Τη φορολογική ελάφρυνση των αυτοαπασχολούμενων και των αγροτών που δηλώνουν χαμηλά εισοδήματα εξετάζει το υπουργείο Οικονομικών, στο πλαίσιο της διαδικασίας αναμόρφωσης της φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων.
Από την έντυπη έκδοση
Του Γιώργου Παλαιτσάκη
[email protected]
Τη φορολογική ελάφρυνση των αυτοαπασχολούμενων και των αγροτών που δηλώνουν χαμηλά εισοδήματα εξετάζει το υπουργείο Οικονομικών, στο πλαίσιο της διαδικασίας αναμόρφωσης της φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων.
Το υπουργείο μελετά εισήγηση που προβλέπει ότι ο φορολογικός συντελεστής για ετήσια εισοδήματα μέχρι 9.500 ευρώ θα μειωθεί από το 26% για τους αυτοαπασχολούμενους και από το 13% για τους αγρότες στο 10% ή και λίγο χαμηλότερα για τις δύο αυτές κατηγορίες φορολογουμένων.
Η εισήγηση αυτή είναι ενταγμένη στο ευρύτερο σχέδιο του υπουργείου για την κατάργηση της ισχύουσας σήμερα νομοθεσίας που ορίζει διαφορετικό φορολογικό συντελεστή για κάθε πηγή εισοδήματος και την καθιέρωση μιας ενιαίας φορολογικής κλίμακας, στην οποία θα φορολογείται το άθροισμα όλων των εισοδημάτων κάθε φυσικού προσώπου.
Η ένταξη των αλλαγών του καθεστώτος φορολόγησης των αγροτών στο ευρύτερο πλαίσιο αναμόρφωσης του συνόλου της νομοθεσίας για τη φορολογία εισοδήματος καθιστά προφανές ότι η ηγεσία του υπουργείου, έχοντας έρθει αντιμέτωπη με ένα ισχυρό κύμα αντιδράσεων από την πλευρά του αγροτικού κόσμου, προτίθεται πλέον να αποφύγει την εφαρμογή της «μνημονιακής» υποχρέωσης για αύξηση του συντελεστή αυτοτελούς φορολόγησης του αγροτικού εισοδήματος από το 13% στο 20% από το φορολογικό έτος 2016 και στο 26% από το φορολογικό έτος 2017.
Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο η ηγεσία του υπουργείου διαμηνύει τις τελευταίες ημέρες ότι αυτή τη στιγμή δεν καταρτίζεται κανένα καινούργιο νομοσχέδιο που να προβλέπει αύξηση των συντελεστών φορολογίας εισοδήματος για τους αγρότες.
Από την άλλη πλευρά, όμως, η υπαγωγή όλων των πηγών εισοδήματος σε μία ενιαία φορολογική κλίμακα θα επιβαρύνει με σημαντικές αυξήσεις φόρων μεγάλο αριθμό άλλων φορολογουμένων που αποκτούν εισοδήματα μεσαίου και μεγάλου μεγέθους από περισσότερες της μιας πηγές.
Κι αυτό διότι η άθροιση όλων των εισοδημάτων και η ενιαία φορολόγησή τους θα ανεβάσει το συνολικό φορολογητέο εισόδημα σε κλιμάκια με πολύ μεγαλύτερους συντελεστές φόρου από αυτούς που προβλέπει το ισχύον σήμερα σύστημα της αυτοτελούς φορολόγησης κάθε εισοδηματικής πηγής.
Σε κάθε περίπτωση, τον τελικό λόγο θα τον έχουν τα κλιμάκια των επιθεωρητών των δανειστών, οι επικεφαλής των οποίων αναμένεται να επιστρέψουν στην Αθήνα πιθανότατα εντός αυτής της εβδομάδος, προκειμένου να ξεκινήσει ένας νέος γύρος διαπραγματεύσεων με την ελληνική κυβέρνηση για το κλείσιμο της πρώτης αξιολόγησης της πορείας υλοποίησης του τρίτου μνημονίου και την επίτευξη μιας νέας συμφωνίας για την πολιτική δημοσιονομικών και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που θα υιοθετηθεί μέχρι και το 2018.
