Απόφαση-σταθμό για την ευρωπαϊκή ναυπηγική βιομηχανία εξέδωσε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, το οποίο δικαίωσε την Ισπανία για σειρά μέτρων που έχει λάβει για την ενίσχυση του ναυπηγικού της κλάδου.
Από την έντυπη έκδοση
Του Αντώνη Τσιμπλάκη
[email protected]
Απόφαση-σταθμό για την ευρωπαϊκή ναυπηγική βιομηχανία εξέδωσε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, το οποίο δικαίωσε την Ισπανία για σειρά μέτρων που έχει λάβει για την ενίσχυση του ναυπηγικού της κλάδου.
Πρόκειται για φορολογικού τύπου μέτρα που είναι γνωστά ως «ισπανικό φορολογικό καθεστώς χρηματοδοτικής μίσθωσης». Ενα μέρος όσων προέβλεπε το ισπανικό σύστημα είχε κριθεί ασύμβατο με την κοινή αγορά.
Για τον λόγο αυτό η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού είχε αποφασίσει το 2013 την εν μέρει ανάκτηση των ενισχύσεων.
Η ανατροπή της απόφασης της Ε.Ε. από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ενδέχεται να βοηθήσει τη ναυπηγική βιομηχανία της Ευρωπαϊκής Ενωσης, η οποία βρίσκεται υπό μεγάλη πίεση λόγω του ισχυρού ανταγωνισμού που δέχεται κυρίως από τις χώρες της Ασίας και κυρίως από την Κίνα και τη Νότια Κορέα, στις οποίες κατασκευάζονται αλλά και επισκευάζονται τα περισσότερα πλοία στον κόσμο.
Οι δύο συγκεκριμένες ασιατικές αγορές απολαμβάνουν την απόλυτη στήριξη των κρατών τους προκειμένου να υπερισχύσουν στον παγκόσμιο ανταγωνισμό.
Το καθεστώς
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, «το σχήμα STL είναι ένα καθεστώς φορολογικού σχεδιασμού, το οποίο οργανώνεται κατά κανόνα από τράπεζα με σκοπό τη δημιουργία φορολογικών πλεονεκτημάτων για τους επενδυτές.
Πρόκειται για τη δημιουργία στο πλαίσιο ενός ομίλου οικονομικού σκοπού (ΟΟΣ) αποτελούμενου από την τράπεζα και από επενδυτές που αγοράζουν μερίδια συμμετοχής.
Ο όμιλος διέπεται από φορολογική διαφάνεια και τη μεταβίβαση μέρους των εν λόγω φορολογικών πλεονεκτημάτων στη ναυτιλιακή εταιρεία με τη μορφή έκπτωσης επί της τιμής του πλοίου.
Τα υπόλοιπα πλεονεκτήματα διατηρούνται από τους επενδυτές του ομίλου ως ανταμοιβή για την επένδυσή τους.
Πέραν του ομίλου, στις πράξεις που πραγματοποιούνται βάσει του καθεστώτος STL συμμετέχουν και άλλοι ενδιάμεσοι φορείς, όπως τράπεζες και εταιρείες χρηματοδοτικής μίσθωσης».
Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με την Ε.Ε., η ναυτιλιακή εταιρεία που επιθυμεί να αγοράσει πλοίο τυγχάνοντας της εκπτώσεως συμφωνεί με ναυπηγική επιχείρηση ποιο πλοίο θα ναυπηγηθεί και ποια θα είναι η τιμή αγοράς, συνυπολογιζομένης της εκπτώσεως (στο εξής: καθαρή τιμή).
Η αρχική σύμβαση ναυπηγήσεως προβλέπει την καταβολή στην επιχείρηση ναυπηγήσεως της καθαρής τιμής σε τακτικές δόσεις.
Η ναυπηγική επιχείρηση ζητεί από μια τράπεζα να οργανώσει τη διάρθρωση και τους διακανονισμούς του καθεστώτος STL.
Στη συνέχεια η τράπεζα ζητεί την παρέμβαση μιας εταιρείας χρηματοδοτικής μισθώσεως η οποία αντικαθιστά τη ναυτιλιακή εταιρεία και συνάπτει με τη ναυπηγική επιχείρηση νέα σύμβαση αγοράς του πλοίου για τιμή στην οποία δεν έχει συνυπολογισθεί η έκπτωση.
