Κατά 10,1% αυξήθηκαν το δ’ τρίμηνο του 2015 τα εγχώρια οργανικά κέρδη προ προβλέψεων της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας, αντανακλώντας τις πρώιμες ενδείξεις βελτίωσης στα καθαρά έσοδα από τόκους και προμήθειες.
Κατά 10,1% αυξήθηκαν το δ’ τρίμηνο του 2015 τα εγχώρια οργανικά κέρδη προ προβλέψεων της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας, αντανακλώντας τις πρώιμες ενδείξεις βελτίωσης στα καθαρά έσοδα από τόκους και προμήθειες.
Συγκεκριμένα, κατά το τελευταίο τρίμηνο του 2015, τα καθαρά κέρδη του Ομίλου διαμορφώθηκαν σε ζημιές 889 εκατ. ευρώ έναντι 195 εκατ. ευρώ το γ’ τρίμηνο του ίδιου έτους. Στην Ελλάδα, οι ζημιές διαμορφώθηκαν στα 857 εκατ. ευρώ, ενώ στη Νοτιοανατολική Ευρώπη στα 34 εκατ. ευρώ.
Παράλληλα, ο Όμιλος ΕΤΕ σημείωσε άνοδο κατά 3,5% στα καθαρά οργανικά έσοδα, τα οποία ανήλθαν στα 524 εκατ. ευρώ. Τα λειτουργικά έξοδα παρουσίασαν αύξηση κατά 2,7% στα 333 εκατ. ευρώ.
Το συνολικό ενεργητικό υποχώρησε οριακά κατά 1,8% στα 83,7 δισ. ευρώ, ενώ οι καταθέσεις αυξήθηκαν κατά 2,6% στα 42,9 δισ. ευρώ. Τα ίδια κεφάλαια βελτιώθηκαν σημαντικά κατά 41,5% στα 7,071 δισ. ευρώ.
Όσον αφορά την ποιότητα του δανειακού χαρτοφυλακίου, τα δάνεια σε καθυστέρηση πάνω από 90 ημέρες (μη εξυπηρετούμενα) ανήλθαν στο 33,1%.
Για το σύνολο του 2015, τα συνολικά αποτελέσματα του Ομίλου διαμορφώθηκαν σε ζημιές 2,615 δισ. ευρώ, ενώ τα οργανικά έσοδα ανήλθαν σε 2,110 δισ. ευρώ.
Ο δείκτης ιδίων κεφαλαίων CET 1 διαμορφώθηκε στο 17,5%, ενώ συνυπολογιζόμενων και των CoCos, ο δείκτης αυξάνεται στο 22,7%.
Τα κυριότερα αποτελέσματα του Ομίλου Εθνική:
Δείκτης κύριων βασικών ιδίων κεφαλαίων CET 1 στο 17,5% μετά την άντληση κεφαλαίων, τις υπο ολοκλήρωση κεφαλαιακές ενέργειες και την αποπληρωμή των CoCos
Η δημιουργία εγχώριων ληξιπρόθεσμων δανείων άνω των 90 ημερών μειώθηκε στα €86 εκατ. στο Δ΄ τρίμηνο έναντι €406 εκατ. στο Γ΄ τρίμηνο
Χαμηλότερη έκθεση στον έκτακτο μηχανισμό ELA. Περαιτέρω μείωση του εγχώριου δείκτη Δανείων προς Καταθέσεις σε 90%, στα χαμηλότερα επίπεδα του κλάδου
Ανάκαμψη των εγχώριων οργανικών κερδών προ προβλέψεων: Το καθαρό αποτέλεσμα επηρεάζεται αρνητικά από μη επαναλαμβανόμενα έξοδα και απομειώσεις
Η δήλωση του διευθύνοντα συμβούλου της Εθνικής Τράπεζας, Λεωνίδα Φραγκιαδάκη:
Τα ετήσια αποτελέσματα της Τράπεζας για το 2015 αντανακλούν τις σημαντικότερες εξελίξεις της χρονιάς στην ελληνική οικονομία. Τα τρία γεγονότα-ορόσημο που χαρακτήρισαν την πορεία του Ομίλου για το 2015 ήταν: τα αποτελέσματα της Συνολικής Αξιολόγησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), η επακόλουθη επιτυχημένη αύξηση κεφαλαίου, και η συμφωνηθείσα πώληση της Finansbank στην Εθνική Τράπεζα του Κατάρ (Qatar National Bank).
Τα αποτελέσματα της Συνολικής Αξιολόγησης αντανακλούν τον αντίκτυπο της οικονομικής ύφεσης στην ποιότητα του χαρτοφυλακίου δανείων της ΕΤΕ. Ο Όμιλος αύξησε το επίπεδο προβλέψεών του ώστε να καλύψει το έλλειμμα προβλέψεων και έχει πλέον αυξήσει τον δείκτη κάλυψης ληξιπρόθεσμων δανείων άνω των 90 ημερών από 60,2% το 2014 σε 76,8% το 2015.
Η ανακεφαλαιοποίηση της Τράπεζας πραγματοποιήθηκε κατόπιν μιας συντηρητικής προσέγγισης των μελλοντικών οικονομικών προοπτικών, και συνεπώς στο τέλος του έτους, η ΕΤΕ εμφάνισε δείκτη κυρίων βασικών ιδίων κεφαλαίων CET1 ύψους 22,7%, και 17.5% εξαιρουμένων των υπο αίρεση μετατρέψιμων ομολογιών (CoCos), μετά την ανακεφαλαιοποίηση και την συμφωνία για πώληση της Finansbank. Παρά τις πιέσεις που ασκήθηκαν στη ρευστότητα του τραπεζικού συστήματος, η ΕΤΕ διατήρησε τον δείκτη δανείων προς καταθέσεις σε ποσοστό 91% σε επίπεδο Ομίλου και σε 90% στην Ελλάδα, ενώ η χρηματοδότησή της από το Ευρωσύστημα περιορίστηκε σε ποσοστό 17% επί του ενεργητικού της.
Η εξασφάλιση της πώλησης της Finansbank το Δεκέμβριο, σύμφωνα με τη δέσμευση της ΕΤΕ προς τη Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού, αποδεικνύει την αποφασιστικότητα της Τράπεζας να υλοποιήσει το σχέδιο αναδιάρθρωσής της. Με επαρκείς προβλέψεις, ισχυρή την κεφαλαιακή βάση και πλεονεκτική θέση από πλευράς ρευστότητα, η ΕΤΕ αναμένεται να πραγματοποιήσει το στρατηγικό της σχέδιο για το 2016, οδηγώντας την ελληνική οικονομία στην προσπάθειά της να πετύχει έξοδο από την ύφεση, και εστιάζοντας στη βελτίωση της ποιότητας του χαρτοφυλακίου και στη δημιουργία θετικών οργανικών αποτελεσμάτων.