Μεταφορά φορολογικών βαρών από τα χαμηλά προς τα μεσαία και τα υψηλά εισοδήματα προκαλεί η νέα ενιαία κλίμακα φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων που πρότεινε στους εκπροσώπους των δανειστών η κυβέρνηση.
Από την έντυπη έκδοση
Του Γιώργου Παλαιτσάκη
[email protected]
Μεταφορά φορολογικών βαρών από τα χαμηλά προς τα μεσαία και τα υψηλά εισοδήματα προκαλεί η νέα ενιαία κλίμακα φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων που πρότεινε στους εκπροσώπους των δανειστών η κυβέρνηση.
Μόνη εξαίρεση από αυτόν τον κανόνα αναδιανομής ισχύει για τους φορολογούμενους που αποκτούν εισοδήματα προερχόμενα αποκλειστικά από ακίνητα, όπου η νέα κλίμακα αυξάνει τις φορολογικές επιβαρύνσεις στα χαμηλά εισοδηματικά κλιμάκια περισσότερο από όσο στα μεσαία και στα υψηλά.
Εξαίρεση επίσης ισχύει και για τους αγρότες, τα εισοδήματα των οποίων δεν θα υπάγονται στη νέα ενιαία κλίμακα, αλλά θα εξακολουθούν να φορολογούνται αυτοτελώς.
Σύμφωνα με την πρόταση για την αναμόρφωση της φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων που υπέβαλε η κυβέρνηση στους επικεφαλής των θεσμών:
1) Το ισχύον σύστημα αυτοτελούς φορολόγησης κάθε πηγής εισοδήματος καταργείται και αντικαθίσταται με ένα άλλο σύστημα το οποίο προβλέπει τη φορολόγηση του αθροίσματος των εισοδημάτων από όλες τις πηγές με βάση μία ενιαία φορολογική κλίμακα, όμοια με αυτήν που ισχύει σήμερα για τα εισοδήματα από μισθούς και συντάξεις, αλλά με μια διαφορά: πάνω από το επίπεδο ετήσιου εισοδήματος των 60.000 ευρώ προβλέπεται συντελεστής φόρου αυξημένος από το 42% στο 50%.
Ειδικότερα, η προτεινόμενη ενιαία κλίμακα φορολόγησης των εισοδημάτων των φυσικών προσώπων προβλέπει συντελεστές φόρου:
α) 22% μέχρι το επίπεδο ετήσιου εισοδήματος των 25.000 ευρώ,
β) 32% για το επίπεδο ετήσιου εισοδήματος από 25.001 έως 42.000 ευρώ,
γ) 42% για επίπεδο ετήσιου εισοδήματος από τις 42.001 έως τις 60.000 ευρώ και
δ) 50% πάνω από το επίπεδο ετήσιου εισοδήματος των 60.000 ευρώ.
Για όσους αποκτούν εισοδήματα από μισθούς ή συντάξεις θα εξακολουθεί να ισχύει έκπτωση φόρου έως 2.100 ευρώ. Ειδικότερα, μέχρι το επίπεδο ετήσιου εισοδήματος των 21.000 ευρώ, ο φόρος που προκύπτει από την κλίμακα μειώνεται κατά 2.100 ευρώ.
Πάνω από το όριο ετήσιου εισοδήματος των 21.000 ευρώ και μέχρι το επίπεδο των 41.000 ευρώ, η έκπτωση φόρου μειώνεται κατά το 10% του ποσού ετήσιου εισοδήματος πέραν των 21.000 ευρώ.
Η έκπτωση μηδενίζεται στο επίπεδο ετήσιου εισοδήματος των 42.000 ευρώ. Ουσιαστικά, για τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους παραμένει το έμμεσο αφορολόγητο όριο των 9.550 ευρώ.
2) Για τους αγρότες θα εξακολουθεί να ισχύει η αυτοτελής φορολόγηση του εισοδήματος που προέρχεται από γεωργικές δραστηριότητες, η δε αύξηση του συντελεστή προτείνεται να γίνει σταδιακά, σε βάθος πολλών ετών.
3) Ολες οι αλλαγές στη φορολογία εισοδήματος φυσικών προσώπων θα ισχύσουν για τα εισοδήματα που αποκτώνται από την 1η Ιανουαρίου 2016 και μετά.
Ως εκ τούτου οι φορολογικές επιβαρύνσεις ή ελαφρύνσεις που προκύπτουν θα εμφανιστούν στα εκκαθαριστικά σημειώματα φόρου εισοδήματος του 2017. Μόνο οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι που θα αποκτήσουν φέτος ετήσιο εισόδημα άνω των 60.000 ευρώ θα δουν από φέτος να αυξάνεται η μηνιαία παρακράτηση φόρου εισοδήματος.
4) Η ειδική εισφορά αλληλεγγύης που επιβάλλεται με συντελεστές κλιμακούμενους από 0,7% έως 8% θα παραμείνει ως έχει, δηλαδή δεν θα ενσωματωθεί στην ενιαία φορολογική κλίμακα.
