Μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων τουλάχιστον κατά 10% θα επιδιώξει για φέτος το τραπεζικό σύστημα σε μια διαδικασία διαχείρισης που θα εντατικοποιηθεί άμεσα, ώστε να μπει «σε μια σειρά» το μείζον πρόβλημα του κλάδου. Με το μακροοικονομικό περιβάλλον ακόμη αντίξοο, οι εγχώριοι όμιλοι υποχρεούνται σε ριζικές κινήσεις αναδιάρθρωσης των δανειακών τους χαρτοφυλακίων και σε καθορισμό και υλοποίηση φιλόδοξων στόχων αποκλιμάκωσης των επισφαλειών, ενώ εκκρεμεί η ολοκλήρωση του θεσμικού πλαισίου που θα επιτρέψει πιο δραστικές πρωτοβουλίες.
Της Αννας Δόγα
[email protected]
Μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων τουλάχιστον κατά 10% θα επιδιώξει για φέτος το τραπεζικό σύστημα σε μια διαδικασία διαχείρισης που θα εντατικοποιηθεί άμεσα, ώστε να μπει «σε μια σειρά» το μείζον πρόβλημα του κλάδου. Με το μακροοικονομικό περιβάλλον ακόμη αντίξοο, οι εγχώριοι όμιλοι υποχρεούνται σε ριζικές κινήσεις αναδιάρθρωσης των δανειακών τους χαρτοφυλακίων και σε καθορισμό και υλοποίηση φιλόδοξων στόχων αποκλιμάκωσης των επισφαλειών, ενώ εκκρεμεί η ολοκλήρωση του θεσμικού πλαισίου που θα επιτρέψει πιο δραστικές πρωτοβουλίες.
Μέσα στις επόμενες εβδομάδες, οι διοικήσεις των τραπεζών υποχρεούνται να συμφωνήσουν με την Τράπεζα της Ελλάδος στους στόχους μείωσης των «κόκκινων» δανείων ανά τρίμηνο με ισχύ εφαρμογής από τον Ιούνιο. Η κεντρική τράπεζα εκτιμά ότι η στοχοθεσία που θα υπόκειται σε έλεγχο για την υλοποίησή της, θα συμβάλει στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, τα οποία με στοιχεία εννιαμήνου είναι το 35,5% των συνολικών δανείων, τη στιγμή που η μη εξυπηρετούμενη έκθεση, ο δείκτης NPE, ανήλθε στην ίδια περίοδο στο 43,6% και κινείται άνω του 45% στο τέλος του 2015, σύμφωνα με εκτιμήσεις. Δηλαδή, περί τα 72 δισ. ευρώ είναι καθυστερούμενα δάνεια άνω των 90 ημερών, ενώ συνολικά υπερβαίνουν τα 92 δισ. ευρώ τα «επικίνδυνα» δάνεια.
Κεντρικός στόχος είναι η αποκλιμάκωση κατά τουλάχιστον 10% φέτος και κατ΄ανάλογο ποσοστό κάθε επόμενο έτος, ώστε να προσγειωθεί στο επίπεδο Ευρωζώνης σε ορίζοντα επταετίας.
Θεσμικό πλαίσιο
Οπως επισημαίνουν στη «Ν» τραπεζικά στελέχη, προϋποθέσεις για μια τέτοια εξέλιξη είναι σαφώς η συμπλήρωση του θεσμικού πλαισίου, προκειμένου να υπάρχει η αναγκαία ευελιξία, αλλά κυρίως ένα μακροοικονομικό περιβάλλον που να στηρίζει τις κινήσεις αναδιάρθρωσης, ώστε ακόμη και τα 20 δισ. ευρώ που βρίσκονται σε καθεστώς επικινδυνότητας να μην περάσουν στο κόκκινο.
Οι στρατηγικοί κακοπληρωτές
Σε πρώτο πλάνο της στρατηγικής των τραπεζών βρίσκονται οι στρατηγικοί κακοπληρωτές, οι οποίοι αντιστοιχούν στο 20% των μη εξυπηρετούμενων δανείων, αλλά για τους καλοπροαίρετους δανειολήπτες, οι συνθήκες αβεβαιότητας και ύφεσης ανατρέπουν κάθε προσπάθεια αναδιάρθρωσης. Σε περιβάλλον, όπως αυτό που βιώνει η οικονομία, δύσκολα μένει βιώσιμη μια ρύθμιση δανείου, τονίζουν τραπεζικές πηγές, σημειώνοντας πάντως ότι η βελτίωση του θεσμικού πλαισίου σε μια σειρά από θέματα, όπως οι πλειστηριασμοί, λειτουργούν θετικά με την έννοια ότι οι δανειολήπτες πιέζονται να προσέλθουν για συνεννόηση με τις τράπεζες. Εκτιμάται δε, ότι η ολοκλήρωση του δεύτερου κύματος επιστολών προς τους δανειολήπτες στο πλαίσιο του Κώδικα Δεοντολογίας θα έχει μεγαλύτερο αντίκτυπο από την πενιχρή ανταπόκριση του πρώτου.
Και το θεσμικό πλαίσιο πάντως χρήζει συμπλήρωσης σε βασικά ζητήματα. Καταρχάς στο κομμάτι της πώλησης δανείων, και οι θεσμοί ζητούν πλήρη απελευθέρωση της αγοράς ώστε να λειτουργήσει πιο αποτελεσματικά -και το σημείο αυτό λειτουργεί ως αγκάθι στη διαπραγμάτευση- ενώ και οι τράπεζες έχουν προτείνει βελτιώσεις τόσο στον νόμο Δένδια όσο και στην ευχέρεια να παρεμβαίνουν και να αναλαμβάνουν το μάνατζμεντ μεγάλων επιχειρήσεων.
«Να πάρουν τα κλειδιά» των επιχειρήσεων που έχουν δανείσει προχωρώντας σε ριζικές κινήσεις διάσωσης των βιώσιμων μονάδων προέτρεψε τις τράπεζες ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας από το βήμα της γενικής συνέλευσης της ΤτΕ, όπως και να συνεργάζονται όπου είναι κοινοί πιστούχοι για μια αποτελεσματική λύση. Αν και οι πρόσφατες αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο έχουν σε πολλά επίπεδα «λύσει τα χέρια» των τραπεζών, υφίστανται σημεία που χρήζουν βελτίωσης, όπως ακριβώς στη δυνατότητα των πιστωτών να παρεμβαίνουν, αλλάζοντας το μάνατζμεντ εταιρειών όταν δεν συνεργάζεται στην εξεύρεση λύσης και να προχωρούν σε διαδικασίες αύξησης κεφαλαίου, ώστε να εισέρθει το αναγκαίο φρέσκο χρήμα σε μια επιχείριση που κρίνεται βιώσιμη. Πρόκειται για ένα μέσο πίεσης, όπου και διαπιστώνεται συχνά, επιχειρηματίες και βασικοί μέτοχοι να αντιδρούν σε λύσεις που προτείνουν οι τράπεζες, αρνούμενοι να στηρίξουν και οι ίδιοι με κεφάλαια τις εταιρείες τους.