Στην τελική ευθεία εισέρχεται η διαπραγμάτευση για το ασφαλιστικό, με τους εκπροσώπους των πιστωτών να επιμένουν στη σκληρή γραμμή μείωσης ακόμη και των κύριων συντάξεων για να εξασφαλιστούν, σύμφωνα με την άποψή τους, οι ικανοί και αναγκαίοι πόροι για την ομαλή και απρόσκοπτη χρηματοδότηση των μελλοντικών συντάξεων.
Από την έντυπη έκδοση
Του Στέλιου Παπαπέτρου
[email protected]
Στην τελική ευθεία εισέρχεται η διαπραγμάτευση για το ασφαλιστικό, με τους εκπροσώπους των πιστωτών να επιμένουν στη σκληρή γραμμή μείωσης ακόμη και των κύριων συντάξεων για να εξασφαλιστούν, σύμφωνα με την άποψή τους, οι ικανοί και αναγκαίοι πόροι για την ομαλή και απρόσκοπτη χρηματοδότηση των μελλοντικών συντάξεων.
Εδώ και μήνες η διαπραγμάτευση έχει τεθεί εκτός αρχικού χρονοδιαγράμματος, καθώς σύμφωνα με τον σχεδιασμό του τρίτου μνημονίου τα περισσότερα θέματα έπρεπε να είχαν κλείσει από τον περασμένο… Οκτώβριο. Πού βρισκόμαστε λοιπόν σήμερα; Οι θεσμοί επιμένουν σχεδόν στην απόλυτη σύνδεση ασφαλιστικών εισφορών με τις συνταξιοδοτικές παροχές και τα έτη ασφάλισης, δηλαδή να λαμβάνει ο ασφαλισμένος παροχές που να καλύπτονται από τις εισφορές του και όχι απλά να αντιστοιχούν σε αυτές, έτσι ώστε να μην επιβαρύνεται με πρόσθετες δαπάνες κάλυψης των ελλειμμάτων των ασφαλιστικών ταμείων ο κρατικός προϋπολογισμός.
Οι εκπρόσωποι των θεσμών και ιδιαίτερα το ΔΝΤ θεωρούν υπερβολικές τις δαπάνες για τις συντάξεις και ιδιαίτερα γενναιόδωρο το ασφαλιστικό σύστημα, ενώ η ελληνική κυβέρνηση θεωρεί τη συνταξιοδοτική δαπάνη ως εργαλείο αναδιανομής κονδυλίων κυρίως υπέρ των πιο αδύναμων στρωμάτων των συνταξιούχων, τα οποία θα πρέπει να διασφαλίζουν αξιοπρεπείς συντάξεις και να επιστρέφουν στην πραγματική οικονομία μέσω της κατανάλωσης, τονώνοντας την καθημαγμένη αγορά και συμβάλλοντας στην ενίσχυση της ζήτησης, άρα και της δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας.
Ετσι, οι εκπρόσωποι των θεσμών προτείνουν για μία ακόμη φορά οριζόντια μέτρα περικοπής συντάξεων, συμπεριλαμβανομένων και των κύριων συντάξεων, ενώ η κυβέρνηση διαμηνύει σε όλους τους τόνους ότι η διασφάλιση ειδικά των κύριων συντάξεων αποτελεί «κόκκινη γραμμή».
Ομως, το κυβερνητικό επιτελείο που έχει επωμισθεί την ευθύνη της διαπραγμάτευσης με τους δανειστές γνωρίζει ότι στο τέλος θα πρέπει να προχωρήσει στους αναγκαίους συμβιβασμούς για να ολοκληρωθεί η διαπραγμάτευση, αλλά και για να κλείσει το θέμα της αξιολόγησης και του δημοσιονομικού κενού, επί του οποίου υπάρχουν διαμετρικά αντίθετες εκτιμήσεις. Η κυβέρνηση βρίσκεται μπροστά σε κρίσιμες αποφάσεις που συνδέονται, όχι μόνο με το ενδεχόμενο μείωσης των συντάξεων, αλλά και με τον αριθμό των δικαιούχων που θα θιγούν από τις λεγόμενες «παραμετρικές αλλαγές».