Μια ανανέωση ενοχής επιτρέπει την αντικατάσταση υποχρεώσεως με άλλη ή συμβαλλομένου με άλλον.
Η νέα αυτή σύμβαση προβλέπει την τακτική καταβολή στη ναυπηγική επιχείρηση ενός επιπλέον ποσού σε σχέση με τα ποσά που προβλέπονταν στην αρχική σύμβαση ναυπηγήσεως, το οποίο αντιστοιχεί στην έκπτωση.
Στη συνέχεια προκύπτει ότι η τράπεζα «συνιστά έναν ΟΟΣ και πωλεί μετοχές προς επενδυτές, ενώ η εταιρεία χρηματοδοτικής μισθώσεως εκμισθώνει με προαίρεση αγοράς το πλοίο στον όμιλο για τρία ή τέσσερα έτη.
Ο όμιλος δεσμεύεται εκ προοιμίου να ασκήσει την προαίρεση αγοράς του πλοίου κατά τη λήξη της προθεσμίας αυτής.
Η σύμβαση προβλέπει την καταβολή πολύ υψηλών μισθωμάτων στην εταιρεία χρηματοδοτικής μισθώσεως, πράγμα το οποίο συνεπάγεται σημαντικές ζημίες για τους ομίλους.
Αντιθέτως, η τιμή για την άσκηση της προαιρέσεως αγοράς είναι αρκετά μειωμένη. Στην πράξη, ο όμιλος μισθώνει το πλοίο στο πλαίσιο της συμβάσεως χρηματοδοτικής μισθώσεως από την ημερομηνία ενάρξεως της ναυπηγήσεώς του».
Το σκεπτικό της απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έλαβε από τον Μάιο του 2006 σειρά καταγγελιών κατά του λεγόμενου «ισπανικού φορολογικού καθεστώτος χρηματοδοτικής μισθώσεως» (καθεστώς STL).
Ειδικότερα, δύο εθνικές ομοσπονδίες ναυπηγικών επιχειρήσεων και μία μεμονωμένη ναυπηγική επιχείρηση κατήγγειλαν ότι το καθεστώς αυτό επέτρεπε στις ναυτιλιακές εταιρείες να αγοράζουν πλοία ναυπηγηθέντα από ισπανικές ναυπηγικές επιχειρήσεις με μείωση των τιμών (έκπτωση) κατά 20% έως 30%, προκαλώντας την απώλεια συμβάσεων ναυπηγήσεως για τα μέλη τους.
Στις 13 Ιουλίου 2010 οι ενώσεις ναυπηγικών επιχειρήσεων επτά ευρωπαϊκών χωρών υπέγραψαν αναφορά κατά του καθεστώτος STL.
Τουλάχιστον μία ναυτιλιακή εταιρεία υποστήριξε τις καταγγελίες αυτές.
Στις 17 Ιουλίου 2013 η Επιτροπή εξέδωσε την απόφαση 2014/200/ΕΕ, σχετικά με το καθεστώς ενισχύσεων που έθεσε σε εφαρμογή η Ισπανία.
Το φορολογικό καθεστώς που διέπει ορισμένες συμφωνίες χρηματοδοτικής μίσθωσης, γνωστό και ως «ισπανικό φορολογικό καθεστώς χρηματοδοτικής μίσθωσης».
Στην απόφαση αυτή, η Επιτροπή έκρινε ότι ορισμένα φορολογικά μέτρα τα οποία συνθέτουν το καθεστώς STL «συνιστούσαν κρατική ενίσχυση», τεθείσα παρανόμως σε ισχύ από την Ισπανία από την 1η Ιανουαρίου 2002.
Τα μέτρα αυτά κρίθηκαν ως εν μέρει ασύμβατα προς την κοινή αγορά. Η ανάκτηση διατάχθηκε, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, μόνον από τους επενδυτές που έτυχαν των επίμαχων πλεονεκτημάτων, χωρίς αυτοί να έχουν τη δυνατότητα να μετακυλήσουν το βάρος της ανακτήσεως σε άλλα πρόσωπα.