Σύμφωνα με αναλυτικούς πίνακες που παρουσιάζει σήμερα η «Ν», οι επιπτώσεις που θα έχει η εφαρμογή της νέας ενιαίας φορολογικής κλίμακας στο ύψος των επιβαρύνσεων των διαφόρων κατηγοριών φορολογουμένων είναι οι εξής:
Μισθωτοί-συνταξιούχοι: Η νέα ενιαία κλίμακα φορολόγησης δεν θα μεταβάλλει τις ετήσιες φορολογικές επιβαρύνσεις για τους φορολογούμενους που αποκτούν εισοδήματα μέχρι 60.000 ευρώ προερχόμενα αποκλειστικά από μισθούς ή συντάξεις.
Για όσους αποκτούν εισοδήματα αποκλειστικά από μισθούς ή συντάξεις άνω των 60.000 ευρώ, η προσθήκη συντελεστή αυξημένου από το 42% στο 50% πάνω από το όριο των 60.000 ευρώ θα προκαλέσει την αύξηση της ετήσιας φορολογικής επιβάρυνσης κατά ποσοστά από 0,4% λίγο πάνω από το επίπεδο των 60.000 ευρώ έως και 19% στα πάρα πολύ υψηλά επίπεδα εισοδήματος.
Εισοδήματα αποκλειστικά από ακίνητα
Φορολογούμενοι με ετήσια εισοδήματα προερχόμενα αποκλειστικά από ακίνητα: Για τους φορολογούμενους που αποκτούν ετήσια εισοδήματα μέχρι 12.000 ευρώ, μόνο από ακίνητα (ενοίκια κ.λπ.), η νέα κλίμακα προκαλεί διπλασιασμό του φορολογικού βάρους!
Συγκεκριμένα, για τους φορολογούμενους αυτούς, η νέα κλίμακα προβλέπει συντελεστή φόρου αυξημένο από το 11% στο 22%. Για παράδειγμα, ιδιοκτήτης ακινήτων με ετήσιο εισόδημα 10.000 ευρώ προερχόμενο αποκλειστικά από ενοίκια, θα πληρώσει φόρο 2.200 ευρώ με τη νέα κλίμακα, ενώ με την ισχύουσα πληρώνει 1.100 ευρώ.
Πάνω από το όριο ετήσιου εισοδήματος των 12.000 ευρώ και μέχρι το επίπεδο των 23.000 ευρώ, η ετήσια φορολογική επιβάρυνση που προκύπτει με τη νέα κλίμακα είναι αυξημένη, όμως τα ποσοστά αύξησης μειώνονται αντιστρόφως ανάλογα του ύψους του ετήσιου εισοδήματος.
Για ετήσιο εισόδημα από ακίνητα πάνω από το επίπεδο των 24.000 ευρώ μέχρι και το επίπεδο των 45.000 ευρώ, η επιβάρυνση που προκαλεί η νέα κλίμακα είναι μειωμένη κατά ποσοστά από 0,08% έως 2,5%, ενώ για ετήσια εισοδήματα από ακίνητα πάνω από τις 45.000 ευρώ, η ετήσια φορολογική επιβάρυνση με τη νέα κλίμακα αυξάνεται από 0,6% έως και 50%.
Κερδισμένοι όσοι δηλώνουν μέχρι 42.000 ευρώ
Ατομικές επιχειρήσεις - ελεύθεροι επαγγελματίες: Από τους φορολογούμενους που ασκούν ατομικά επιχειρηματικές δραστηριότητες ή ελευθέρια επαγγέλματα και δηλώσουν εισοδήματα προερχόμενα αποκλειστικά από αυτές τις πηγές, κερδισμένοι με την εφαρμογή της νέας ενιαίας κλίμακας είναι όλοι όσοι δηλώνουν ετήσια εισοδήματα μέχρι 42.000 ευρώ, δηλαδή η συντριπτική πλειοψηφία!
Για παράδειγμα, αυτοαπασχολούμενος με ετήσιο καθαρό εισόδημα 20.000 ευρώ θα πληρώνει φόρο 4.400 ευρώ με τη νέα κλίμακα, ενώ με την ισχύουσα σήμερα κλίμακα πληρώνει 5.200 ευρώ.
Η ετήσια επιβάρυνσή του θα μειωθεί κατά 800 ευρώ. Ελεύθερος επαγγελματίας με ετήσιο καθαρό εισόδημα 25.000 ευρώ θα πληρώνει φόρο 5.500 ευρώ με τη νέα κλίμακα, ενώ με την ισχύουσα πληρώνει 6.500 ευρώ.
Δηλαδή, θα καταβάλει 1.000 ευρώ λιγότερα. Ατομική εμπορική επιχείρηση με ετήσια καθαρά κέρδη 30.000 ευρώ θα πληρώνει με τη νέα κλίμακα 7.100 ευρώ, ενώ με την ισχύουσα σήμερα πληρώνει 7.800 ευρώ.
