Η ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) είναι ο καταλύτης για την επιστροφή και την πρόσβαση της χώρας στις διεθνείς αγορές περίπου στο δεύτερο εξάμηνο του 2016, ανέφερε ο υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Ιωάννης Μουρμούρας σε διάλεξη στο Λονδίνο.
Η ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) είναι ο καταλύτης για την επιστροφή και την πρόσβαση της χώρας στις διεθνείς αγορές περίπου στο δεύτερο εξάμηνο του 2016, ανέφερε ο υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Ιωάννης Μουρμούρας σε διάλεξη στο Φόρουμ Νομισματικών και Χρηματοοικονομικών Ιδρυμάτων (OMFIF) στο Λονδίνο.
Για να γίνει αυτό, έθεσε ως προϋποθέσεις την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, τη συμμετοχή της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ ( QE) και την πλήρη συμμόρφωση με τους όρους του τρίτου προγράμματος οικονομικής προσαρμογής.
Ο κ. Μουρμούρας αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, στα βασικά χαρακτηριστικά του τρίτου προγράμματος οικονομικής προσαρμογής της Ελλάδος, στα χαμηλά πρωτογενή πλεονάσματα και στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, καθώς και στο θέμα της ύφεσης που, όπως είπε, παραμένει πάντα ο «άγνωστος χ» σε ένα πρόγραμμα σταθεροποίησης.
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στην ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών, ενώ για το θέμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων, «την αχίλλειο πτέρνα» του ελληνικού τραπεζικού συστήματος όπως το αποκάλεσε το ΔΝΤ, ο κ. Μουρμούρας τόνισε ότι η συνολική διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων είναι ένα σημαντικό ζήτημα για δύο λόγους:
Πρώτον, η αποτελεσματική διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και γενικότερα η αναδιάρθρωση του τραπεζικού δανεισμού προς τις επιχειρήσεις δίνει μια μοναδική ευκαιρία στην ελληνική οικονομία να αναδιαμορφωθεί με έμφαση στους τομείς της οικονομίας που έχουν καθαρά εξαγωγικό χαρακτήρα και πραγματικά προστιθέμενη αξία.
Δεύτερον, η Ελλάδα χρειάζεται μεγαλύτερες, ισχυρότερες και οικονομικά υγιείς επιχειρήσεις, που αναπτύσσονται σε εκείνους τους τομείς μέσω των οποίων η χώρα μας μπορεί να διεκδικήσει μια ισχυρή παρουσία στο παγκόσμιο εμπόριο. Ως αποτέλεσμα, το τραπεζικό σύστημα μπορεί να παίξει καθοριστικό ρόλο στην αύξηση των ελληνικών επιχειρήσεων μεσαίου μεγέθους καθώς η συμμετοχή νέων μετόχων (στρατηγικοί επενδυτές) θα φέρει νέα κεφάλαια (στρατηγικούς επενδυτές) σε σημαντικούς τομείς (όπως η υδατοκαλλιέργεια, τα τρόφιμα, τουρισμός, κ.λ.π.).
Ο υποδιοικητής επανέλαβε τη θέση της ΤτΕ, όπως παρατίθεται στην πρόσφατα δημοσιευμένη Ενδιάμεση Έκθεση Νομισματικής Πολιτικής καθώς και του προέδρου της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι, όσον αφορά την επιτυχή ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης η οποία θα οδηγήσει στην επανένταξη των ελληνικών τίτλων στις αποδεκτές από το Ευρωσύστημα εξασφαλίσεις και θα καταστήσει δυνατή τη συμμετοχή των ελληνικών κρατικών ομολόγων στο πρόγραμμα αγοράς τίτλων της ΕΚΤ.
Σχετικά με την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, δεδομένου ότι οι μειώσεις στην ονομαστική αξία του χρέους απαγορεύονται από τις Ευρωπαϊκές Συνθήκες, ο κ. Μουρμούρας θεωρεί ότι η συζήτηση θα πρέπει να βασίζεται στην καθαρή παρούσα αξία ως την κρίσιμη παράμετρο για τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους.