Κατά την Επιτροπή, «το συνδυασμένο αποτέλεσμα των φορολογικών μέτρων που εφαρμόζονται δυνάμει του καθεστώτος STL παρέχει στον όμιλο οικονομικού σκοπού (ΟΟΣ) και στους επενδυτές του τη δυνατότητα να αποκομίσουν φορολογικό κέρδος της τάξης περίπου του 30% επί του αρχικού ακαθάριστου τιμήματος του πλοίου.
Ένα ποσοστό αυτού του φορολογικού κέρδους -από το οποίο επωφελούνται αρχικά ο ΟΟΣ και οι επενδυτές του- παρακρατείται από τους επενδυτές (10%-15%) και το υπόλοιπο ποσοστό μεταβιβάζεται στη ναυτιλιακή εταιρεία (85%-90%), η οποία αποκτά εντέλει την κυριότητα του πλοίου, με έκπτωση μεταξύ 20% και 30% επί του αρχικού ακαθάριστου τιμήματος του πλοίου».
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, ωστόσο, έκρινε ότι η προσβαλλομένη απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής βαρύνεται με πλείονα σφάλματα και είναι ανεπαρκώς αιτιολογημένη όσον αφορά τον χαρακτηρισμό της κρατικής ενισχύσεως.
Έτσι, λοιπόν, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι πρέπει να γίνει δεκτό το αίτημα της Ισπανίας, αλλά και των εταιρειών Lico και PYMAR, και να ακυρωθεί η απόφαση αυτή στο σύνολό της, χωρίς να είναι ανάγκη να εξετασθούν οι λοιποί λόγοι ακυρώσεως και τα λοιπά επιχειρήματα που προβλήθηκαν στο πλαίσιο αμφοτέρων των προσφυγών.
Το σχέδιο για τα ΕΝΑΕ
Σημειώνεται ότι και η Ελλάδα αντιμετωπίζει πρόβλημα με τα ναυπηγεία Σκαραμαγκά, αφού τα μεγαλύτερα ναυπηγεία της Ανατολικής Μεσογείου έχουν καταστεί «ανενεργά» λόγω απόφασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που έκρινε ότι τα ναυπηγεία ενισχύθηκαν παράνομα από το ελληνικό κράτος μέχρι το 2001.
Η εταιρεία έχει κληθεί αρχικά να καταβάλει πίσω στη χώρα ένα ποσό που σήμερα ξεπερνά τα 550 εκατ. ευρώ ή να μην μπορεί να πραγματοποιήσει εμπορικές εργασίες μέχρι το 2025, καθώς και να επιστρέψει στην ελληνική πολιτεία ένα μέρος των ΕΝΑΕ που έχει χαρακτηριστεί «εμπορικό».
Το δεύτερο σκέλος της εναλλακτικής συμφωνίας δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμα και υπάρχει ανοικτή η εκκρεμότητα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή η οποία ζητεί άμεση εφαρμογή των συμφωνηθέντων.
Από την άλλη πλευρά, αν και τα ελληνικά ναυπηγεία έχουν χάσει την προσφυγή που έκαναν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, την περίοδο αυτή βρίσκεται σε εξέλιξη ένα νέο σχέδιο που υποστηρίζεται τόσο από την κυβέρνηση όσο και από τις παραγωγικές τάξεις. Σκοπός είναι να «ξαναδεί» η Ευρωπαϊκή Επιτροπή την υπόθεση.
Σύμφωνα μάλιστα με πληροφορίες της «Ν», στις συζητήσεις που γίνονται έχουν κατατεθεί από ελληνικής πλευράς και νέα στοιχεία που αναδεικνύουν τις καταστροφικές επιπτώσεις που έχει για την ελληνική οικονομία και εκατοντάδες επιχειρήσεις το «λουκέτο» στα μεγαλύτερα ναυπηγεία της Ανατολικής Μεσογείου.
Τα ΕΝΑΕ λειτουργούσαν κατά γενική παραδοχή και ως «κράχτης» προκειμένου να έρχονται περισσότερα πλοία στη χώρα ώστε να «δουλεύουν» όλες οι ναυπηγικές μονάδες.
Το γεγονός ότι σήμερα η συγκεκριμένη μονάδα είναι ανενεργή έχει αποφέρει σημαντικό πλήγμα στην οικονομία της ευρύτερης περιοχής, ενώ σε συνδυασμό με την κρίση που μαστίζει τη χώρα θεωρείται καταστροφικό.