Μεγαλύτερη ελευθερία ανταγωνισμού σε ολόκληρη την Ε.Ε. για τους αντιπροσώπους εμπορίας αυτοκινήτων προσφέρουν οι νέοι κανόνες για τη διανομή αυτοκινήτων.
Οπως ανακοίνωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, οι επονομαζόμενες «ρήτρες εδαφικότητας» στις συμβάσεις μεταξύ κατασκευαστών και αντιπροσώπων αυτοκινήτων δεν θα απολαύουν πλέον, από την 1η Οκτωβρίου 2005, της αυτόματης («κατά κατηγορία») απαλλαγής από την απαγόρευση της συνθήκης ΕΚ, όσον αφορά τις περιοριστικές επιχειρηματικές πρακτικές (άρθρο 81) στα πλαίσια του κανονισμού αριθ. 1400/2002 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σχετικά με την απαλλαγή κατά κατηγορία στη διανομή αυτοκινήτων.
Αυτές οι ρήτρες χρησίμευσαν για να σταματήσουν το άνοιγμα από μέρους των αντιπροσώπων σημείων πώλησης εκτός των γεωγραφικών περιοχών που καθορίζονταν από τους κατασκευαστές αυτοκινήτων, συμπεριλαμβανομένων και άλλων κρατών μελών της ΕΕ. Ωστόσο, πολλοί κατασκευαστές και αντιπρόσωποι αυτοκινήτων έχουν ήδη αφαιρέσει αυτές τις ρήτρες από τις συμβάσεις τους. Η αλλαγή επιτρέπει στους αντιπροσώπους να ανταγωνίζονται σε ευρύτερη κλίμακα διευκολύνοντας κατά συνέπεια τον ανταγωνισμό στο πεδίο των τιμών και ενθαρρύνοντας τις καινοτομίες στη διανομή αυτοκινήτων. Αυτή η αλλαγή που αφορά τις ρήτρες εδαφικότητας αποτελεί το τελευταίο μέρος της μεταρρύθμισης από την Επιτροπή των κανόνων ανταγωνισμού για τη διανομή αυτοκινήτων, της οποίας το υπόλοιπο μέρος τέθηκε σε ισχύ την 1η Οκτωβρίου 2002. Tα επιπλέον τρία έτη πριν από τη λήξη της απαλλαγής κατά κατηγορία για τις «ρήτρες εδαφικότητας» είχαν ως στόχο να παραχωρηθεί στους κατασκευαστές και στους αντιπροσώπους αυτοκινήτων χρόνος για να προσαρμοστούν.
Οι νέοι κανόνες αφορούν τα επιβατικά αυτοκίνητα και τα ελαφρά οχήματα εμπορικής χρήσης. Αφ’ ης στιγμής αφαιρεθούν οι ρήτρες εδαφικότητας από τις συμβάσεις με τους κατασκευαστές αυτοκινήτων, οι αντιπρόσωποι μπορούν να δράσουν εκτός της δικής τους περιοχής, συμπεριλαμβανομένων και των περιοχών πέραν των συνόρων. Αυτό σημαίνει ότι οι αντιπρόσωποι μπορούν να δημιουργήσουν καταστήματα πώλησης οπουδήποτε διακρίνουν μια επιχειρηματική ευκαιρία, για παράδειγμα σε περιοχές όπου το σήμα τους δεν έχει ικανοποιητική παρουσία ή σε χώρες όπου οι τιμές είναι υψηλότερες. Αυτή η αλλαγή επίσης ανοίγει τον δρόμο για καινοτόμες μορφές διανομής όπως τα σημεία πώλησης για πολλά σήματα. Κατά συνέπεια, οι καταναλωτές θα ωφεληθούν από τη βελτίωση της δυνατότητας επιλογής αντιπροσώπου.