Ως εκ τούτου, δεδομένης της μακράς περιόδου χάριτος για τις αποπληρωμές κεφαλαίου, η έμφαση θα πρέπει να δοθεί όχι μόνο στην παράταση της περιόδου χάριτος για τα επιτόκια, αλλά στην πιθανή μετατροπή των κυμαινόμενων επιτοκίων των τριών δανείων (GLF, EFSF, ESM) σε χαμηλά σταθερά επιτόκια μέχρι τη λήξη τους.
Σύμφωνα με τον κ. Μουρμούρα, αυτό από μόνο του θα αποτελέσει μια τεράστια «ανακούφιση» για τους κρατικούς προϋπολογισμούς των επόμενων 50 ετών δεδομένου ότι το άνευ προηγουμένου τρέχον περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων δεν θα διαρκέσει για πάντα.
Κατά συνέπεια, το πιστοποιητικό αυτό βιωσιμότητας του χρέους μαζί με τις επακόλουθες αναβαθμίσεις της χώρας μας από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης θα ανοίξουν το δρόμο για τη συμμετοχή της Ελλάδος στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης του Μάριο Ντράγκι.
Ο οδικός χάρτης πέραν του μνημονίου
Ο κ. Μουρμούρας αναφέρθηκε επίσης στον οδικό χάρτη της Ελλάδος πέραν του τρίτου μνημονίου, ξεκινώντας με τη σημασία της συνταγματικής αναθεώρησης για την εμπέδωση και τη διατήρηση της πολιτικής σταθερότητας στη χώρα μας.
Σε περίπτωση που μια συνταγματική αναθεώρηση λάβει χώρα το επόμενο έτος στην Ελλάδα, θα πρέπει, κατά τον κ. Μουρμούρα, να διαφυλαχθούν τα εξής: α) η σταθερότητα του εκλογικού συστήματος με τη θέσπιση διατάξεων που διευκολύνουν τη σύναψη μιας σταθερής κοινοβουλευτικής περιόδου β) η αδιάλειπτη θητεία ενός μόνιμου γενικού γραμματέα σε καίριους τομείς του δημοσίου είναι θεμελιώδους σημασίας για την εξασφάλιση της συνέχειας του κράτους και την ομαλή ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων, ανεξάρτητα από τη διάρκεια του εκλογικού κύκλου και γ) καθώς είναι πλέον ώριμες οι συνθήκες, για μία εξίσου σημαντική συνταγματική μεταρρύθμιση: η άμεση εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας από τον ελληνικό λαό.
Ως δεύτερο πυλώνα αυτού του οδικού χάρτη, ο κ. Μουρμούρας ανέφερε τα «μεταρρυθμιστικά συμβόλαια» στα οποία βασίζεται η ελάφρυνση του ελληνικού χρέους. Τα «μεταρρυθμιστικά συμβόλαια» αφορούν τη χρονική περίοδο μετά την ολοκλήρωση του τρίτου μνημονίου, δηλαδή πέραν της επικείμενης ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους το επόμενο έτος.
Η ιδέα σχετικά με τα «μεταρρυθμιστικά συμβόλαια» έρχεται από το παρελθόν και ενυπάρχει και στις πρόσφατες αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που πραγματοποιήθηκε τον Δεκέμβριο του 2013, δηλαδή η παροχή κινήτρων προς τα κράτη-μέλη να συνεχίσουν τις μεταρρυθμίσεις και να λάβουν ως αντάλλαγμα κάποια μορφή οικονομικής βοήθειας (π.χ. δάνεια χαμηλού επιτοκίου για την υλοποίηση έργων υποδομής).
Στην ελληνική περίπτωση, η βοήθεια θα μπορούσε να μεταφραστεί σε ελάφρυνση του δημόσιου χρέους, με τη μορφή μιας περαιτέρω επιμήκυνσης του χρόνου αποπληρωμής των δανείων. Η νεοσύστατη υπηρεσία στήριξης διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων (SRSS) θα μπορούσε να παρακολουθεί την πρόοδο των μεταρρυθμίσεων, ακόμη και μετά τη λήξη του τρίτου προγράμματος οικονομικής προσαρμογής, για παράδειγμα θέτοντας στόχους για την επίτευξη ενός λειτουργικού και αποτελεσματικού δημόσιου τομέα με συγκεκριμένες επιδόσεις και την παρακολούθησή τους μέσω των ετήσιων εκθέσεων.