Πιο αυστηρό για τους αποκαλούμενους οικονομικά αδύναμους «κόκκινους» δανειολήπτες έγινε το πλαίσιο για την προστασία της κύριας κατοικίας που ψηφίστηκε χθες από τη Βουλή ως προς το σκέλος της επιδότησης των δανειακών υποχρεώσεων από το Δημόσιο.
Από την έντυπη έκδοση
Του Σταμάτη Ζησίμου
[email protected]
Πιο αυστηρό για τους αποκαλούμενους οικονομικά αδύναμους «κόκκινους» δανειολήπτες έγινε το πλαίσιο για την προστασία της κύριας κατοικίας που ψηφίστηκε χθες από τη Βουλή ως προς το σκέλος της επιδότησης των δανειακών υποχρεώσεων από το Δημόσιο.
Συγκεκριμένα, με νομοτεχνική βελτίωση που κατέθεσε ο υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης Γιώργος Σταθάκης ήρθη η αρχική διάταξη που προέβλεπε ότι το Δημόσιο θα κάλυπτε από το 2017 και μετά τη ζημία των τραπεζών που θα προέκυπτε εφόσον οι καταβολές του δανειολήπτη στις τράπεζες θα ήταν λιγότερες απ’ ό,τι όριζε το δικαστήριο.
Σημειώνεται ότι το συγκεκριμένο πλαίσιο τίθεται σε εφαρμογή από την 1η Ιανουαρίου 2016 και δεν θα περιλαμβάνει εκκρεμείς υποθέσεις ούτε και τις αιτήσεις που θα έχουν κατατεθεί έως και τις 31 Δεκεμβρίου 2015.
Ειδικότερα, από το σχέδιο νόμου απαλείφθηκε χθες το απόγευμα η διάταξη που ανέφερε ότι «σε περίπτωση που οι πραγματοποιηθείσες καταβολές του οφειλέτη στους πιστωτές από 1/1/2017 και μέχρι το τέλος της συνεισφοράς του Ελληνικού Δημοσίου υπολείπονται αυτών που ορίστηκαν με την απόφαση του δικαστηρίου, το υπολειπόμενο ποσό εξοφλείται από το Ελληνικό Δημόσιο».
Πέραν όμως της απαλοιφής αυτής, στο νόμο συμπεριλήφθηκε και διάταξη η οποία ορίζει ότι «μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2016 το Δημόσιο έχει τη δυνατότητα να προβεί σε μερική κάλυψη της διαφοράς μεταξύ του ποσού που καταβάλλει ο οφειλέτης που πληροί τις παραπάνω προϋποθέσεις και του ποσού που ορίζεται στο σχέδιο διευθέτησης οφειλών.
Στην περίπτωση αυτή το σχέδιο διευθέτησης οφειλών θεωρείται ότι εξυπηρετείται και οποιοδήποτε μη καταβληθέν ποσό κεφαλαιοποιείται στο υπολειπόμενο ποσό του σχεδίου διευθέτησης οφειλών».
Στην πράξη, αυτό σημαίνει ότι όσοι από τους αδύναμους δανειολήπτες, οι οποίοι αιτηθούν και λάβουν οικονομική βοήθεια για την αποπληρωμή των οφειλών τους από το Δημόσιο, δεν ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, το Δημόσιο θα καταβάλλει τη συμμετοχή του για το 2016, ώστε το δάνειο να παραμένει ενήμερο, άσχετα αν ο δανειολήπτης δεν καταβάλλει το τμήμα της δόσης που του αναλογεί.
Ωστόσο, οποιοδήποτε μη καταβληθέν ποσό θα κεφαλαιοποιείται στο υπολειπόμενο ποσό του σχεδίου διευθέτησης οφειλών. Δηλαδή τα ποσά που δεν έχει καταβάλει ο δανειολήπτης θα κληθεί να τα πληρώσει στο μέλλον.
Πλέον, η ίδια διαδικασία θα ακολουθείται και για το υπόλοιπο χρονικό διάστημα στο πλαίσιο των τριών ετών που προβλέπεται να διαρκεί η κρατική επιδότηση, με τη διαφορά όμως ότι από το 2017 το τραπεζικό ίδρυμα θα μπορεί να προσβάλει το σχέδιο διευθέτησης και να εκποιήσει την πρώτη κατοικία του δανειολήπτη.
Οπως ορίζει ο νόμος, η συνεισφορά του ελληνικού Δημοσίου στο σχέδιο διευθέτησης οφειλών δεν μπορεί να υπερβαίνει σε διάρκεια τα τρία έτη και καταβάλλεται στους πιστωτές υπό την προϋπόθεση ότι ο οφειλέτης παραμένει συνεπής στην καταβολή της ελάχιστης συνεισφοράς.
Με απόφαση του υπουργού Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και του υπουργού Οικονομικών, η οποία θα εκδοθεί έως 31 Δεκεμβρίου 2015, καθορίζονται τα κριτήρια προσδιορισμού του ύψους της συνεισφοράς του Δημοσίου, της ελάχιστης συνεισφοράς του οφειλέτη καθώς και οι ειδικότεροι όροι και προϋποθέσεις για την εφαρμογή της διάταξης.
Με άλλες νομοτεχνικές βελτιώσεις ορίστηκε επίσης ότι στο σχέδιο διευθέτησης οφειλών θα προβλέπεται πως ο οφειλέτης θα καταβάλλει το μέγιστο της δυνατότητας αποπληρωμής του και ότι το ποσό που θα πληρώνει είναι τέτοιο ώστε οι πιστωτές δεν θα βρεθούν χωρίς τη συναίνεσή τους σε χειρότερη οικονομική θέση από αυτή στην οποία θα βρίσκονταν σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης.
Επίσης, απαλείφθηκε η διάταξη που προέβλεπε ότι η εκτίμηση του ποσού που θα λάμβαναν οι πιστωτές σε περίπτωση πλειστηριασμού της κύριας κατοικίας θα γινόταν από ανεξάρτητο εμπειρογνώμονα.
Η εκτίμηση θα γίνεται με απόφαση της Τράπεζας της Ελλάδας, στην οποία θα προσδιορίζεται και η μέγιστη ικανότητα αποπληρωμής των οφειλετών, αλλά και η ενδεχόμενη ζημιά των πιστωτών.
Τέλος, ο οφειλέτης θα χαρακτηρίζεται συνεργάσιμος δανειολήπτης, βάσει του κώδικα δεοντολογίας των τραπεζών.