Η ετήσια επιβάρυνσή της θα μειωθεί δηλαδή κατά 700 ευρώ. Γενικά, μέχρι το επίπεδο ετήσιου εισοδήματος των 25.000 ευρώ ο ετήσιος φόρος μειώνεται κατά 15,38% με τη νέα κλίμακα, ενώ πάνω από το επίπεδο των 25.000 ευρώ και μέχρι τις 41.000 ευρώ το ποσοστό μείωσης περιορίζεται και μηδενίζεται λίγο κάτω από το όριο των 42.000 ευρώ.
Ουσιαστικά, όσοι ασκούν ατομικά επιχειρηματικές δραστηριότητες ή ελευθέρια επαγγέλματα και δηλώνουν ετήσια εισοδήματα μέχρι 25.000 ευρώ, με τη νέα φορολογική κλίμακα θα φορολογούνται με συντελεστή μειωμένο από το 26% που προβλέπει η τωρινή κλίμακα, στο 22%.
Για όσους δηλώνουν πάνω από 25.000 και μέχρι 41.000 ευρώ, στο τμήμα του ετήσιου εισοδήματος πάνω από τα 25.000 ευρώ θα ισχύει συντελεστής φόρου αυξημένος από το 26% στο 32%, όμως οι όποιες επιβαρύνσεις προκύπτουν στο κλιμάκιο αυτό θα υπεραντισταθμίζονται από τη μείωση του φόρου στο πρώτο κλιμάκιο εισοδήματος, από το 0 έως τα 25.000 ευρώ.
Για όσους δηλώνουν ετήσια εισοδήματα από 42.000 ευρώ και πάνω, η νέα κλίμακα προκαλεί αυξήσεις φορολογικών επιβαρύνσεων που μεγαλώνουν σε ποσό και ποσοστό όσο υψηλότερο των 42.000 ευρώ είναι το ετήσιο εισόδημα.
Για παράδειγμα, ο ετήσιος φόρος για όποιον δηλώνει 45.000 ευρώ αυξάνεται κατά 500 ευρώ ή κατά 4,27% με τη νέα κλίμακα, από τα 11.700 στα 12.200 ευρώ.
Για έναν μεγαλοδικηγόρο ή μεγαλογιατρό που δηλώνει ετησίως 80.000 ευρώ, ο ετήσιος φόρος με τη νέα κλίμακα αυξάνεται κατά 5.600 ευρώ ή κατά 24,45%, από τα 22.900 στα 28.500 ευρώ.
Οι μεγάλοι χαμένοι
Φορολογούμενοι με ετήσια εισοδήματα από μισθούς ή συντάξεις και από ακίνητα ή και από ατομικές επιχειρήσεις: Για τους φορολογούμενους με εισοδήματα που προέρχονται από περισσότερες της μιας πηγές, δηλαδή από μισθούς ή συντάξεις, ενοίκια και επιχειρηματικές δραστηριότητες ή ελευθέρια επαγγέλματα, η κατάργηση της αυτοτελούς φορολόγησης κάθε πηγής εισοδήματος και η υπαγωγή σε φόρο όλων των εισοδημάτων αθροιστικά με βάση την ενιαία κλίμακα θα προκαλέσει σημαντική αύξηση των φορολογικών επιβαρύνσεων, στις περισσότερες περιπτώσεις.
Κι αυτό διότι τα εισοδήματα από ενοίκια και επιχειρήσεις ή ελευθέρια επαγγέλματα, που με το ισχύον σήμερα σύστημα φορολογούνται αυτοτελώς με συντελεστές 11% και 26% αντίστοιχα, θα αθροίζονται και με τα λοιπά εισοδήματα του φορολογούμενου (από μισθούς, συντάξεις κ.λπ.) και θα υπάγονται σε φόρο με την ενιαία κλίμακα, οπότε θα μεταβαίνουν σε υψηλότερα φορολογικά κλιμάκια, όπου θα ισχύουν πολύ μεγαλύτεροι συντελεστές φόρου.
Μόνο αν το συνολικό εισόδημα δεν ξεπερνά τις 12.000 ευρώ και περιλαμβάνει σε ποσοστό μεγαλύτερο του 50% μισθούς ή συντάξεις και σε μικρότερο ποσοστό ενοίκια ή εάν το συνολικό εισόδημα δεν υπερβαίνει τις 25.000 ευρώ και περιλαμβάνει μισθούς και εισοδήματα από ατομικές επιχειρήσεις ή ελευθέρια επαγγέλματα, το νέο σύστημα φορολόγησης με την ενιαία κλίμακα θα προκαλέσει μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης.
Ο λόγος είναι ότι στις περιπτώσεις αυτές θα ισχύει και η έκπτωση φόρου των 2.100 ευρώ που προβλέπεται για όσους αποκτούν εισοδήματα από μισθούς ή συντάξεις.