πλοία μέσα στη χρονιά, καθώς υπολογίζεται ότι τα έσοδα των εταιρειών θα είναι κατά 60% χαμηλότερα σε σχέση με πέρσι. Οπως αναφέρει η γερμανική τράπεζα, παρά το γεγονός ότι οι διαλύσεις πλοίων έχουν ενταθεί και η συγκεκριμένη βιομηχανία έχει καταγράψει ήδη ρεκόρ όλων των εποχών για το α’ τρίμηνο του έτους, ο BDI δεν θα καταγράψει ουσιαστική άνοδο πριν από το 2019.
Συνολικά 145 bulk carrier πουλήθηκαν για scrap μέχρι σήμερα, συνολικής χωρητικότητας 12 εκατ. τόνων ή το 1,5% της συνολικής χωρητικότητας του παγκόσμιου στόλου.
Τα ποσοστά ανεβαίνουν στα capesize και τα panamax. Τον τελευταίο χρόνο έχει πουληθεί για διάλυση το 2,1% της χωρητικότητας των capes και το 1,8% της χωρητικότητας των panamax, σημειώνουν χαρακτηριστικά οι αναλυτές της Deutsche Bank. Την ίδια στιγμή όμως, και παρ’ όλο που οι νέες παραγγελίες είναι ελάχιστες, η χωρητικότητα του παγκόσμιου στόλου συνεχίζει να αυξάνεται. Σύμφωνα με τα στοιχεία της τράπεζας, το 2016 η χωρητικότητα του στόλου έχει μεγεθυνθεί κατά 0,4% ή 2,9 εκατ. τόνους. Επίσης υπολογίζεται ότι μέχρι το τέλος του χρόνου θα έχουν πέσει στο νερό ακόμα 175 νεότευκτα.
«Ο συνδυασμός του ποσοστού των διαλύσεων με τις προβλέψεις για την πορεία της οικονομίας και τις αναμενόμενες παραδόσεις νέων πλοίων, μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ουσιαστική ανάκαμψη της αγοράς δεν πρόκειται να δούμε πριν από το 2019» επισημαίνουν οι αναλυτές. Ενδεχομένως πάντως από το 2017 και μετά η αγορά να ανέβει κάπως, αλλά πάντα κάτω από τα επίπεδα των λειτουργικών εξόδων.
Οι εξελίξεις
Η μικρή άνοδος της ναυλαγοράς, που ξέφυγε από τις 290 μονάδες του Φεβρουαρίου και έχει ανέβει στις 400, είναι απόρροια σειράς γεγονότων τα οποία όµως µπορεί να είναι και παροδικά, καθώς τα θεµελιώδη της παγκόσµιας οικονοµίας δεν επιβεβαιώνουν ότι θα έχουν διάρκεια. Την επισήμανση αυτή κάνει ο οικονομικός αναλυτής της G. Moundreas Γιώργος Λογοθέτης.
Ο κ. Λογοθέτης αποδίδει την ανοδική πορεία της ναυλαγοράς τις τελευταίες ημέρες στη σταθεροποίηση της οικονοµίας της Κίνας, σε συνδυασµό µε την αύξηση των τιµών των εµπορευµάτων. Σημαντικό ρόλο φαίνεται ότι διαδραματίζει και η λεγόµενη κυκλικότητα λόγω της εποχικότητας που συνήθως ιστορικά αυτή την περίοδο επηρεάζει θετικά την αγορά. «Η περίοδος αυτή χαρακτηρίζεται πάντα από την αύξηση της ζήτησης για αγροτικά προϊόντα, όπως καφέ, ζάχαρη και σιτηρά, µεταξύ άλλων, ενισχύοντάς τη ναυλαγορά ιδιαίτερα για τα πλοία από panamax και κάτω».
Οσον αφορά το επόμενο διάστημα, αν η εποχικότητα της ζήτησης επαληθευθεί, η ζήτηση για σιδηρομετάλλευμα από την Κίνα µάλλον θα κινηθεί αυξητικά, λόγω του ότι την άνοιξη και το καλοκαίρι είναι η περίοδος που ανθεί ο κατασκευαστικός κλάδος και ο κλάδος των υποδοµών, όπως επίσης σε καλά επίπεδα διατηρούνται και οι εξαγωγές τελικών προϊόντων σιδήρου, που απαιτούν σιδηρομετάλλευμα για την κατασκευή τους.