Στον σκληρό πυρήνα της διαπραγμάτευσης επανέρχονται σήμερα οι συζητήσεις με το κουαρτέτο, καθώς ανοίγει εκ νέου ο φάκελος του ασφαλιστικού και του δημοσιονομικού κενού, ενώ στο τραπέζι βρίσκεται και η επιβολή φόρου ή τέλους στις τραπεζικές συναλλαγές, μέτρο για το οποίο η Ενωση Ελληνικών Τραπεζών εξέφρασε στο υπουργείο Οικονομικών επιφυλάξεις και επισήμανε τα τεχνικά προβλήματα.
Από την έντυπη έκδοση
Των Άννας Δόγα και Θάνου Τσίρου
Στον σκληρό πυρήνα της διαπραγμάτευσης επανέρχονται σήμερα οι συζητήσεις με το κουαρτέτο, καθώς ανοίγει εκ νέου ο φάκελος του ασφαλιστικού και του δημοσιονομικού κενού, ενώ στο τραπέζι βρίσκεται και η επιβολή φόρου ή τέλους στις τραπεζικές συναλλαγές, μέτρο για το οποίο η Ενωση Ελληνικών Τραπεζών εξέφρασε στο υπουργείο Οικονομικών επιφυλάξεις και επισήμανε τα τεχνικά προβλήματα.
Από την πρόοδο που θα υπάρξει σήμερα και στα δύο «μέτωπα» θα εξαρτηθεί εν πολλοίς το αν η διαπραγμάτευση θα ολοκληρωθεί μέσα στην επόμενη εβδομάδα και πριν από το Πάσχα των Καθολικών, ή το νέο ορόσημο θα είναι το Eurogroup της 22ας Απριλίου.
Στην προγραμματισμένη για τις 13:30 σήμερα το μεσημέρι συνάντηση για τα δημοσιονομικά, οι δύο πλευρές αναμένεται να εστιάσουν εκ νέου, όχι μόνο στο ύψος του «κενού» -πληροφορίες αναφέρουν ότι το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δεν έχει μετακινηθεί από την αρχική σκληρή του θέση- αλλά και στα μέτρα που θα επιβληθούν για την κάλυψή του. Ετσι, η ατζέντα θα περιλαμβάνει την εκ νέου συζήτηση για το ύψος του αφορολόγητου και τους συντελεστές της φορολογικής κλίμακας αλλά και τη θέσπιση του φόρου στις τραπεζικές συναλλαγές.
Η τελευταία έχει επανέλθει για τα καλά στο προσκήνιο, καθώς το μέτρο προορίζεται για την κάλυψη του δημοσιονομικού κενού που δημιουργείται μέσα στο 2016 από τη μη επιβολή άλλων μέτρων, που αν και είχαν ενσωματωθεί στον προϋπολογισμό του 2016, τελικώς δεν έχουν προχωρήσει. Μεταξύ των μέτρων αυτών είναι τα έσοδα από τα VLΤs του ΟΠΑΠ αλλά και από την επιβολή του ειδικού τέλους στα τυχερά παιχνίδια του Οργανισμού.
Ψηλά στη σημερινή ατζέντα του δημοσιονομικού θα είναι και το θέμα της φορολογικής κλίμακας. Από τη διαπραγμάτευση της Κυριακής διαφάνηκε ότι η απόφαση για τη μείωση της έκπτωσης φόρου (που ισοδυναμεί με αφορολόγητο 9.550 ευρώ) είναι δεδομένη. Από τις δημοσιονομικές ανάγκες θα κριθεί το ποσό της περικοπής. Βίαιη περικοπή της έκπτωσης από τα 2.100 ευρώ που είναι σήμερα στα 1.500 ευρώ, μπορεί να εξασφαλίσει φορολογικά έσοδα άνω του ενός δισ. ευρώ, καθώς το μέτρο φέρνει επιβάρυνση 600 ευρώ σε όλους τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους με αποδοχές από 7.000 έως 42.000 ευρώ ετησίως.
Οι αντιρρήσεις των τραπεζών
Σοβαρές επιφυλάξεις διατυπώνουν οι τράπεζες για το σχέδιο της κυβέρνησης να επιβάλει φόρο στις τραπεζικές συναλλαγές, ηλεκτρονικές και εγχρήματες. Απαντώντας στις προτάσεις των υπουργείων Οικονομικών και Οικονομίας, η Ενωση Ελληνικών Τραπεζών διά της προέδρου της Λούκας Κατσέλη απαρίθμησε σε επιστολή της τα προβλήματα που θα δημιουργούσε ο συγκεκριμένος φόρος, κυρίως στην πάταξη της φοροδιαφυγής αλλά και τη σειρά αδικιών από την πολλαπλή φορολόγηση των ίδιων ποσών, όπως επίσης και τις πρακτικές δυσκολίες υλοποίησης του μέτρου. Είναι ενδεικτικό ότι για την επιβολή του στις συναλλαγές μέσω ΑΤΜs χρειάζεται περίπου ένας μήνας, αλλά για την τροποποίηση, για παράδειγμα, των POS, είναι αναγκαίο διάστημα τουλάχιστον τριών μηνών.
