Ούτε σήμερα κατάφερε να αντιδράσει και να «σπάσει» το πτωτικό σερί το Χρηματιστήριο Αθηνών, με την αγορά να αποτυπώνει την αβεβαιότητα που προκαλούν αφενός η πολυήμερη διατήρηση των τραπεζικών βιβλίων προσφορών ανοικτών και αφετέρου οι καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση της αξιολόγησης του προγράμματος προσαρμογής.
Ούτε σήμερα κατάφερε να αντιδράσει και να «σπάσει» το πτωτικό σερί το Χρηματιστήριο Αθηνών, με την αγορά να αποτυπώνει την αβεβαιότητα που προκαλούν αφενός η πολυήμερη διατήρηση των τραπεζικών βιβλίων προσφορών ανοικτών και αφετέρου οι καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση της αξιολόγησης του προγράμματος προσαρμογής.
Ειδικότερα, ο Γενικός Δείκτης έκλεισε μειωμένος κατά 1% στις 652,61 μονάδες, ενώ σε εβδομαδιαία βάση κατέγραψε απώλειες 3,66%. Η ανώτερη τιμή που κατέγραψε η αγορά, ήταν στις 667,35 μονάδες και η χαμηλότερη στις 651,15. Η καθαρή αξία συναλλαγών αυξήθηκε κατά 42,43% σε σχέση με τη συνεδρίαση της Πέμπτης, διαμορφούμενη στα 52,97 εκ. ευρώ περίπου, ενώ πραγματοποιήθηκαν συναλλαγές αξίας 3,15 εκ. ευρώ σε προσυμφωνημένες πράξεις.
Ο δείκτης της υψηλής κεφαλαιοποίησης παρουσίασε πτώση σε ποσοστό 1,18% ενώ ο δείκτης της μεσαίας κεφαλαιοποίησης υποχώρησε σε ποσοστό 0,78%.
Σύμφωνα με τον επικεφαλής ανάλυσης της Beta Securities, Μ. Χατζηδάκη, με τα τέσσερα βιβλία προσφορών ανοικτά, οι ελληνικές τράπεζες επιδιώκουν να πετύχουν την δυσκολότερη συγκέντρωση κεφαλαίων στην ιστορία τους προκειμένου να καλύψουν τις βασικές κεφαλαιακές ανάγκες καθώς και μέρος ή το σύνολο των κεφαλαιακών αναγκών του δυσμενούς σεναρίου. Η χρονική στιγμή που το ελληνικό τραπεζικό σύστημα αναζητά κεφάλαια δεν είναι σίγουρα η καλύτερη δυνατή. Εν μέσω περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων και με την εξασφάλιση της πρώτης υποδόσης ακόμα να εκκρεμεί οι συστημικές τράπεζες απευθύνονται σε επενδυτές κατά κύριο λόγο από το εξωτερικό για τρίτη φορά μέσα στους τελευταίους 32 μήνες για να ανακεφαλαιοποιηθούν.
Οι τράπεζες δεν μπορούν να υποσχεθούν μια κερδοφορία που θα προέλθει από την ανάπτυξη νέων εργασιών ωστόσο η μείωση του χρηματοδοτικού κόστους, η αναδιάρθρωση του δικτύου και η ενεργή διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων αποτελούν το στοίχημα των επόμενων χρήσεων, ενέργειες μέσα από τις οποίες θα μπορέσει να παραχθεί αξία για τους νέους μετόχους. Ειδικά το στοίχημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων μετά και την ψήφιση του σχετικού νόμου για τα κόκκινα δάνεια ενδέχεται να αποτελέσει τον βασικό καταλύτη για την επιστροφή του κλάδου στην κερδοφορία.
Ουσιαστικά οι αυξήσεις που λαμβάνουν χώρα αυτή την περίοδο έχουν περίπου το χαρακτήρα νέων εισαγωγών στο Χρηματιστήριο. Η υποχώρηση των τραπεζικών αποτιμήσεων στα τρέχοντα επίπεδα αποτελεί ένα είδος υπολειπόμενης αξίας –ειδικά αν εξαιρεθεί η αξία της Finansbank- κάτι σαν την αξία της φήμης και πελατείας για κάθε τράπεζα. Όταν το 95% του τραπεζικού συστήματος με ενεργητικό 340,3 δις ευρώ αποτιμάται κάτι λιγότερο από 3,5 δις ευρώ η είσοδος ενός νέου επενδυτή γίνεται με όρους ίδρυσης νέας τράπεζας.