Κύριες συντάξεις
Ο Γιώργος Κατρούγκαλος, αλλά και άλλα υψηλόβαθμα κυβερνητικά στελέχη, έχει κατ’ επανάληψη τονίσει την αναγκαιότητα να διασφαλιστούν οι κύριες συντάξεις που λαμβάνουν σήμερα 2,6 εκατ. δικαιούχοι. Ο υπουργός Εργασίας δέχεται εισηγήσεις με σενάρια τα οποία περιλαμβάνουν ακόμη και το ενδεχόμενο να υπάρξουν στοχευμένες μειώσεις σε συγκεκριμένες κατηγορίες κύριων συντάξεων. Στο θέμα αυτό το κρίσιμο σημείο είναι το ύψος των συντάξεων πάνω από το οποίο εξετάζονται, έστω και εναλλακτικά, σενάρια για περικοπές στις κύριες συντάξεις. Σήμερα το ανώτατο «ονομαστικό πλαφόν» για τις κύριες συντάξεις είναι οι 2.772 ευρώ.
Ομως, μετά τις πολλαπλές περικοπές που έχουν υποστεί οι συντάξεις από τις προηγούμενες ρυθμίσεις των τριών μνημονίων, ο δικαιούχος του ανώτατου πλαφόν των 2.772 ευρώ λαμβάνει σήμερα περίπου 1.500 ευρώ. Δηλαδή, έχει μια απώλεια 1.200 ευρώ. Το πρώτο ερώτημα που τίθεται είναι πόσο πιο χαμηλά μπορεί να μειωθεί το πραγματικό ποσό που λαμβάνει. Το δεύτερο κομβικό σημείο είναι ο αριθμός των δικαιούχων που λαμβάνει σήμερα το ανώτατο πλαφόν.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του συστήματος ΗΛΙΟΣ του υπουργείου Εργασίας, μόνο 11.741 συνταξιούχοι λαμβάνουν σήμερα ονομαστικές συντάξεις πάνω από 2.500 ευρώ. Συνεπώς ακόμη κι αν μειωθεί το ανώτατο πλαφόν στα 2.200-2.300 ευρώ, το τελικό όφελος από την εξοικονόμηση δαπάνης θα είναι μικρό. Επίσης, 37.364 δικαιούχοι λαμβάνουν κύρια σύνταξη από 2.000-2.500 ευρώ.
Συνολικά ο αριθμός των δικαιούχων με ποσά άνω των 2.000 ευρώ ανέρχεται σε 49.105 άτομα. Ομως, στην κατηγορία κύριων συντάξεων από 1.500 ευρώ έως 2.000 ευρώ ανήκουν 299.636 συνταξιούχοι, με αποτέλεσμα ο συνολικός αριθμός όσων λαμβάνουν κύρια σύνταξη γήρατος υψηλότερη από 1.500 ευρώ να ανέρχεται σε 348.741 άτομα (πηγή: ΗΛΙΟΣ).
Εμπειρα στελέχη της κοινωνικής ασφάλισης που παρακολούθησαν τις διαπραγματεύσεις για το ασφαλιστικό των δύο προηγούμενων μνημονίων, δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο να υπάρξουν κλιμακωτές μειώσεις στις συντάξεις πάνω από 1.500 ευρώ, καθώς αυτές, όπως λένε χαρακτηριστικά, «θεωρούνται υψηλές συντάξεις ακόμη και εάν συγκριθούν με τους πραγματικούς μισθούς που λαμβάνουν σήμερα οι εργαζόμενοι σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα». Σε αυτό το σενάριο, από το σύνολο των 2,6 εκατ. συνταξιούχων ενδέχεται να θιγούν οι 348.741 δικαιούχοι.
Εναλλακτικά σενάρια
Τα εναλλακτικά σενάρια που εξετάζει το υπ. Εργασίας περιλαμβάνουν την καθιέρωση μικρότερης από τα 384 ευρώ εθνικής σύνταξης για όσους έχουν λιγότερα από 20 έτη ασφάλισης. Επίσης θεωρείται δεδομένη η μείωση των επικουρικών συντάξεων, καθώς το ταμείο είχε μια πρόσθετη δαπάνη 376 εκατ. ευρώ πέρσι από τη μη εφαρμογή της ρήτρας μηδενικού ελλείμματος, η οποία φέτος μπορεί να πλησιάσει τα 400 εκατ. ευρώ.
Οι παραμετρικές αλλαγές που επεξεργάζεται το υπ. Εργασίας στο ασφαλιστικό περιλαμβάνουν μειώσεις τόσο στο εφάπαξ όσο και στο μέρισμα που λαμβάνουν σήμερα περίπου 280.000 δικαιούχοι του Μετοχικού Ταμείου Πολιτικών Υπαλλήλων. Επίσης, στο στόχαστρο των μειώσεων έχουν μπει και τα ποσά από τις πολλαπλές συντάξεις. Σήμερα το ανώτατο πλαφόν για το άθροισμα των συντάξεων είναι οι 3.680 ευρώ και εκτιμάται ότι θα μειωθεί στα 3.072 ευρώ.