Το σχέδιο, όπως παρουσιάστηκε στις τράπεζες, προβλέπει την επιβολή φόρου αντίστοιχου με πέντε τοις χιλίοις στις εγχρήματες συναλλαγές, σε γκισέ και ΑΤΜs, άρα και σε απλές αναλήψεις από λογαριασμούς όπου κατατίθενται συντάξεις και μισθοί, ενώ χαμηλότερη θα είναι η επιβάρυνση στις ηλεκτρονικές συναλλαγές.
Ειδικά για τις ηλεκτρονικές συναλλαγές θα δημιουργούνταν αντικίνητρο για τη χρήση τους, αφήνοντας χώρο στη φοροδιαφυγή και την παραοικονομία υπογραμμίζουν οι τράπεζες, διατυπώνοντας ένα από τα βασικά επιχειρήματα κατά του συγκεκριμένου μέτρου, ενώ για τις συναλλαγές μέσω AΤΜs δημιουργείται ένα κοινωνικό θέμα, αφού, για παράδειγμα, μια εβδομαδιαία ανάληψη των 420 ευρώ θα βαρύνεται με περίπου 2 ευρώ.
Οπως επισημαίνουν στη «Ν» τραπεζικά στελέχη, και στις ηλεκτρονικές συναλλαγές θα προκληθούν αδικίες μεγάλης έκτασης, αφού η επιβάρυνση θα είναι πολλαπλή για το ίδιο ποσό, για παράδειγμα, όταν κατατίθεται από τον εργοδότη και όταν γίνεται ανάληψη από τον εργαζόμενο, όπως και όταν γίνεται μεταφορά από λογαριασμό σε λογαριασμό του ίδιου καταθέτη.
Η αλυσίδα της επιβάρυνσης μπορεί να επεκτείνεται, καθώς ενδεικτικά το ποσό που καταβάλλεται για την πληρωμή ενός προμηθευτή μπορεί να φορολογηθεί στη συνέχεια κατά την ανάληψη αυτού του ποσού για την πληρωμή άλλων προμηθευτών, την πληρωμή μισθοδοσίας υπαλλήλων, την πληρωμή πελατών, φόρων και το χαράτσι να υπολογίζεται κάθε φορά, σημειώνουν τα ίδια στελέχη.
Με τον τρόπο αυτό επιχειρήσεις που πραγματοποιούν συναλλαγές μεγάλης αξίας θα υποστούν σημαντική επιβάρυνση, όπως επίσης και μικρές επιχειρήσεις οι οποίες πραγματοποιούν μεγάλους τζίρους με περιορισμένα περιθώρια κέρδους.
Είναι ενδεικτικό ότι η κυβέρνηση δεν εξετάζει καμία εξαίρεση, ώστε ο φόρος θα επιβάλλεται ακόμη κι αν η συναλλαγή γίνεται για την πληρωμή του ΕΝΦΙΑ ή κάποιου άλλου φόρου. Μάλιστα ενώ η Ενωση Τραπεζών πρότεινε να επιβληθεί ο φόρος μόνο στις εγχρήματες συναλλαγές και στις επιταγές, ώστε να διατηρηθεί το κίνητρο πραγματοποίησης ηλεκτρονικών συναλλαγών, η απάντηση από πλευράς της κυβέρνησης ήταν, σύμφωνα με πληροφορίες, αρνητική αφού κρίθηκε ότι δεν θα ήταν έτσι επαρκές ισοδύναμο.
Ελεγχοι σε βάθος 15ετίας
Τη δυνατότητα ελέγχου καταθέσεων σε βάθος 15ετίας έναντι 10ετίας που ισχύει σήμερα προωθεί, σύμφωνα με πληροφορίες, η κυβέρνηση, με σκοπό μάλιστα να ολοκληρώνονται οι συγκεκριμένοι έλεγχοι ταχύτατα, δηλαδή μέσα σε μία εβδομάδα.
Αυτό προκύπτει από όσα είπε κυβερνητικό στέλεχος, αρμόδιο για θέματα διαφθοράς και φοροδιαφυγής, που μετείχε της συνάντησης με τους επικεφαλής των δανειστών σχετικά με την πάταξη της διαφθοράς.
Σύμφωνα, ειδικότερα, με το εν λόγω στέλεχος, η τεχνική βελτίωση που θα γίνει για την επιτάχυνση του ελέγχου των τραπεζικών καταθέσεων θα αποτελέσει και ένα από τα βασικά μέσα πίεσης προς όσους έχουν αδήλωτες καταθέσεις, για να ενταχθούν στην επικείμενη ρύθμιση για την οικειοθελή αποκάλυψη αδήλωτων κεφαλαίων.