Εναν από τους πλέον αναπτυσσόμενους και εξωστρεφείς κλάδους της ελληνικής οικονομίας αποτελεί η παραγωγή και εμπορία των ελληνικών φυσικών καλλυντικών. Σύμφωνα με τα συμπεράσματα μελέτης της Hellastat, οι εταιρείες οι οποίες δραστηριοποιούνται στο κλάδο έχουν καταφέρει στην τελευταία τριετία να επεκτείνουν με επιτυχία τις πωλήσεις των προϊόντων τους στις αγορές της Ευρώπης, των ΗΠΑ και της Ασίας, με αποτέλεσμα σταδιακά ολοένα και μεγαλύτερο κομμάτι του κύκλου εργασιών τους να προέρχεται από τις αγορές του εξωτερικού.
Η αύξηση του κύκλου εργασιών της περιόδου 2003 - 2004 ανήλθε σε 55%. Ταυτόχρονα, οι επιχειρήσεις του κλάδου απολαμβάνουν υψηλά περιθώρια μικτής και καθαρής κερδοφορίας.
Το βασικό συγκριτικό πλεονεκτήματα των ελληνικών φυσικών καλλυντικών είναι η υψηλή βιολογική αξία των πρώτων υλών. Η ελληνική χλωρίδα περιλαμβάνει 5.500 διαφορετικά είδη φυτών, ενώ το μέλι και τα παράγωγά του είναι διεθνώς αναγνωρισμένα για την εξαιρετική τους ποιότητα.
Συνολικά από το 2000 έχουν επενδυθεί πάνω από 2 εκατ. ευρώ σε έρευνα και ανάπτυξη προϊόντων.
Η Apivita ΑΕΒΕ είναι η πρώτη (1992) εταιρεία, η οποία δραστηριοποιήθηκε στο χώρο με τη μορφή ελληνικού επώνυμου προϊόντος (brand). Το 2000 εισήλθε στην αγορά η εταιρεία Κορρές ΑΕ, ενώ από το 2003 ξεκίνησε τη δραστηριότητά της και η εταιρεία Mastic spa. Στον χώρο δραστηριοποιούνται και άλλες ελληνικές εταιρείες όπως η Φ. Γεωργαντάς 1864 ΑΕΒΕ και η Macrovita.
Τα πιο γνωστά ελληνικά προϊόντα (brand) στον χώρο με έντονη διεθνή παρουσία είναι τα προϊόντα της Apivita και της Κορρές, τα οποία διαθέτονται από πολυκαταστήματα στην Ευρώπη, όπως τα Harrods, Harvey-Nichols, Selfridges, Liberty, Jenners, Sephora, Gallery Lafayette κ.α. Σημαντική είναι και η παρουσία των προϊόντων της εταιρίας Mastic spa, η οποία σταδιακά αναπτύσσει και τις δραστηριότητες στο εξωτερικό (USA retail shop).
Τα περιθώρια ανάπτυξης του κλάδου είναι ακόμη αρκετά, καθώς η κατανάλωση καλλυντικών γενικότερα στην Ελλάδα είναι ακόμη σε χαμηλά επίπεδα σε σχέση με τις χώρες τις Ε.Ε. των 15.