Οι εισηγήσεις
Στο πλαίσιο της διαδικασίας κατάρτισης του σχεδίου της ελληνικής κυβέρνησης για την αναμόρφωση της φορολογίας εισοδήματος, το οποίο θα τεθεί στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με τους εκπροσώπους των δανειστών, οι υπηρεσίες του υπουργείου Οικονομικών μελετούν ήδη εισηγήσεις για τη διαμόρφωση ενός νέου πιο δίκαιου αλλά και ταυτόχρονα πιο αποδοτικού για τα κρατικά ταμεία φορολογικού συστήματος μέσω του οποίου θα γίνεται μεταφορά φορολογικού βάρους από τα χαμηλά στα υψηλά εισοδηματικά κλιμάκια.
Σύμφωνα με πληροφορίες της «Ν», ένα από τα βασικότερα σενάρια αναμόρφωσης των διατάξεων για τη φορολογία εισοδήματος φυσικών προσώπων που εξετάζει η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών προβλέπει την καθιέρωση μιας ενιαίας φορολογικής κλίμακας, η οποία όμως θα έχει αφορολόγητο το πρώτο κλιμάκιο ετήσιου εισοδήματος μόνο για τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους.
Για τους λοιπούς φορολογούμενους, που το εισόδημά τους προέρχεται κυρίως από άλλες πηγές, δηλαδή για τους εμποροβιοτέχνες, τους ελεύθερους επαγγελματίες, τους αγρότες και τους εισοδηματίες, ο φόρος θα επιβάλλεται από το πρώτο κλιμάκιο ετησίου εισοδήματος, αλλά με συντελεστή χαμηλότερο από τον ισχύοντα σήμερα, κατά περίπτωση.
Ο φορολογικός συντελεστής του πρώτου φορολογικού κλιμακίου εξετάζεται να είναι 10% ή και χαμηλότερος.
Σε κάθε περίπτωση θα είναι μειωμένος σε σύγκριση με αυτόν που ισχύει σήμερα για κάθε κατηγορία μη μισθωτών φορολογουμένων.
Ειδικότερα, με βάση την ισχύουσα σήμερα νομοθεσία (ν. 4172/2013), το ετήσιο εισόδημα κάθε πηγής φορολογείται αυτοτελώς.
Συγκεκριμένα:
α) Το εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις φορολογείται με 22% μέχρι το επίπεδο των 25.000 ευρώ, με 32% από το επίπεδο των 25.001 έως το επίπεδο των 42.000 ευρώ και με 42% πάνω από το επίπεδο των 42.000 ευρώ.
Από τον φόρο που προκύπτει με βάση την κλιμακωτή αυτή φορολόγηση εκπίπτει ποσό 2.100 ευρώ εφόσον το ετήσιο εισόδημα είναι μέχρι 21.000 ευρώ. Η έκπτωση του ποσού αυτού ισοδυναμεί με αφορολόγητο όριο 9.545 ευρώ.
Για εισοδήματα άνω των 21.000 ευρώ, η έκπτωση των 2.100 ευρώ μειώνεται κατά 100 ευρώ για κάθε 1.000 ευρώ ετησίου εισοδήματος και τελικά μηδενίζεται στο επίπεδο ετησίου εισοδήματος των 42.000 ευρώ.
β) Το εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, δηλαδή από την ατομική άσκηση εμπορικής επιχείρησης, επιχείρησης παροχής υπηρεσιών ή ελευθέριου επαγγέλματος, φορολογείται με 26% από το πρώτο ευρώ και μέχρι το όριο των 50.000 ευρώ, ενώ πάνω από το όριο αυτό ο συντελεστής αυξάνεται στο 33%.
γ) Το εισόδημα από γεωργική δραστηριότητα φορολογείται από το πρώτο ευρώ και στο σύνολό του με 13%.