Ο κανονισμός επιτρέπει στους κατασκευαστές αυτοκινήτων να απαιτούν από τους αντιπροσώπους να τηρούν καθορισμένες προδιαγραφές ποιότητας, διασφαλίζοντας ένα υψηλής ποιότητας σύστημα πωλήσεων για τους καταναλωτές. Απαιτώντας από τα δευτερεύοντα καταστήματα διανομής να τηρούν όλες τις ποιοτικές προδιαγραφές που ισχύουν για τις αντιπροσωπείες στην περιοχή στην οποία πρόκειται να ανοίξει το κατάστημα διανομής και ελέγχοντας εκ των προτέρων την τήρηση, οι κατασκευαστές αυτοκινήτων μπορούν κανονικά να αποφύγουν τον κίνδυνο της αθέμιτης άντλησης οφέλους από τις προσπάθειες επενδύσεων και προώθησης των υπαρχόντων αντιπροσώπων. Ο κανονισμός αναγνωρίζει ρητώς την αυξημένη αποτελεσματικότητα των επιλεκτικών συστημάτων διανομής, τα οποία έχουν ως στόχο να παρακινήσουν τις επενδύσεις από μέρους των διανομέων για την προώθηση του σήματος στην περιοχή τους.
Όπως επίσης επισημαίνεται, τα δευτερεύοντα καταστήματα διανομής δεν είναι πιθανόν να αυξήσουν τις δαπάνες συναλλαγών και διοικητικής μέριμνας των κατασκευαστών αυτοκινήτων, αφού η εν ισχύι σύμβαση με τον αντιπρόσωπο θα εξακολουθήσει να καθορίζει το σημείο όπου ο κατασκευαστής αυτοκινήτων οφείλει να παραδώσει τα αυτοκίνητα που έχει παραγγείλει ο αντιπρόσωπος. Αυτό σημαίνει ότι, όταν οι αντιπρόσωποι ανοίγουν ένα δευτερεύον κατάστημα διανομής σε άλλο κράτος μέλος, δεν απαιτείται πρόσθετη σύμβαση με τον τοπικό εισαγωγέα, παρόλο που ο κατασκευαστής αυτοκινήτων μπορεί φυσικά να εκχωρήσει στον τοπικό εισαγωγέα λειτουργίες όπως ο έλεγχος της τήρησης των κριτηρίων ποιότητας. Οι όροι αγοράς και οι στόχοι που τίθενται για τις πωλήσεις θα παραμένουν εκείνοι που εφαρμόζονται στον κύριο τόπο εγκατάστασης του αντιπροσώπου.
Για να τύχουν της πλήρους ασφάλειας δικαίου που παρέχει ο κανονισμός απαλλαγής κατά κατηγορία, οι κατασκευαστές και οι αντιπρόσωποι αυτοκινήτων υποχρεούνται να απαλείψουν τις ρήτρες εδαφικότητας από τις συμφωνίες τους το αργότερο στις 30 Σεπτεμβρίου 2005. Αυτή η εναλλακτική λύση φαίνεται να αποτελεί και την επιθυμία της αυτοκινητοβιομηχανίας.
Οι κατασκευαστές και οι αντιπρόσωποι αυτοκινήτων οι οποίοι παρ' όλα ταύτα διατηρούν τις «ρήτρες εδαφικότητας» μετά την 30ή Σεπτεμβρίου 2005 πιθανόν να αποτελέσουν αντικείμενο έρευνας της Επιτροπής, των εθνικών αρχών Ανταγωνισμού ή προσφυγών ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων βάσει των κανόνων της συνθήκης ΕΚ σχετικά με τις περιοριστικές επιχειρηματικές πρακτικές (άρθρο 81). Ο κανονισμός δεν αντιμετωπίζει τις ρήτρες εδαφικότητας ως αδιαμφισβήτητους «περιορισμούς μεγάλης σοβαρότητας», αλλά οι επιχειρήσεις θα φέρουν το βάρος να αποδείξουν, κατά περίπτωση, ότι η εκάστοτε ρήτρα εδαφικότητας πληρούσε όλους τους όρους που απαιτούνται για να δικαιολογείται εξαίρεση βάσει του άρθρου 81 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ και, ιδίως, να αποδείξουν ότι υπήρξαν σημαντικά οφέλη τα οποία αντιστάθμισαν τα περιοριστικά αποτελέσματα της ρήτρας εδαφικότητας.