Οικονομία & Αγορές
Πέμπτη, 24 Δεκεμβρίου 2015 08:06

Φορολογικοί έλεγχοι χωρίς αντίκρισμα

Πλήρη αποδυνάμωση των επιτόπιων φορολογικών ελέγχων που διενεργούνται προκειμένου να διαπιστώνεται εάν οι επιχειρήσεις και οι ελεύθεροι επαγγελματίες κόβουν αποδείξεις λιανικής πώλησης ή παροχής υπηρεσιών προκαλούν οι διατάξεις του ν. 4337/2015 με τις οποίες καταργήθηκαν τα αυτοτελή πρόστιμα για τις παραβάσεις της μη έκδοσης ή της ανακριβούς έκδοσης φορολογικών στοιχείων. Τα πρόστιμα αυτά κυμαίνονταν από 250-500 ευρώ ανά μη εκδοθέν φορολογικό στοιχείο με ανώτατο όριο τις 30.000 ευρώ.

 

Από την έντυπη έκδοση 

Του Γιώργου Παλαιτσάκη
[email protected]

Πλήρη αποδυνάμωση των επιτόπιων φορολογικών ελέγχων που διενεργούνται προκειμένου να διαπιστώνεται εάν οι επιχειρήσεις και οι ελεύθεροι επαγγελματίες κόβουν αποδείξεις λιανικής πώλησης ή παροχής υπηρεσιών προκαλούν οι διατάξεις του ν. 4337/2015 με τις οποίες καταργήθηκαν τα αυτοτελή πρόστιμα για τις παραβάσεις της μη έκδοσης ή της ανακριβούς έκδοσης φορολογικών στοιχείων. Τα πρόστιμα αυτά κυμαίνονταν από 250-500 ευρώ ανά μη εκδοθέν φορολογικό στοιχείο με ανώτατο όριο τις 30.000 ευρώ.

Με τις διατάξεις αυτές, οι οποίες τέθηκαν σε ισχύ από τις 17 Οκτωβρίου 2015 και τροποποίησαν τον Κώδικα Φορολογικών Διαδικασιών, οι ελεγκτές της Εφορίας εφόσον κατά τη διάρκεια επιτόπιων ελέγχων σε επιχειρήσεις και ελεύθερους επαγγελματίες που απαλλάσσονται από τον ΦΠΑ διαπιστώνουν τη μη έκδοση αποδείξεων ή άλλων φορολογικών στοιχείων δεν μπορούν πλέον να επιβάλουν κανένα πρόστιμο. Επίσης, το μόνο πρόστιμο το οποίο μπορεί να επιβάλλεται πλέον σε επιχειρηματίες και ελεύθερους επαγγελματίες υπαγόμενους σε ΦΠΑ που δεν εκδίδουν αποδείξεις είναι το 50% επί του ΦΠΑ που αναλογεί στις μη εκδοθείσες αποδείξεις.

Πιο αναλυτικά, με το νέο καθεστώς «εκλογικευμένων» κυρώσεων για αδικήματα φοροδιαφυγής, το οποίο καθιερώθηκε με το ν. 4337/2015:

1) Σε ιδιωτικά ιατρεία, ιδιωτικά φροντιστήρια και εκπαιδευτήρια, καθώς επίσης και σε όλες τις μικρές επιχειρήσεις με ετήσια ακαθάριστα έσοδα λιγότερα των 10.000 ευρώ, που απαλλάσσονται από τον ΦΠΑ, λόγω υπαγωγής στο καθεστώς «μικρών επιχειρήσεων» οι ελεγκτές των ΔΟΥ και της Υπηρεσίας Ελέγχου και Διασφάλισης Δημοσίων Εσόδων (ΥΕΔΔΕ) δεν μπορούν να καταλογίσουν κανένα πρόστιμο όταν κατά τη διάρκεια επιτόπιων μερικών φορολογικών ελέγχων εντοπίσουν την παράβαση της μη έκδοσης αποδείξεων. Δημιουργούνται δε ερωτηματικά για το τι ακριβώς θα γίνεται με τις παραβάσεις αυτών των περιπτώσεων, καθώς το υπουργείο Οικονομικών δεν έχει καθορίσει με εγκύκλιό του καμία διαδικασία για τον χειρισμό αυτών των παραβάσεων. Συγκεκριμένα, το υπουργείο Οικονομικών δεν έχει απαντήσει ακόμη στο ερώτημα για το πώς ακριβώς θα προσδιορίζεται στις περιπτώσεις αυτές η αποκρυβείσα φορολογητέα ύλη για την επιβολή των διαφυγόντων φόρων εισοδήματος, καθώς επίσης και στο ειδικότερο ερώτημα εάν όλοι οι απαλλασσόμενοι από τον ΦΠΑ φορολογούμενοι που θα διαπιστώνεται ότι έχουν διαπράξει τις παραβάσεις αυτές θα παραπέμπονται σε πλήρεις (τακτικούς) φορολογικούς ελέγχους.

