Οι επικεφαλής των θεσμών δεν είναι ακόμη έτοιμοι να επιστρέψουν στην Αθήνα, επισήμανε χθες στις Βρυξέλλες πηγή της Ευρωζώνης, με αφορμή τη συζήτηση που έγινε για την Ελλάδα στην Ομάδα Εργασίας (ΕWG) του Εurogroup, που συνεδρίασε για να προετοιμάσει την τακτική συνεδρίαση των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης την προσεχή Δευτέρα.
Από την έντυπη έκδοση
Του Νίκου Μπέλλου
[email protected]
Οι επικεφαλής των θεσμών δεν είναι ακόμη έτοιμοι να επιστρέψουν στην Αθήνα, επισήμανε χθες στις Βρυξέλλες πηγή της Ευρωζώνης, με αφορμή τη συζήτηση που έγινε για την Ελλάδα στην Ομάδα Εργασίας (ΕWG) του Εurogroup, που συνεδρίασε για να προετοιμάσει την τακτική συνεδρίαση των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης την προσεχή Δευτέρα.
Η συζήτηση για την Ελλάδα έγινε χθες το βράδυ στη διάρκεια του δείπνου, όπου οι εκπρόσωποι των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης ενημερώθηκαν από τους θεσμούς για την πρόοδο στις συζητήσεις.
Σύμφωνα με την ίδια πηγή, οι θεσμοί δεν τα έχουν βρει ούτε μεταξύ τους και αυτό φαίνεται ότι είναι το σημαντικότερο πρόβλημα, δηλαδή η σκληρή στάση του ΔΝΤ στο δημοσιονομικό.
Υπενθυμίζεται ότι μετά τη συνεδρίαση του Εurogroup της 11ης Φεβρουαρίου, ο επικεφαλής του γραφείου του ΔΝΤ για την Ευρώπη, Πολ Τόμσεν, είχε δημοσιεύσει άρθρο στο προσωπικό του blog με το οποίο ζητούσε μεταξύ άλλων μέτρα 4%-5% του ΑΕΠ για την τριετία 2016-2018. Με τη θέση αυτή δεν συμφωνούν οι Ευρωπαίοι και έκτοτε δεν έχει γεφυρωθεί η διαφορά μεταξύ των δύο πλευρών, φυσικά διαφορές υπάρχουν και με την ελληνική κυβέρνηση τόσο στο δημοσιονομικό όσο και στο ασφαλιστικό.
Μετά τη χθεσινή συνεδρίαση, μειώνονται οι ελπίδες για επιστροφή των επικεφαλής των θεσμών μέσα στην εβδομάδα, χωρίς όμως να αποκλείεται μια τέτοια εξέλιξη. Την ώρα που δημοσιεύματα του ξένου Τύπου θέλουν τους Ευρωπαίους εταίρους να κλίνουν προς περισσότερη «ευελιξία» στην αξιολόγηση του προγράμματος, εξαιτίας του βάρους που σηκώνει η Ελλάδα από την προσφυγική κρίση, το Βερολίνο σπεύδει να διαμηνύσει ότι τα δύο ζητήματα ούτε συνδέονται ούτε θα πρέπει να συγχέονται.
Καμία διάθεση για επιείκεια δεν διαφαίνεται ούτε από την πλευρά του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, το οποίο -καίτοι δεν έχει αποφασίσει ακόμη εάν θα συμμετάσχει στο νέο πρόγραμμα- φέρεται να ζητά ακόμη πιο σκληρά μέτρα. Ο εκπρόσωπος της γερμανικής κυβέρνησης ήταν χθες σαφής. Αλλο η προσφυγική κρίση και άλλο το μνημόνιο, εξήγησε, επισημαίνοντας πως στο πρώτο ζήτημα το Βερολίνο είναι έτοιμο να προσφέρει, ενώ στο δεύτερο περιμένει τήρηση όλων των συμφωνηθέντων.
«Το μόνο που τα συνδέει είναι ότι αφορούν την ίδια χώρα. Θα ήταν, όμως, συνετό να τα αντιμετωπίζουμε ξεχωριστά» είπε και συνέχισε: «Η καγκελάριος βρίσκεται σε τακτική επαφή με τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα και βεβαίως ισχύει η προσφορά μας για βοήθεια, όπου η Ελλάδα τη χρειάζεται». Ερωτηθείς για το εάν υπάρχουν συγκεκριμένα σχέδια για το πώς θα βοηθηθεί η Ελλάδα να ανταποκριθεί στο προσφυγικό κύμα, σημείωσε ότι το θέμα θα συζητηθεί στη Σύνοδο Κορυφής της 7ης Μαρτίου στις Βρυξέλλες. «Ο κ. Τσίπρας θα μας πει τι ακριβώς χρειάζεται, πέρα από τη στήριξη της Υπατης Αρμοστείας για τους πρόσφυγες» εξήγησε.
Σε παρόμοιο μήκος κύματος κινήθηκαν και οι δηλώσεις του εκπροσώπου του υπουργείου Οικονομικών, Μάρτιν Γιέγκερ. «Υπάρχει η δυνατότητα ευελιξίας, αλλά μόνο μέσα στα όρια του συμφωνηθέντος προγράμματος» σημείωσε, προσθέτοντας ότι σε καμία όμως περίπτωση δεν θα πρέπει να συνδέεται το προσφυγικό με την υλοποίηση που προγράμματος. Ο κ. Γιέγκερ έκανε επίσης λόγο για «καθυστερήσεις» στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, αν και επισήμανε ότι «η ελληνική πλευρά προσπαθεί και αυτό το αναγνωρίζουμε ρητά». Αναγνώρισε δε ότι μεταρρυθμίσεις, όπως αυτή του ασφαλιστικού, δεν είναι εύκολη υπόθεση.
Προσπάθεια να κλείσει η «ψαλίδα» της διαφοράς
Εκτός από τη χθεσινή συνεδρίαση του Euroworking Group, όπου παρουσιάστηκαν οι τελευταίες εξελίξεις στη διελκυστίνδα κυβέρνησης και θεσμών, η επικοινωνία των δύο μερών θα συνεχιστεί εντατικά στις επόμενες μέρες, σε μια προσπάθεια να κλείσει η «ψαλίδα» της διαφοράς σε δύο βασικά ζητήματα. Το δημοσιονομικό κενό και το ασφαλιστικό. Οι πιέσεις για το δημοσιονομικό ίσως αμβλυνθούν μετά την οριστικοποίηση των στοιχείων για την εξέλιξη του ΑΕΠ το 2015, αφού η ύφεση ήταν μικρότερη συγκριτικά με τα προσωρινά στοιχεία.