Για τους παλαιούς επενδυτές ωστόσο η περίπτωση των αυξήσεων είναι μια νέα δοκιμασία πίστης. Αν η συμμετοχή τους στις πρόσφατες αυξήσεις το 2013 και το 2014 σε πολύ υψηλότερες τιμές βασιζόταν στην αισιοδοξία ενός νέου ξεκινήματος του κλάδου από καλύτερη κεφαλαιακή βάση, το ασταθές μακροοικονομικό περιβάλλον του 2015 είναι εύλογο να δημιουργεί προβληματισμούς. Σε αυτούς τους προβληματισμούς η πολύ χαμηλή τιμή σε σχέση με την αξία των ενσώματων ιδίων κεφαλαίων μετά την αύξηση (0,3x – 0,6x) δοκιμάζει την πίστη νέων και παλαιών επενδυτών.
Όπως και να έχει το ενδιαφέρον και την ερχόμενη εβδομάδα θα παραμείνει επικεντρωμένο στις εξελίξεις στον τραπεζικό κλάδο ωθώντας την Αγορά να κινηθεί ανάλογα με την πρόοδο που θα παρουσιάζεται στην ολοκλήρωση των αυξήσεων κεφαλαίου.
Τεχνικά το ανοδικό σενάριο μετά την καθοδική διάσπαση και των δύο βασικών κινητών μέσων (30 και 50 ημέρες) θεωρείται πλέον παρελθόν και η κίνηση της Αγοράς δίνει επόμενο βραχυπρόθεσμο στόχο τις 640 μονάδες. Ακόμα οι ταλαντωτές δεν έχουν εισέλθει σε υποτιμημένες ζώνες τιμών ενώ οι συναλλακτικοί όγκοι αν και έχουν βελτιώσει την δυναμική τους από τις αρχές Νοεμβρίου (44,8 εκατ. ευρώ έναντι 37,3 εκατ. ευρώ τον Οκτώβριο) περισσότερο ενισχύουν πτωτικά την τάση παρά λειτουργούν ανασταλτικά στις πιέσεις. Ενδεχομένως μια αντίδραση από τα επίπεδα των 640 μονάδων θα πρέπει να αναμένεται καθώς ο Γενικός ∆είκτης μετράει μία μόλις θετική συνεδρίαση στις τελευταίες εννέα. Η δομή και η ένταση της αντίδρασης θα κρίνει το αν θα συνεχίσει η πίεση προς την επόμενη ζώνη στήριξης που εντοπίζεται στις 620 μονάδες.
Οι εγκριτικές Γενικές Συνελεύσεις για τις αυξήσεις κεφαλαίου των τραπεζών ξεκινούν από αύριο με πρώτη την Alpha bank. Την Κυριακή 15 Νοεμβρίου θα κληθούν να αποφασίσουν οι μέτοχοι της Τράπεζας Πειραιώς, στις 16/11 οι μέτοχοι της Eurobank και την Τρίτη 17/11 ο πρώτος κύκλος συνελεύσεων θα κλείσει με την Εθνική Τράπεζα.
Στο ταμπλό τώρα, τις μετοχές της υψηλής κεφαλαιοποίησης, άνοδο κατέγραψαν οι μετοχές της ΔΕΗ (+5,38%), με αφορμή την ένταξή της στον διεθνή δείκτη MSCI Greece, της Εθνικής (+3,59%), του ΟΛΠ (+2,01%), του ΟΤΕ (+0,59%), της Lamda Development (+0,49%) και της Jumbo(+0,11%).
Στον αντίποδα, πτώση σημείωσαν οι μετοχές της Alpha Bank(-9,09%), της Πειραιώς (-8,51%), της Viohalco(-4,17%), των ΕΛΠΕ (-3,94%), της Motor Oil(-2,86%), της Grivalia Properties (-2,61%), της Coca Cola HBC (-2,52%) και του ΟΠΑΠ (-2,17%).
Τη μεγαλύτερη πτώση σημείωσε ο κλάδος των Ασφαλειών (-10,00%) ενώ τη μεγαλύτερη άνοδο ο κλάδος των εταιριών Κοινής Ωφέλειας (+2,78%). Από τις μετοχές που πραγματοποίησαν πράξη, 32 κινήθηκαν ανοδικά, 58 καθοδικά, ενώ η τιμή 24 μετοχών παρέμεινε αμετάβλητη.