2) Στις επιχειρήσεις και τους ελεύθερους επαγγελματίες που υπάγονται σε ΦΠΑ, οι ελεγκτές των ΔΟΥ και της ΥΕΔΔΕ, εφόσον διαπιστώνουν μη έκδοση αποδείξεων, το μόνο που μπορούν να κάνουν πλέον είναι να υπολογίζουν τον ΦΠΑ που αναλογεί στις μη εκδοθείσες αποδείξεις και να καταλογίζουν συνολικό πρόστιμο ίσο με το 50% του διαφυγόντος ΦΠΑ. Για να γίνει όμως ένας τέτοιος υπολογισμός και να προσδιορισθεί το ακριβές ύψος του προστίμου, θα πρέπει οι ελεγκτές να βρίσκουν πρώτα την καθαρή αξία των πωληθέντων προϊόντων ή των παρασχεθεισών υπηρεσιών η οποία αναλογεί στις μη εκδοθείσες αποδείξεις, επ’ αυτής να υπολογίζουν τον αναλογούντα ΦΠΑ και στη συνέχεια επί του αναλογούντος ΦΠΑ να καταλογίζουν το 50% ως πρόστιμο. Οπως γίνεται αντιληπτό, μια τέτοια διαδικασία προσδιορισμού της φορολογητέας ύλης και του καταλογιστέου προστίμου είναι εξαιρετικά δύσκολη ή ακόμη και αδύνατο να διεκπεραιωθεί ομαλά σε πολλές περιπτώσεις. Είναι επίσης μια διαδικασία αμφίβολης αξιοπιστίας και εύκολα αμφισβητήσιμη από τον ελεγχόμενο. Ηδη δε προκαλεί μεγάλα εμπόδια στην ομαλή διενέργεια των επιτόπιων ελέγχων, καθώς δυσχεραίνει κατά πολύ το έργο των ελεγκτών, ενώ ταυτόχρονα τους υποχρεώνει να δαπανούν πολύ χρόνο για να ολοκληρώσουν κάθε έλεγχο.

Μάχη κατά της φοροδιαφυγής στις εορτές

Και ενώ η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών έχει στερήσει από τους ελεγκτές των ΔΟΥ και της ΥΕΔΔΕ το όπλο της άμεσης επιβολής προστίμων για μη έκδοση αποδείξεων, η Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων προαναγγέλλει μπαράζ επιτόπιων φορολογικών ελέγχων στην αγορά την περίοδο των εορτών προκειμένου να… αποτραπούν φαινόμενα φοροδιαφυγής μέσω μη έκδοσης αποδείξεων! Συγκεκριμένα, η ΓΓΔΕ ανακοίνωσε χθες ότι:

«Στo πλαίσιο των συντονισμένων δράσεων του υπουργείου Οικονομικών για την πρόληψη, τον εντοπισμό και την πάταξη της φοροδιαφυγής, αυξημένος αριθμός συνεργείων ελέγχου θα προβεί στη διενέργεια ελέγχων για την ορθή εφαρμογή των διατάξεων της φορολογικής και τελωνειακής νομοθεσίας σε επιχειρήσεις κάθε μορφής και οικονομικού μεγέθους, εστιάζοντας κυρίως σε κλάδους με υψηλή παραβατικότητα.

Τα συνεργεία αυτά θα διενεργούν ελέγχους όλο το εικοσιτετράωρο, όλες τις ημέρες της εβδομάδας, κατά τη διάρκεια της εορταστικής περιόδου των Χριστουγέννων και του νέου έτους». Στην ανακοίνωση της ΓΓΔΕ επισημαίνεται εξάλλου ότι:

«Με το νέο νομοθετικό πλαίσιο που διαμορφώνεται με το νόμο 4337/2015 προβλέπονται πρόστιμα ορθολογικά». Επιβεβαιώνεται δε ότι «σε περίπτωση μη έκδοσης φορολογικού στοιχείου δεν επιβάλλεται πλέον αυτοτελές πρόστιμο για κάθε παράβαση ανάλογα με την κατηγορία βιβλίων ποσού 100, 250, 500 ευρώ και μέχρι 30.000 ευρώ, αλλά πρόστιμο ίσο με το 50% επί του ΦΠΑ που αναλογεί στο στοιχείο που δεν εκδόθηκε».