δ) Το εισόδημα από ακίνητη περιουσία φορολογείται με 11% μέχρι τις 12.000 ευρώ και με 33% πάνω από το επίπεδο των 12.000 ευρώ.
Το βασικό σενάριο αναμόρφωσης της φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων που εξετάζει η ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών προβλέπει την καθιέρωση ενιαίας κλίμακας με την οποία θα φορολογείται το άθροισμα όλων των εισοδημάτων του κάθε φυσικού προσώπου από όλες τις πηγές.
Η ενιαία αυτή κλίμακα θα έχει αφορολόγητο όριο 9.500 ευρώ για τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους και γενικότερα για τους φορολογούμενους των οποίων τουλάχιστον το 50,01% του ετήσιου εισοδήματος προέρχεται από μισθωτή εργασία ή συντάξεις.
Για τους φορολογούμενους χωρίς εισόδημα από μισθωτή εργασία ή συντάξεις, καθώς και για όσους έχουν εισόδημα από μισθούς ή συντάξεις το οποίο όμως καλύπτει ποσοστό λιγότερο από το 50% του συνολικού ετήσιου εισοδήματός τους, η κλίμακα θα προβλέπει φόρο 10% ή και χαμηλότερο για τα πρώτα 9.500 ευρώ του ετησίου εισοδήματος.
Σύμφωνα με το σχέδιο που μελετά το υπουργείο Οικονομικών, πάνω από το επίπεδο των 9.500 ευρώ η κλίμακα θα είναι ίδια για όλους τους φορολογούμενους.
Δηλαδή και για όσους έχουν αποκτήσει εισόδημα από μισθωτή εργασία ή συντάξεις και για όσους έχουν αποκτήσει εισοδήματα λοιπών κατηγοριών, η κλιμάκωση του φορολογητέου εισοδήματος και των συντελεστών φορολόγησης θα είναι ενιαία.
Με πιο απλά λόγια, πάνω από το όριο των 9.500 ευρώ θα ισχύουν για όλα τα φυσικά πρόσωπα ίδια φορολογικά κλιμάκια και αντίστοιχα ίδιοι φορολογικοί συντελεστές.
Τα οφέλη και οι επιπλέον επιβαρύνσεις
Από τη νέα φορολογική κλίμακα θα ευνοηθούν ιδιαίτερα περίπου 1,5 εκατομμύριο φορολογούμενοι που δηλώνουν ετήσια εισοδήματα μέχρι 9.500 ευρώ προερχόμενα μόνο από ατομικές επιχειρηματικές δραστηριότητες (εμπορικές, βιοτεχνικές επιχειρήσεις ή ελευθέρια επαγγέλματα) ή από γεωργικές εκμεταλλεύσεις ή από ακίνητα, καθώς ο φορολογικός συντελεστής σ’ αυτό το επίπεδο εισοδήματος θα μειωθεί:
* Από το 26% στο 10% για τους φορολογούμενους με εισοδήματα μόνο από επιχειρηματικές δραστηριότητες.
* Από το 13% στο 10% για τους φορολογούμενους με εισοδήματα μόνο από αγροτικές δραστηριότητες.
* Από το 11% στο 10% για τους φορολογούμενους με εισοδήματα μόνο από ακίνητα.
Αύξηση φόρων μεσαίων και υψηλών εισοδημάτων
Ωστόσο, από τους υπόλοιπους φορολογούμενους, όσοι δηλώνουν μεσαία και υψηλά εισοδήματα προερχόμενα από περισσότερες της μιας πηγές θα επιβαρυνθούν υπέρμετρα με σημαντικές αυξήσεις φόρων, καθώς η υπαγωγή του αθροίσματος όλων των εισοδημάτων σε ενιαία κλίμακα φορολόγησης θα έχει ως συνέπεια την άνοδο του συνολικού εισοδήματος σε επίπεδα φορολογικών κλιμακίων στα οποία θα ισχύουν υψηλότεροι συντελεστές φορολόγησης από αυτούς που προβλέπει το ισχύον σήμερα σύστημα αυτοτελούς φορολόγησης κάθε πηγής εισοδήματος.